Το πέρασμα από το «ερήμην», στη θέση του κοινωνικού-πολιτικού υποκειμένου. Του Γιάννη Τσούτσια

Η πολιτική επικαιρότητα εξακολουθεί να στρέφεται στην επόμενη ημέρα, υπό το φως των εκλογικών αποτελεσμάτων. Όμως, οι αναλύσεις και οι ανιχνεύσεις, εστιάζουν κυρίως στα ποσοστά και όχι στα ποιοτικά γνωρίσματα που κατέγραψαν οι εκλογές. Προκύπτουν, έτσι, προσεγγίσεις που απαντούν σε κακώς τοποθετημένα ερωτήματα: Πώς θα διαχειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ το 27%, τι είδους αντιπολίτευση πρέπει να κάνει κ.λπ. Ερωτήματα επικοινωνιακής θεμελίωσης και τακτικών αναζητήσεων.
Παραδόξως, όμως, η επόμενη ημέρα, παρά την παντοειδή ρευστότητα που κορυφώνεται, μειώνει τους βαθμούς ελευθερίας κινήσεων και επιλογών. Έτσι, για παράδειγμα, μοιάζει να μην υπάρχουν καν περιθώρια για αντιπολίτευση! Όχι υπό την έννοια που το θέτει ο συστημικός καθωσπρεπισμός, ότι τάχα δεν υπάρχει άλλη λύση έξω από το πλαίσιο της δικής του λογικής, (συστρατευτείτε, ευθυγραμμιστείτε κ.λπ.), αλλά διότι εκ των πραγμάτων περιορίζονται οι εύκολες συνδικαλιστικές προσεγγίσεις στη θέση της πολιτικής, οι κριτικές δίχως αύριο και προοπτική, οι διαμαρτυρίες, δίκαιες μεν, χωρίς όμως εναλλακτική. Επιπλέον, μια κυβέρνηση με τόσο προφανείς ανεπάρκειες, σύντομα θα βρεθεί από μόνη της αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της κατάρρευσής της…
Υπό αυτήν την οπτική, ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται σήμερα, όχι σε μια συνήθη αντιπολιτευτική στάση, άλλα σε μια πρακτική διαμόρφωσης όρων διεξόδου για τη χώρα (πάντα υπό το πρίσμα μιας μαζικής, λαϊκής και κινητοποιητικής πολιτικής), εγχείρημα δηλαδή, πρωτόγνωρο και διαφορετικής τάξης από τα προηγούμενα. Με τη σειρά τους, αυτοί οι αναγκαίοι όροι, προϋποθέτουν μια σαφή πολιτική μετατόπιση, τη φυγή από τη ρητορεία του Μνημονίου, από το μερικό λόγο και μια στροφή στην ολότητα των προβλημάτων και της κοινωνίας. Πρέπει να συνυπολογίσουμε εδώ, πως στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, συγκροτήθηκε ένα μεγάλο και αγωνιστικό αντιμνημονιακό κίνημα, (το οποίο όσοι αγνόησαν, εν συνεχεία ηττήθηκαν και παραμερίστηκαν), που ωριμάζοντας σταδιακά, οδηγήθηκε στη συνειδησιακή ανάταση και την πολιτική, διαμορφώνοντας μια νέα κοινωνική ποιότητα. Όταν, όμως, ένας λαός συναντάται με την πολιτική, είναι σε θέση να αντιμετωπίσει συνθετότερα προβλήματα και αυτό αποτελεί μια αξιοσημείωτα καλύτερη αφετηρία για σήμερα.
Βεβαίως, όλα τα ζητούμενα και οι προτεραιότητες ενδέχεται να ανοίξουν άτακτα, ωστόσο τα ερωτηματικά που επείγουν σε ό,τι αφορά την αμέσως επόμενη ημέρα, θα τεθούν κυρίως γύρω από τους εξής άξονες:
Πρώτον, από την ευρωπαϊκή στρατηγική της χώρας και την εξωτερική της πολιτική, που δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Οι εκλογές, με την οργανωμένη δημαγωγία, συγκάλυψαν αυτό που σήμερα αποκαλύπτεται ως πραγματικό ενδεχόμενο, το ότι η χώρα είναι στα όρια της εξόδου από το ευρώ, όχι εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εξαιτίας του σημείου μηδέν, που σχεδιασμένα την έφερε το Μνημόνιο και οι γερμανικές επιλογές. Η Ελλάδα μοιάζει έρμαιο των αποφάσεων Μεγάλων Δυνάμεων, η σύγκρουση διεξάγεται γύρω μας, παραπέμποντας στην εικόνα της αναπόφευκτης μοίρας των μικρών. Ωστόσο, η χώρα έχει ακόμη κάποιες δυνατότητες που πρέπει να συνειδητοποιηθούν, να αναδειχτούν και να αξιοποιηθούν. Αυτές όμως, δεν ορίζονται κυρίως στο επίπεδο της οικονομίας, όπου οι πολλοί τις αναζητούν, αλλά της πολιτικής και των διεθνών σχέσεων.  
Δεύτερον, η επόμενη ημέρα εξαρτάται από το αίτημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, που πρέπει κατεπειγόντως να τεθεί ως κατεύθυνση, ακόμη και σήμερα, που δεν έχουμε μια κυβέρνηση με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ. Και πρώτα απ’ όλα, πρέπει να βγει από το κάδρο η αντίληψη ότι αυτό συναρτάται από το αποτέλεσμα κάποιας τεχνικής διαδικασίας προγραμματισμού. Η ανασυγκρότηση, αντίθετα, παραπέμπει σε μια κοινωνική διαδικασία, όπου ανάμεσα στις άλλες παραγωγικές δυνάμεις που οφείλουν να κινητοποιηθούν, κεντρικό ρόλο θα έχει ο ίδιος λαός, υπό την έννοια ενός κινήματος που θα στηρίζει το εγχείρημα. Ο λαός, είτε ως καταναλωτής που στηρίζει τα εγχώρια προϊόντα, είτε ως παραγωγός αλληλέγγυος με τα αδύνατα στρώματα των πόλεων, είτε ως εργαζόμενος που διασώζει την επιχείρηση όπου εργάζεται, εμφανίζεται σήμερα υπερώριμος και πρωταγωνιστής για να υποδεχτεί τις αναγκαίες επιλογές και τους σχεδιασμούς.
Τρίτον, η επόμενη ημέρα εξαρτάται από το γκρέμισμα και την ανασύσταση σε άλλη βάση του πολιτικού συστήματος, παράγοντας μια νέα διαδικασία εκπροσώπησης, αυθεντική και δημοκρατική, που παράλληλα θα αποκρούει την προσπάθεια αναστύλωσης του παλιού, μέσω της κυβέρνησης της Ν.Δ.  
Και τέλος, ζητούμενο είναι η διαμόρφωση ενός κοινωνικού πολιτικού ρεύματος με άξονα όλα τα προηγούμενα, δηλαδή, ο παραπέρα μετασχηματισμός του αντιμνημονιακού ρεύματος σ’ ένα ρεύμα αλλαγής, πράγμα που ήδη συντελείται στις διαθέσεις των απλών ανθρώπων που λειτουργούν ως οδοδείκτες της εξέλιξης.
Αυτή όμως, η κρίσιμη μετατροπή, δεν μπορεί να εκδηλωθεί αυθόρμητα, ως αποτέλεσμα κινητοποιήσεων, αλλά με πολιτικό καταλύτη. Το αντιμνημονιακό κίνημα έδειξε αρετές και ωριμότητα, εφαλτήριο για τη νέα πορεία. Τώρα, η διαμόρφωση ενός ρεύματος που θα θέτει στο επίκεντρο την κοινωνία, είναι ο μόνος δρόμος, ώστε αυτή να περάσει από το ερήμην, στη θέση του υποκειμένου, ενισχύοντας και νευρώνοντας όλους τους αναγκαίους μετασχηματισμούς σε επίπεδο πολιτικής και οικονομικής συνείδησης.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!