Του Μάρκου Δεληγιάννη. Οδοιπορήσαμε πολύ στ’ αλήθεια, άλλοτε μέσα στη στέγνια της ερήμου, κάτω απ’ του ήλιου το αμείλικτο κυνηγητό, πάντα προσβλέποντας στης όασης την ψευδαίσθηση, άλλοτε πάλι, κάτω απ’ το φως το ασημί της σελήνης, πλάι σε ακρογιάλια χιλιοκαθαρισμένα απ’ της θάλασσας το χάδι, πλάι σε νερά ασάλευτα που κοντά τους μας καλούσανε.

Χαράξαμε πορείες σε χάρτες με λάθος συντεταγμένες. Πορευτήκαμε με πυξίδες που δεν έδειχναν μ’ ευκρίνεια ποιος είναι ο βοριάς, ποιος είναι ο νοτιάς. Πλανηθήκαμε σε στέρφα χωράφια. Κι όμως ήταν τόσο συναρπαστικό το ταξίδι. Πόσα τραγούδια δεν γράψαμε για τους συντρόφους που ο δρόμος κατάπιε; Μα και για τους άλλους, που η ακατάλυτη φλόγα, της βροντής η ακολουθία, κατάκαψε; Πόσες θύμησες δεν κάναμε γι’ αυτούς, που άγνωστοι σβήσθηκαν στης γειτονιάς την ανωνυμία, χωρίς ούτε ένα μνημόσυνο η Ιστορία να κάνει;
Πάντα σκόρπιοι προχωρούσαμε και η Ιθάκη φάνταζε απόμακρη. Ίσως νάφταιγε το μπόι μας που ποτέ σωστά δεν το μετρήσαμε. Πάντα ο ίσκιος μας επηρέαζε καθώς πλάγιαζε στου δρόμου το κατάστρωμα. Το όνειρο κι η πραγματικότητα έγιναν μέλη μιας φανταστικής ισότητας. Κι όμως, συνεχίσαμε. Και φθάσαμε έως εδώ, στην ευρυχωρία του σταδίου, στην ηχηρότητα των μεγαφώνων, στων διαδρόμων την απλοχωριά. Είδαμε με μάτια έκπληκτα πως όλοι χωράμε στην άπλα της αρένας. Καθίσαμε στο ίδιο τραπέζι, φίλοι παλιοί, αγωνιστές στο ίδιο μετερίζι, παραμερίσαμε των ατελεύτητων λόγων τα αδιέξοδα και χτίσαμε, οικοδόμημα μοναδικό, την Ενότητα! Την είπαμε: Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς. Πρωτοτυπήσαμε. Το εγχείρημα πέτυχε.
Η Αριστερά ορθώνει σήμερα τ’ ανάστημά της. Διεκδικεί κυβέρνηση. Συσπειρώνει τους κατατρεγμένους. Η αρχή μιας νέας πορείας αχνοφαίνεται στου ορίζοντα το βάθος. Αλλ’ όμως, κάποιος τα γκέμια αυτού του αράπικου αλόγου σκόπιμα κρατάει. Δεν το αφήνει στο στίβο να ξεχυθεί ακάθεκτο. Τούτες τις ώρες που ο άθλιος θίασος έτοιμος είναι και πάλι, το ίδιο κακογραμμένο έργο να μας παρουσιάσει, με τον ίδιο ατάλαντο σκηνοθέτη και με τους ίδιους πανάσχημους ηθοποιούς, με σκοπό, η αλήθεια και πάλι εκτός νόμου να τεθεί, εμείς χαθήκαμε στο δάσος της ανούσιας φλυαρίας. Μας έπνιξαν οι άηχες λέξεις. Τούτες τις κρίσιμες στιγμές, που τα διεθνή εκτροφεία υαινών επιτίθενται απροκάλυπτα ενάντια σε ό,τι έχει μείνει όρθιο σ’ αυτό τον τόπο, τότε, ξαφνικά, βαθυστόχαστοι σύντροφοι, έκαναν περισπούδαστη ανάλυση. Είπαν πως για όλα αυτά, φταίει η γερασμένη σάρκα αυτών που κτίσανε τις συνιστώσες. Έτσι βάφτισαν τα καινούργια πρωινά που ονειρευτήκαμε. Για το χάλι το κακό μας, εκτός απ’ το ριζικό μας που είναι πικρό, φταίνε του ΣΥΡΙΖΑ οι συνιστώσες. Καιρός να διαλυθείτε! Το έργο που προσφέρατε κανείς δεν το υποτιμάει. Άλλωστε σκοπό έχουμε και μνημείο να σας φτιάξουμε. Αν κυβέρνηση γίνουμε, διαγωνισμό ευθύς θα προκηρύξουμε, λαμπρό άγαλμα, στη μνήμη σας, να φιλοτεχνηθεί.
Περίεργο! Και οι υπηρέτες της πιο αντιδραστικής πολιτικής ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ στο στόχαστρο κι αυτοί τις συνιστώσες έχουν. Και πολύ σωστά. Γιατί αυτές αποτελούν την πραγματική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ. Κράτησαν υψηλά τη σημαία της Αριστεράς όλα αυτά τα χρόνια.
Καθώς αγώνας δρόμου διεξάγεται, ποιος τον πολίτη περισσότερο θα εκφοβίσει, ποιος θα φανεί περισσότερο κυνικός, εμείς βρεθήκαμε, εδώ σε τούτο το πρώτο συνέδριο, που φιλοδοξούσε το καινούργιο να γεννήσει. Όμως, πως έγινε πάλι και πλήθη χειροκροτητών, διορισμένων οιωνοσκόπων και αστρονόμων να περιστοιχίζουν τον αρχηγό και το επιτελείο του; Κραυγές ενθουσιασμού απ’ τις κερκίδες και την πλατεία ν’ αποθεώνουν τους ρήτορες: Καιρός να πάψουν πια οι γερασμένοι γραφειοκράτες να παριστάνουν τους επαναστάτες. Διαλυθείτε, επιτέλους. Η αριστοκρατία η κομματική να εκλείψει. Τους αρχηγούς εμείς θ’ αναδείξουμε, ωρύονταν, εδώ στις συνελεύσεις, χωρίς μυστικά συμπόσια και δολοπλοκίες.
Κοιταχτήκαμε αναμεταξύ μας. Αλήθεια! Είχαμε τέτοια εξουσία στα χέρια μας και δεν το γνωρίζαμε; Έκπληκτοι αναρωτηθήκαμε, ποιοι πονηροί παρατρεχάμενοι κανακεύουν τους καινούργιους ηγέτες, τους ετοιμάζουν νέες φορεσιές; Ενεοί, παρακολουθήσαμε τους θεατές να αποθεώνουν, να χειροκροτούν ακατάπαυστα και πάλι του συνδικάτου τον πρώην γραμματέα, καθώς έτοιμος ήταν, ψήφισμα ομόφωνο στη γραμματεία να καταθέσει.
Φίλοι μου, σάλπιγγες, τραγούδια και λόγοι ατελεύτητοι, πάντα την κρύα σιωπή μου προετοιμάζουν. Πόσες φορές περάσαμε μαζί ερημιές και φόβους και αγωνίες. Δεν καταθέσαμε τα όπλα. Πάντα ατενίζαμε τη λεύτερη θάλασσα που λαμποκοπούσε. Όμως, σήμερα, όλα πρέπει να τα βολέψουμε. Ο καθένας με το μερτικό που του αναλογεί.
Κι αν, σύντροφε, έρθει εκείνη η στιγμή «ώρα μεσάνυχτα» η ζωή να μας ανακοινώσει πως ήρθε η στιγμή την Αλεξάνδρεια ν’ αποχαιρετήσουμε, χωρίς «μάταιες ελπίδες» εμείς θα πούμε το «αντίο», γιατί τη χαρήκαμε, την τιμήσαμε. Η Iστορία αγρυπνεί.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!