της Ιφιγένειας Καλαντζή*

Σε έναν κόσμο όπου επικρατεί ο τρόμος της ανεργίας και η εξάρτηση από τα πενιχρά επιδόματα, μοναδικές ευκαιρίες είναι οι δουλειές του ποδαριού. Αρκετοί αδυνατούν να πληρώσουν πρόστιμο παράβασης, για να ανακτήσουν το αυτοκίνητό τους, άλλοι μένουν δίχως ίντερνετ, λόγω κόστους, ενώ κρατούν χειμωνιάτικα το θερμοστάτη στους 16ο. Σ’ αυτό το σύγχρονο προλεταριάτο, που επιβιώνει οριακά με μόνιμη απειλή την απόλυση, αναφέρεται η γαλλική ταινία «Ανάμεσα σε δύο κόσμους», του σκηνοθέτη και συγγραφέα Εμανουέλ Καρέρ, που πρόσφατα βραβεύτηκε στο 22ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου.

Προκειμένου να συλλέξει στοιχεία για το νέο της βιβλίο για τις καθαρίστριες, η αναγνωρισμένη πενηντάρα συγγραφέας Μαριάν (Ζυλιέτ Μπινός) εγκαταλείπει το Παρίσι και καταφεύγει με αλλαγμένη ταυτότητα στην παραθαλάσσια γαλλική πόλη Ουιστρεάμ, επίνειο και εμπορικό λιμάνι της Καν στη Μάγχη, όπου πιάνει δουλειά ως καθαρίστρια, για να βιώσει τις σκληρές, εργασιακές συνθήκες του επαγγέλματος. Δηλώνοντας διαζευγμένη άνεργη, έρχεται σε επαφή με ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα λαϊκών ανειδίκευτων γυναικών κάθε ηλικίας, που αναγκάζονται να βιοποριστούν ως καθαρίστριες, στις τοπικές γραμμές των φέριμποτ που διασχίζουν τη Μάγχη. Μια ιδιαίτερα κοπιαστική δουλειά, καθώς μόλις σε μιάμιση ώρα, πριν σαλπάρει το πλοίο, πρέπει να καθαρίσουν τους χώρους και να αλλάξουν σεντόνια στις πολυάριθμες κουκέτες, με μέσο όρο ενασχόλησης για κάθε καμπίνα τα τέσσερα λεπτά. Η Μαριάν μαθαίνει να καθαρίζει τουαλέτες και να στρώνει κρεβάτια στο άψε-σβήσε, κρύβοντας την πραγματική της ταυτότητα και το λόγο που βρίσκεται εκεί, ευελπιστώντας πως έτσι θα καταφέρει να αναδείξει πληρέστερα ένα αόρατο σύγχρονο κακοπληρωμένο προλεταριάτο, στο περιθώριο της γαλλικής κοινωνίας. Δεν αναλογίζεται ωστόσο την αμφιλεγόμενη ηθική διάσταση, όταν πλησιάζει ως φίλη ανθρώπους που της ανοίγουν το σπίτι, την καρδιά τους και μοιράζονται μαζί της προσωπικές ιστορίες. Η Μαριάν συνδέεται με την τριανταπεντάχρονη καθαρίστρια Κριστέλ (Ελέν Λαμπέρ), διαζευγμένη μητέρα τριών αγοριών, στο πρόσωπο της οποίας βρίσκει τον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα του βιβλίου της.

Αποτυπώνοντας σε πρώτο πλάνο τις σκληρές εργασιακές συνθήκες και τον τρόπο διαβίωσης των χαμηλόμισθων και ανασφάλιστων εργαζόμενων, αναδεικνύεται το πορτρέτο του σύγχρονου προλεταριάτου, που προσπαθεί να αντισταθμίσει κακό βιοτικό επίπεδο, ελάχιστο ελεύθερο χρόνο, σωματική κόπωση και ψυχολογική ανασφάλεια, μέσα από δυνατές φιλίες, απαραίτητες σε ένα εχθρικό εργασιακό περιβάλλον. Στα πλαίσια του ανθρωποκεντρικού ρεαλισμού, πλάι στην απολαυστική ερμηνεία μιας αφτιασίδωτης Μπινός, τοποθετούνται μη επαγγελματίες ηθοποιοί, που υποδύονται τη δική τους καθημερινότητα, όπως η ανερχόμενη Λαμπέρ, που κλέβει την παράσταση, ενσαρκώνοντας με γνησιότητα την οργισμένη Κριστέλ, που τα λέει όλα έξω από τα δόντια.

Μεταφέροντας το μυθιστόρημα της Φλοράνς Ομπενά στο σινεμά, ο Καρέρ ξετυλίγει σκέψεις και κίνητρα της πρωταγωνίστριας, μέσα από μια εκτός κάδρου αφήγηση, που αποκαλύπτει την απελπιστική οικονομική κατάσταση των σύγχρονων προλετάριων. Η εικόνα της Μαριάν που πληκτρολογεί στον υπολογιστή, ανατρέχοντας στις σημειώσεις της, συνοδεύεται από αυτές τις εκτός κάδρου σκέψεις σε πρώτο πρόσωπο, όπου υπολογίζονται με αριθμητική ακρίβεια και τα τελευταία ψιλά στο τέλος του μήνα, σε έναν αγώνα δρόμου να πληρωθούν όλα οριακά, δίχως να χωράει οτιδήποτε περιττό, όπως η διασκέδαση. Αποκαλυπτικές είναι και οι εκτός κάδρου καταιγιστικές περιγραφές της εξουθενωτικής εργασίας στο φέριμποτ, με χέρια που τρέμουν και πόνο που την ξυπνάει τη νύχτα.

Εκτός από το καλογραμμένο σενάριο, που επεξηγεί στην πράξη, τι σημαίνει «επισφαλής εργασία», ο σκηνοθετικός ρεαλισμός του Καρέρ εδράζει στο ανθρωποκεντρικό κοινωνικοπολιτικό σινεμά του Κεν Λόουτς. Επιχειρώντας να αναδείξει με απτό τρόπο την άγρια εργασιακή συνθήκη, ώστε να αφυπνίσει τον θεατή, ο Καρέρ χτίζει δυνατές σχέσεις των χαρακτήρων, προτάσσοντας τη μαρξιστική παράδοση της αλληλεγγύης στο περιθώριο, ως σημαντικό ανάχωμα στο πολιτικό αδιέξοδο. Η Μαριάν τα βγάζει πέρα με δανεικό αυτοκίνητο που της παραχώρησε φιλικό ζευγάρι, πηγαινοφέρνοντας άλλες δυο συναδέλφισσες, ενώ οι σκηνές αποσυμπίεσης με χιουμοριστικά στιγμιότυπα στο μπόουλινγκ ή στην αποχαιρετιστήρια γιορτή μιας συναδέλφου, αναδύουν ανθρωπιά και πιστοποιούν την ένταξη της Μαριάν σε αυτό τον λαϊκό περίγυρο. Αντίστοιχα, ενυπάρχουν στιγμές συγκίνησης και νοσταλγίας, όπως ο χορός της Ζυστίν στο δρόμο, καθώς απομακρύνεται το λεωφορείο με τους συναδέλφους της, ενώ Μαριάν και Κριστέλ απεικονίζονται μέσα στο ίδιο μακρινό κάδρο, να καπνίζουν μαζί, σε διπλανά παράθυρα, σφραγίζοντας την απαρχή μιας φιλίας. Ενίοτε, η γρήγορη εναλλαγή κοφτών απανωτών πλάνων εκφράζει την ταχύτητα διεξαγωγής της «επιχείρησης κομάντο», όπως χαρακτηρίζουν τη δουλειά στο φέριμποτ.

Το μινιμαλιστικό στυλ της ορχηστρικής μουσικής που συνέθεσε ο Ματιέ Λαμπολέ, με γρήγορες ανιούσες και κατιούσες κλίμακες, θυμίζοντας Γκλας, αρχικά συνδυάζεται με τις ενδιάμεσες σκηνές μετάβασης, με όψεις της νυχτερινής Καν, ενώ στη συνέχεια ακούγεται και με την εκτός κάδρου αφήγηση των σημειώσεων της πρωταγωνίστριας. Η αυξανόμενη χρήση μουσικής υποδεικνύει το σημείο απ’ το οποίο η πρωταγωνίστρια εμπλέκεται ολοένα και περισσότερο συναισθηματικά με τους χαρακτήρες που συναντά, ενώ μουσική επικρατεί και στις χαρούμενες σκηνές με τα παιδιά της Κριστέλ στην παραλία. Η αποσπασματική χρήση της μουσικής υπογραμμίζει κρίσιμες σκέψεις της Μαριάν, ενώ συνοδεύει και καθημερινές σκηνές, δίχως λόγια, εκφράζοντας με τη ρυθμική επαναληπτικότητα στα κοφτά πλάνα μετά τη δουλειά, το αίσθημα εξουθένωσης.

Στον αντίποδα, η μετάβαση από το πλάνο νυχτερινής παραλίας, στον πίνακα αφηρημένης τέχνης πάνω από το κρεβάτι του ετοιμοθάνατου πατέρα της περίλυπης Μαριάν, εκτυλίσσεται σε απόλυτη ησυχία, όπως ακριβώς και το μεγαλύτερο μέρος μιας ταινίας που οι διάλογοι φέρουν το ταξικό σημαινόμενο.

Στα υποχρεωτικά σεμινάρια εκπαίδευσης, πλάνα για την εκμάθηση χειρισμού του «θηρίου», της αυτόματης μηχανής καθαρισμού, ανακαλούν την ελληνική ταινία «Η δουλειά της», (2018/Νίκος Λαμπό), παρότι ο Καρέρ ενδιαφέρεται να αποδώσει έναν ολόκληρο μικρόκοσμο, δίχως να επικεντρώνεται μονάχα στη χειραφέτηση της ηρωίδας.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και η επιλογή διπρόσωπου πρωταγωνιστικού χαρακτήρα, γεμάτου αμφισημίες. Η Μαριάν επιχειρεί κάτι αρκετά τολμηρό, με δεδομένο πως στο τέλος θα ξεφύγει από αυτή τη μοίρα, όπως τόνισε και η κοινωνική λειτουργός που την αναγνώρισε, κάτι αδιανόητο για όλους τους υπόλοιπους. Παράλληλα, η ανάδειξη πως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» φορτίζει τη διαλεκτική διάσταση μιας ταινίας που προτιμάει να αμφισβητήσει εγείροντας ερωτήματα, παρά να δώσει μονοδιάστατες απαντήσεις.

Το αθέατο Παρίσι των διανοούμενων –περίγυρος της Μαριάν- βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το αυθεντικό προλεταριάτο στην Καν, με την πρωταγωνίστρια στο μεταίχμιο δύο κόσμων, όπως αναφέρει και ο ελληνικός τίτλος. Αυτή η ταξική αντίφαση διαπερνά ολόκληρη την ταινία και θολώνει μονάχα στη σκηνή, που η Μαριάν με άλλες δύο καθαρίστριες δεν πρόλαβαν να αποβιβαστούν και βρέθηκαν εν πλω, κρυμμένες σε μια καμπίνα πρώτης θέσης, να μοιράζονται στιγμές ανεμελιάς μεταξύ Γαλλίας-Αγγλίας, πάλι ανάμεσα σε δύο κόσμους. Δεν είναι τυχαίο που η σχεδόν εφικτή φιλία τους πραγματοποιείται σε ένα ά-τοπο μέρος, μια εύθραυστη ονειρική συνθήκη, εκτός πραγματικότητας. Έτσι, η ουτοπική ταξική συμφιλίωση συμβαίνει στο συνοριακό μεταίχμιο και στη θάλασσα, δίχως να μπορεί να στεριώσει πουθενά. Και κάπου εκεί, πέφτουν οι μάσκες, καταλήγοντας στην πικρή φράση που κλείνει εύστοχα την ταινία «καθένας στη θέση του, λοιπόν». 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή, θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]

INFO

  • Ο κινηματογράφος STUDIO διοργανώνει την Κυριακή 29/05/2022 αφιέρωμα στη μνήμη του σπουδαίου δημιουργού Ροβήρου Μανθούλη, προβάλλοντας με ελεύθερη είσοδο, τρεις δημιουργίες του, «Ρίζες: Γιάννης Ρίτσος» (1985/52΄), «Κούβα: Η μουσική και η ζωή» (1979/52΄), «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια» (1972/85΄), καθώς και δύο ντοκιμαντέρ για το έργο του, «Ροβήρος Μανθούλης, ο άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή» (2007/Κώστα Μαχαίρα) και «Ο αθέατος σκηνοθέτης» (2011/Νίκου Θεοδοσίου), ενώ εκλεκτοί καλεσμένοι θα παρουσιάσουν δύο βιβλία του Μανθούλη.
  • Στις 3 αίθουσες (θερινή και δύο κλειστές) της Ταινιοθήκης της Ελλάδος διοργανώνεται το 12ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ (26/5-15/6/2022), με 110 ταινίες, αφιερώματα και συζητήσεις με προσκεκλημένους σκηνοθέτες. Μέρος του προγράμματος θα παρουσιαστεί και διαδικτυακά (tainiothiki.gr). Πρόγραμμα: www.tainiothiki.gr/docs/12th-aagff-screening-schedule.pdf. Κατάλογος: www.tainiothiki.gr/docs/entypo-protoporiakos-2022.pdf
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!