Συμπληρώνονται 50 χρόνια από την αντιδικτατορική και αντιιμπεριαλιστική εξέγερση του Πολυτεχνείου – τον ξεσηκωμό της νεολαίας αλλά και ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων που ανέτρεψε τα σχέδια της χούντας και των Αμερικάνων πατρώνων της για ελεγχόμενο «εκδημοκρατισμό» και επέτεινε την κρίση στο εσωτερικό της. Τον ξεσηκωμό που σφράγισε τρεις γενιές ως μία σύγχρονη έκφραση ανάτασης της, κατά Σβορώνο, αντιστασιακής φύσης του ελληνισμού. Τον ξεσηκωμό που το παράδειγμά του, ακόμα και στρεβλωμένο με κατοπινές «προσαρμογές» της πραγματικότητας από όσους προσπάθησαν τότε μέχρι την τελευταία στιγμή να τον αποτρέψουν, επιβιώνει μέχρι σήμερα στα μυαλά και τις καρδιές πολλών ανθρώπων.
Το ξέσπασμα της νεολαίας από τις 14 Νοεμβρίου 1973, όταν «350 οργανωμένοι πράκτορες της ΚΥΠ» (αυτοί οι αισχροί χαρακτηρισμοί θα μείνουν αιώνιο στίγμα για το ΚΚΕ) καταλαμβάνουν το κτίριο του Πολυτεχνείου και το μετατρέπουν σε κέντρο αγώνα, έσπασε οριστικά την απογοήτευση που κυριαρχούσε μετά την εύκολη επικράτηση του πραξικοπήματος του 1967. Η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης και η επιβολή ενός ακόμα σκληρότερου δικτατορικού καθεστώτος δεν κατάφεραν να κάνουν να ξεχαστεί εκείνη η «τρέλα». Μετά την πτώση της εθνοπροδοτικής χούντας, ο κληροδοτημένος από το Πολυτεχνείο λαϊκός ριζοσπαστισμός και αντιαμερικανισμός σημάδεψε την πολιτική και κοινωνική ζωή στην Ελλάδα, όσο κι αν και επιχειρήθηκε να «απαλλοτριωθεί» από την επίσημη αριστερά.
Σε αυτό το σπουδαίο γεγονός της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας θα είναι αφιερωμένο μεγάλο μέρος του επόμενου φύλλου του Δρόμου, που θα κυκλοφορήσει το Σάββατο 11 Νοεμβρίου. Στις σελίδες του μπορείτε καταρχήν να διαβάσετε μαρτυρίες που μια σειρά αγωνιστές της εποχής εκείνης έγραψαν ειδικά για την εφημερίδα μας. Μεταξύ αυτών, με αλφαβητική σειρά:
– Ο Διονύσης Μαυρογένης, φοιτητής της Φαρμακευτικής και μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της κατάληψης του Πολυτεχνείου, που ενώ κρυβόταν στα βουνά της Κρήτης καταγγέλθηκε ως «πράκτορας της Ασφάλειας» από το ΚΚΕ…
– Ο Δημήτρης Παπαχρήστος, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως «ο εκφωνητής του Πολυτεχνείου», και μέχρι σήμερα προσπαθεί να κρατήσει το φως άσβεστο στο καντήλι αυτών που έφυγαν.
– Ο Γιώργος Παυλάκης, φοιτητής Ιατρικής τότε, που είχε στήσει το ιατρείο της κατάληψης, και σήμερα είναι επικεφαλής του Τμήματος Ανθρωπίνων Ρετροϊών στο Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ.
– Ο γιατρός Βασίλης Ρώτας, εγγονός του ομώνυμου μεγάλου αντιστασιακού ποιητή, συγγραφέα και μεταφραστή, που συμμετείχε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου σαν μαθητής.
– Ο επίσης φοιτητής τότε Μίμης Χριστοφιλάκης, που είχε συλληφθεί στην πρώτη κατάληψη της Νομικής, βασανίστηκε άγρια και παρέμενε φυλακισμένος όταν ξέσπασε η εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Στο ίδιο αφιέρωμα θα δημοσιευθούν και μια σειρά ντοκουμέντα της εποχής, ορισμένα από τα οποία βγαίνουν στο φως για πρώτη φορά, καθώς και κείμενα αποτίμησης της ιστορικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Σαν πρόγευση, στο σημερινό φύλλο δημοσιεύουμε σύντομα αποσπάσματα από μαρτυρίες που μας έχουν ήδη παραδοθεί. Ραντεβού το επόμενο Σάββατο!
Διονύσης Μαυρογένης: Κομμάτια μιας πολυτάραχης ζωής
Στις 14 Νοέμβρη του 1973, ημέρα Τετάρτη, γίνεται συνέλευση στη Νομική. Μίλησαν αρκετοί, τέλειωσε την ομιλία της και η Ιωάννα Καρυστιάνη, εγώ ήμουν στα σκαλοπατάκια κρατώντας την ντουντούκα, και δίπλα μου ήτανε ο Λυγερός. Τότε έρχεται ο Γαβριήλ, ο οποίος είχε περάσει πριν από το Πολυτεχνείο, όπου γινότανε μια συνάντηση τοπογράφων, τίποτα ιδιαίτερο, και κλείνοντάς μας το μάτι λέει, «Σφάζουν τ’ αδέλφια μας στο Πολυτεχνείο». Τότε σταματάμε τη συνέλευση και βγήκαμε στους δρόμους. 350 άτομα κατεβαίνουμε την Σόλωνος, μπροστά είναι ο Νίκος ο Λιβέριος και ο Κουμάνταρος. Φτάνουμε στο Πολυτεχνείο και μπαίνουμε μέσα. Ο Λάμπρος ο Τσάνος, ένας μπρατσωμένος συμφοιτητής μας, βουτάει ένα νεράτζι και το πετάει απέναντι σε κάτι αστυνομικούς. Κόβουν κι αυτοί μερικά και ανταποδίδουν. Άρχισε να μαζεύεται κόσμος, κλείσαμε τις πόρτες, αυτό ήτανε….
Δημήτρης Παπαχρήστος: Εδώ Πολυτεχνείο
Δημιουργήσαμε τη συντονιστική επιτροπή με ανακλητούς εκπροσώπους. Η ανακοίνωση της συντονιστικής επιτροπής μιλούσε ενάντια στον ιμπεριαλισμό, το ΝΑΤΟ και τον καπιταλισμό. Μιλούσαμε για ελευθερία και δημοκρατία στην πατρίδα μας, που τελούσε υπό κατοχή των στρατοκρατών. Η ανακοίνωση της συνέλευσης των εργατών ήταν η προέκταση της δικής μας. Η συνέλευση των μαθητών που την είχαν κοπανήσει από τα σχολεία τους, ήταν ο δυναμίτης της ελπίδας μας. Το Πολυτεχνείο έγινε το κάστρο μας, αισθανθήκαμε ελεύθεροι πολιορκημένοι όπως στο Μεσολόγγι οι αγωνιστές του 1821, γι’ αυτό και η έξοδος μας έγινε με την είσοδο του τανκ. Στις δύο κολώνες της πύλης του Πολυτεχνείου τα συνθήματα είχαν γραφτεί από τα χέρια και το πινέλο του φοιτητή της Σχολής Καλών Τεχνών Γιάννη Καΐλη από το Δίστομο, που τον Φλεβάρη του 1974 τον δολοφόνησαν, παρουσιάζοντας το θάνατό του ως αυτοκτονία. Εκεί στα Εξάρχεια, στην οδό Δερβενίων…
Βασίλης Ρώτας: 17χρονος απ’ έξω…
Κυριακή πρωί, οι φήμες έλεγαν για διαδήλωση στην πλατεία Βικτωρίας ή στα Χαυτεία. Κατηφορίσαμε την Σταδίου 5-6 Παγκρατιώτες. Κοντά στην Ομόνοια μας σταμάτησαν χωροφύλακες που πυροβολούσαν στον αέρα. «Πάμε για το τρόλλεϋ», είπαμε βλακωδώς, αφού ήσαν όλα με σκασμένα λάστιχα. «Γυρίστε πίσω γ… το σταυρό σας», και μας πήγαν ως την Κλαυθμώνος. Εκεί είχε έργα, και μας κόλλησαν στο διαφημιστικό ταμπλό για σωματικό έλεγχο. «Πιάστε φοιτητές, μαλλιάδες, Καισαριανή, Περιστέρι», τους διέταξε ο επικεφαλής. Και μας άφησαν… Υπήρχαν πληροφορίες από ιατρικούς κύκλους για νεκρούς και τραυματίες, κυρίως στο τότε «Ρυθμιστικό» (σημερινό «Γεννηματάς»), για αλλαγμένα ονόματα, για ντου της Αστυνομίας προς σύλληψη των τραυματιών, για αυτοκίνητα που ήσαν μέρες, βδομάδες, μήνες παρκαρισμένα και αγνοούνταν οι ιδιοκτήτες τους. Με αγωνία μαθαίναμε για διάφορα παιδιά φίλων, αλλά επί της ουσίας δεν είχαμε επαφή με τους οργανωμένους κύκλους των φοιτητών.
Μίμης Χριστοφιλάκης: Για τον Κυριάκο, από τον Ντίνο
Τον Κυριάκο Παντελεάκη, τον Κροκεάτη νεκρό του Πολυτεχνείου, νεκρολογεί ο Ντίνος ο αδελφός του, μακαρίτης κι αυτός, στο πρώτο του μνημόσυνο τον Νοέμβριο του 1974 στις Κροκεές. Ο λόγος του είναι μεστός και σπαρακτικός. Υπήρξα φίλος του Ντίνου, τα τελευταία χρόνια του, αν και έχω τύψεις γιατί δεν τον έκανα παρέα όσο ήθελε. «Μίμη με αφήνεις τελευταίο», μου παραπονιόταν. Επίσης λυπήθηκα πολύ για την πληθωρική Αγγελική, περιβόλι αναμνήσεων, εξαίρετη χορωδό της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου, αδελφή τους, που έχει πεθάνει και αυτή. Και για την άλλη του την αδελφή, την μακαρίτισσα επίσης Πίτσα, την νοσοκόμα που με πρόσεξε μικρό σαν την μάνα μου, όταν αρρώστησα από ίκτερο. Και μένει η αγαπητή μου πικραμένη Ελένη μονοδέντρι, «μάνες και κόρες κι αδελφές των αδικοχαμένων» που «ώρα την ώρα καρτερούν / ναρθεί ο σκοτωμένος / ξυπόλητος, ξεσκούφωτος κι αιματοκυλισμένος»…