Πριν μία εβδομάδα, τα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ αναφέρονταν σε συνέντευξη που έδωσε την περασμένη Πέμπτη στην εφημερίδα Die Zeit η πρώην Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ. Σε όλα αυτά τα άρθρα, οι τίτλοι ήταν πανομοιότυποι: «Η Μέρκελ παραδέχεται αποτυχίες στην πολιτική της έναντι της Ρωσίας». Και σχεδόν όλα ξεκινούσαν με την ίδια φράση της πρώην καγκελαρίου: «Έπρεπε να είχαμε αντιδράσει πιο γρήγορα απέναντι στην επιθετικότητα της Ρωσίας». Η παρουσίαση της συνέντευξης της Μέρκελ με σχεδόν ταυτόσημα κείμενα (τουλάχιστον από τα ελληνικά ΜΜΕ) εξηγείται από το γεγονός ότι η δημοσιογραφία έχει αντικατασταθεί από… copy-paste μετάφραση αποδελτιώσεων των μεγάλων Δυτικών ειδησεογραφικών πρακτορείων, κυρίως του Associated Press.
Ακριβώς αυτή η συνήθεια, όμως, εξηγεί και το γιατί παρέλειψαν το πιο ενδιαφέρον, ίσως, απόσπασμα της συνέντευξης της Μέρκελ – που αφότου «συνταξιοδοτήθηκε» μιλά σπάνια, και γι’ αυτό όσα λέει συγκεντρώνουν την προσοχή αναλυτών και μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Τι είπε λοιπόν η πρώην Γερμανίδα καγκελάριος που θεωρήθηκε καλό να αποσιωπηθεί, ή τουλάχιστον να υποβαθμιστεί, στις Δυτικές αποδελτιώσεις; Προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό της ενώπιον της γερμανικής κοινής γνώμης, εξήγησε ότι έκανε ό,τι μπορούσε για να βοηθήσει την Ουκρανία: «H συμφωνία του Μινσκ του 2014 ήταν μια προσπάθεια να δοθεί χρόνος στην Ουκρανία. Και η Ουκρανία χρησιμοποίησε αυτόν τον χρόνο για να γίνει ισχυρότερη, όπως μπορείτε να δείτε σήμερα… Ο Πούτιν θα μπορούσε εύκολα να είχε καταλάβει την Ουκρανία στις αρχές του 2015. Και αμφιβάλλω πολύ ότι οι χώρες του ΝΑΤΟ θα μπορούσαν να είχαν κάνει τότε όσα κάνουν τώρα για να τη βοηθήσουν».
«Μια πρώην καγκελάριος δεν θα έπρεπε να πει κάτι τέτοιο…»
Δηλαδή η Μέρκελ παραδέχεται ότι, στην πραγματικότητα, η Γερμανία ξεγέλασε τους Ρώσους, πατρονάροντας μια συμφωνία που ποτέ δεν θα υλοποιούνταν, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος για τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, αλλά και για την προετοιμασία του ΝΑΤΟ να εμπλακεί ενεργητικά στη σύρραξη – κάτι για το οποίο πολλά μέλη του έδειχναν απρόθυμα πριν 7-8 χρόνια. Πρόκειται για μια παραδοχή που, σε άλλους καιρούς, θα προκαλούσε τρικυμία στις διεθνείς σχέσεις. Διότι η τότε επικεφαλής της ισχυρότερης ευρωπαϊκής δύναμης ουσιαστικά ομολογεί ότι η χώρα της προώθησε μια διεθνή συμφωνία μόνο και μόνο για να κατευνάσει προσωρινά τις ανησυχίες της Μόσχας, ωσότου η Δύση θεωρήσει ότι η ίδια και η Ουκρανία είναι έτοιμες για μια κατά μέτωπο σύγκρουση με τη Ρωσία.
Εδώ αξίζει να θυμηθούμε ότι η συμφωνία του Μινσκ προέβλεπε μεταξύ άλλων συνταγματική μεταρρύθμιση στην Ουκρανία, και παραχώρηση αυτονομίας στο ρωσόφωνο Ντονμπάς. Κάτι που βέβαια δεν εφαρμόστηκε (άλλωστε ο «λαγός» Ζελένσκι το είχε δηλώσει εξαρχής…), με αποτέλεσμα την κλιμάκωση της σύγκρουσης και χιλιάδες νεκρούς, κυρίως άμαχους ρωσόφωνους, ώσπου τον περασμένο Φεβρουάριο εκδηλώθηκε η ρωσική εισβολή. Σε όλο αυτό το διάστημα, ή ακόμη και μετά τη ρωσική εισβολή, οι Δυτικοί ηγέτες –με πρώτο τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν– διακήρυτταν ότι η εν λόγω συμφωνία αποτελεί τη μοναδική βάση «δίκαιης επίλυσης» της σύγκρουσης και καλούσαν τη… Ρωσία να τη σεβαστεί! Ένα από τα λίγα Δυτικά ΜΜΕ που σχολίασαν την ομολογία της Μέρκελ (η οποία «αδειάζει» και τη Γαλλία), το γαλλικό περιοδικό Marianne, τα λέει όλα στην πρώτη κιόλας φράση του σχετικού άρθρου του: «Μια πρώην καγκελάριος δεν θα έπρεπε να πει κάτι τέτοιο…».
Η απόπειρα της Μέρκελ να δικαιολογηθεί στα μάτια των Γερμανών για την «ολιγωρία» της έναντι του Πούτιν αποκάλυψε στα μάτια των λοιπών Ευρωπαίων (ή τουλάχιστον όσων δεν αρκούνται στις αποδελτιώσεις των Δυτικών ειδησεογραφικών πρακτορείων…) τον ακραίο κυνισμό των ηγετών της Ε.Ε.
Ηθικό (ή ανήθικο;) δίδαγμα
Όμως έχει μικρή πλέον σημασία αυτή καθαυτή η απόπειρα χειραγώγησης της κοινής γνώμης από το πολιτικό προσωπικό και τα ΜΜΕ της Ευρώπης. Η απόπειρα της Μέρκελ να δικαιολογηθεί στα μάτια των Γερμανών για την «ολιγωρία» της έναντι του Πούτιν αποκάλυψε στα μάτια των λοιπών Ευρωπαίων (ή τουλάχιστον όσων δεν αρκούνται στις αποδελτιώσεις των Δυτικών ειδησεογραφικών πρακτορείων …) τον ακραίο κυνισμό των ηγετών της Ε.Ε., οι οποίοι συνέβαλαν αποφασιστικά στην υποδαύλιση της ρωσικής επιθετικότητας σαμποτάροντας συνειδητά τις συμφωνίες που υπέγραψαν – με στόχο, υποτίθεται, να υπάρξει μια συμβιβαστική λύση και να αποφευχθεί η περαιτέρω αιματοχυσία. Άλλα έλεγαν και υπέγραφαν, άλλα σχεδίαζαν και έπρατταν. Φυσικά, δεν θα έπρεπε να πέφτουμε από τα σύννεφα…
Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι να άγεται και να φέρεται η (διαλυμένη) «ευρωπαϊκή οικογένεια» από τους σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον. Η οποία διόλου δεν αγχώνεται με την προοπτική να μπουρλοτιάσει ολόκληρη η Ευρώπη, και οπωσδήποτε να ζήσουν οι πολίτες της τον πιο μαύρο χειμώνα των τελευταίων δεκαετιών, πιθανά στερούμενοι ακόμη και βασικά αγαθά. Η φτώχεια (διατροφική, ενεργειακή και… κλασική) έχει νονά την κάθε Μέρκελ, που –στην καλύτερη περίπτωση– δικαιολογείται πολιτικάντικα. Στη χειρότερη, προφανώς σηκώνοντας τα χέρια ψηλά μπροστά στην αδυναμία της Ε.Ε. να ασκήσει μια στοιχειωδώς αυτόνομη πολιτική η οποία θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολιτών της κι όχι των Μεγάλων που αρπάζονται για τη διεθνή ηγεμονία, η Μέρκελ και οι όμοιοί της (ιδίως οι πολιτικά «νάνοι» που παριστάνουν σήμερα ότι κυβερνούν το ρημαγμένο ευρωπαϊκό καράβι) είναι καραμπινάτοι συνένοχοι στο μακελειό.
Η ρωσική ηγεσία κάνει πάρτι
Όπως ήταν αναμενόμενο, η συνέντευξη της Μέρκελ αντιμετωπίστηκε από το Κρεμλίνο ως η μεγαλύτερη ως τώρα ευκαιρία για να καταδειχθούν οι κακές προθέσεις και η αναξιοπιστία της Δύσης. Ο ίδιος ο Πούτιν, μιλώντας αυτήν την εβδομάδα στη σύνοδο της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (που πραγματοποιήθηκε στην Μπισκέκ, πρωτεύουσα της Κιργιζίας – βλ. φωτογραφία), δήλωσε: «Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα να ακούσω κάτι τέτοιο από την πρώην καγκελάριο. Είναι απογοητευτικό. Μου ήταν πάντα σαφές ότι η Γερμανία υποστηρίζει την Ουκρανία, αλλά υπέθετα ότι η γερμανική ηγεσία επιχειρούσε ειλικρινά να βρει μια λύση βασισμένη στις αρχές που είχαμε συνομολογήσει, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο των συμφωνιών του Μινσκ».
Είχε προηγηθεί η Μαρία Ζαχάροβα, εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ: «Αυτή είναι μια παραδοχή που για πρώτη φορά ίσως γίνεται με τέτοια σαφήνεια. Ναι, το καθεστώς του Κιέβου διαρκώς επαναλάμβανε ότι δεν θα εφαρμόσει τις συμφωνίες του Μινσκ. Αλλά η Δύση, οι χώρες και οι ηγέτες που άμεσα πήραν μέρος στη σύναψή τους, ποτέ δεν το είχαν ομολογήσει τόσο καθαρά». Και πρόσθεσε: «Σήμερα πολλά ακούγονται για διεθνή δικαστήρια και τα τοιαύτα. Είναι, ωστόσο, όσα είπε η Μέρκελ στη συνέντευξή της που ισοδυναμούν με πρόσκληση για σύσταση δικαστηρίου, αφού δηλώνει ευθέως ότι όλα όσα έγιναν το 2014 και το 2015 είχαν μόνο έναν στόχο: να αποσπάσουν την προσοχή της παγκόσμιας κοινότητας από τα πραγματικά προβλήματα, να κερδίσουν χρόνο, να εξοπλίσουν το καθεστώς του Κιέβου και να οδηγήσουν την κατάσταση σε μια σύγκρουση μεγάλης κλίμακας».
Τη σκυτάλη πήρε ο Βιάτσεσλαβ Βολόντιν, πρόεδρος της ρωσικής Δούμας: «Η Γερμανία και η Γαλλία συμμετείχαν στη σύναψη των συμφωνιών του Μινσκ. Αλλά, όπως είπε η Μέρκελ, δεν σκόπευαν να τις υλοποιήσουν. Στόχος ήταν να δοθεί χρόνος στην Ουκρανία για τη στρατιωτικοποίησή της. Η προσχεδιασμένη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλήφθηκαν ως αποτέλεσμα της υπογραφής μιας διεθνούς συμφωνίας δεν αποτελεί μόνο απώλεια εμπιστοσύνης, αλλά και έγκλημα, για το οποίο οι υπογράφοντες τις συμφωνίες του Μινσκ, οι Μέρκελ, Ολάντ και Ποροσένκο, πρέπει να λογοδοτήσουν. Μετά την ομολογία της Μέρκελ, η Γερμανία και η Γαλλία φέρουν ηθική και υλική ευθύνη για ό,τι συμβαίνει στην Ουκρανία. Θα πρέπει να καταβάλουν αποζημίωση στους κατοίκους του Ντονμπάς για 8 χρόνια γενοκτονίας και ζημιών».
Ήρθε η σειρά και των υπόλοιπων…
Το ουκρανικό καθεστώς, με επικεφαλής τον μέγα δημοκράτη Ζελένσκι, έχει ήδη θέσει εκτός νόμου ή φυλακίσει όλους τους πολιτικούς αντιπάλους του (από τους ελάχιστους εναπομείναντες αριστερούς και δημοκράτες, έως τους ολιγάρχες που υποστήριζαν άλλους επίδοξους ηγέτες της Ουκρανίας), καθώς και όσους συνεργάτες του δεν ακολουθούσαν τυφλά τις εντολές του. Οπότε τώρα στρέφεται εναντίον θεσμών και οργανισμών που υποτίθεται ότι είναι στο απυρόβλητο – έστω και τύποις. Πρώτο θύμα, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία υπάγεται στο Πατριαρχείο της Μόσχας, και ήδη από τα τέλη του 2018 έχει υποστεί σχίσμα με τις ευλογίες του Κιέβου, της Κωνσταντινούπολης κ.ά.
Λίγο μετά τη ρωσική εισβολή, την οποία καταδίκασε απερίφραστα εξαρχής, η εν λόγω Εκκλησία διακήρυξε την «πλήρη ανεξαρτησία και αυτονομία της» από τη Μόσχα. Αυτό όμως δεν την έσωσε: τις τελευταίες εβδομάδες οι ουκρανικές αρχές ενέτειναν την πίεση, ανακρίνοντας υψηλόβαθμα στελέχη της και εισβάλλοντας σε μονές και ναούς, υπό το πρόσχημα ότι εκεί κρύβονται Ρώσοι κατάσκοποι. Κατάσκοποι δεν βρέθηκαν, αλλά ανακαλύφθηκαν, λέει, φυλλάδια «που αρνούνται την ύπαρξη γηγενούς ουκρανικού πληθυσμού» κ.λπ. – ή τουλάχιστον έτσι διαβεβαιώνει η… λίαν αξιόπιστη ουκρανική μυστική υπηρεσία SBU. Με βάση αυτά τα «ευρήματα», ο Ζελένσκι διακήρυξε ότι διά νόμου «θα καταστήσει αδύνατο σε θρησκευτικές οργανώσεις που διατηρούν δεσμούς με κέντρα επιρροής στη Ρωσική Ομοσπονδία να λειτουργούν στο ουκρανικό έδαφος». Με άλλα λόγια, ότι θα θέσει (και) την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός νόμου!
Την Τετάρτη η SBU εισέβαλε εκ νέου σε 19 μονές και ναούς της εν λόγω Εκκλησίας, ανακοινώνοντας ότι αποφασίστηκε να εφαρμοστούν «μέτρα αντικατασκοπείας» στους συγκεκριμένους τόπους λατρείας. Κανείς δεν ξέρει τι σημαίνει ο όρος, πέρα από τις «συνήθεις» πλέον ανακρίσεις και συλλήψεις μοναχών και ιερέων ύποπτων για συμπάθεια προς τη Ρωσία, και τον εκφοβισμό των πιστών ώστε να στραφούν στην «εγκεκριμένη» από το καθεστώς Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας. Το σίγουρο είναι ότι ένα από τα θεμέλια των Δυτικών «αξιών», η θρησκευτική ελευθερία, έχει πάει προ πολλού περίπατο.
Μετά την εκκλησία, ήρθε η σειρά των ουκρανικών ΜΜΕ. Αν και είναι ήδη ασφυκτικά ελεγχόμενα, λογοκριμένα, και αυτολογοκριμένα, την Τρίτη η ουκρανική βουλή έδωσε στο λεγόμενο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης –που βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχο της προεδρικής εξουσίας– τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, να κλείνει διαδικτυακά ΜΜΕ για ένα μήνα χωρίς δικαστική απόφαση! Και μάλιστα αυτό γίνεται, σύμφωνα με το εν λόγω Συμβούλιο, για να… εναρμονιστεί η ουκρανική νομοθεσία με την ευρωπαϊκή.
Ήδη πριν τη ρωσική εισβολή, και χωρίς καμιά δικαστική απόφαση, ο Ζελένσκι είχε διατάξει το κλείσιμο τηλεοπτικών σταθμών και άλλων μη απόλυτα ευθυγραμμισμένων ΜΜΕ. Τώρα η δικτατορικού τύπου αυθαιρεσία επισημοποιείται με νόμο. Και φυσικά ουδείς Δυτικός, εκ των επιλεκτικά ευαίσθητων για την ελευθερία έκφρασης, δεν ανησυχεί. Αν όλα αυτά τα είχε διαπράξει κάποιος άλλος, ποιος θα είχε δει τον Θεό και δεν θα τον είχε φοβηθεί… Όμως εδώ μιλάμε για τον πιο γενναίο ιππότη της Δύσης, οπότε χαλάλι.