Στις 12 του Δεκέμβρη, στην «Πλατεία», το ζεστό, φιλόξενο οινομαγειρείο του Χρήστου Παναγιωτάκη στα Άνω Πετράλωνα, έγινε η παρουσίαση της πρώτης του ποιητικής συλλογής με τίτλο «Στο γείσωμα του χρόνου ακροβάτης». Εκείνη τη βραδιά είχαμε τη χαρά και την τιμή, η Μάνια Παπαδημητρίου, η Δέσποινα Σπανού κι εγώ, με την αρωγή της Μαρίνας Μπρέστα, που έκανε τον γενικό συντονισμό, να συστήσουμε στο πολυπληθές ακροατήριο τη δουλειά του, γιατί σίγουρα ο ίδιος ήταν ήδη γνωστός και αγαπητός σε όλους.
Ο Χρήστος δεν είναι μόνο ένας απλός …«εστιάτωρ υπό πίεση», όπως του αρέσει να λέει αυτοσαρκαζόμενος, ή όπως μπορεί κανείς να υποθέσει γνωρίζοντάς τον στον χώρο του. Είναι ηθοποιός, είναι στιχουργός και ποιητής, είναι ένας βαθιά σκεπτόμενος άνθρωπος.
Ξεκινώντας από την πατρίδα του, την Καβάλα, ήρθε να βρει την τύχη του στην Αθήνα και να κάνει πραγματικότητα τα όνειρά του. Σπούδασε υποκριτική στη Σχολή του Κουν, όπου, εκτός από τη μαγεία του θεάτρου, γνώρισε και μια σπουδαία φουρνιά ηθοποιών που αργότερα έγραψαν ιστορία στο θέατρο και στον κινηματογράφο.
Ωστόσο, εκτός από τη συμμετοχή του το 1994 στην πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Τάκη Σπυριδάκη με τίτλο «Ο κήπος του Θεού» και σε κάποιες ταινίες μικρού μήκους, ο Χρήστος δεν συνέχισε την καριέρα του στην υποκριτική. Η καθημερινή βιοπάλη, η επιθυμία του για μια οικογένεια, ο αγώνας του για την επιβίωση στη σκληρή πρωτεύουσα, τον απορρόφησαν, αν και ποτέ δεν κατάφεραν να πνίξουν τη δημιουργικότητα και την ανάγκη του για καλλιτεχνική έκφραση.
Έτσι ο Χρήστος έγινε ποιητής. Θα μπορούσα να πω στιχουργός, καθώς στίχοι του έχουν μελοποιηθεί και εξακολουθούν να μελοποιούνται, όμως είναι φανερό πως η ποίηση έχει τον πρώτο ρόλο. Είναι μια ποίηση που κρύβει μέσα της τον ρυθμό, αποζητάει να εκφραστεί μέσα από ένα ζεϊμπέκικο, ένα βαλς, ένα ταγκό. Μια ποίηση δυνατή, δυναμική, που αγωνιά και πάλλεται από οδύνη μπροστά σ’ έναν κόσμο που καταρρέει.
Πρωτογνώρισα την ποίηση του Χρήστου, όταν τον ρώτησα (ίσως λίγο αδιάκριτα) τι έγραφε σ’ ένα χαρτάκι. Εκείνος είχε τη γενναιοδωρία να μοιραστεί κάποιους στίχους του μαζί μου. Από τότε πέρασε κάμποσος καιρός, ώσπου οι εκδόσεις «Πιρόγα» θέλησαν να φιλοξενήσουν τα ποιήματά του. Εύχομαι πραγματικά να υπάρξει συνέχεια σ’ αυτή την τόσο σημαντική δημιουργία του Χρήστου και να αποτελέσει το έργο του έμπνευση για νέες μουσικές συνθέσεις.
Ξεχώρισα κάποια ποιήματά του, μια πρώτη γεύση για να τον γνωρίσετε και να τον αγαπήσετε.
Μάθε το στίβο από νωρίς
Σε κούνιες νεκροκρέβατα
νεογέννητα μωρά,
βυζαίνουν θάνατο
από στήθη μαραμένα.
Αυτή η ζωή μοιάζει αρένα
κι οι μονομάχοι ουρλιάζουνε
στο στίβο από νωρίς.
Βιάσου αγόρι μου
μπροστά τους να σταθείς,
στις πλάτες σου να φορτωθείς
του καίσαρος το άχτι,
γιατί μ’ αυτό θα πορευθείς.
Τον στίβο μάθε από νωρίς.
Με το μυαλό να μάχεσαι
τη γλώσσα ν’ ακονίσεις
κι αν είναι, γιέ μου, κάποτε
σαν δένδρο να λυγίσεις,
να φύγεις σαν τον Σπάρτακο
με το σπαθί στο χέρι.
Μάθε το στίβο από νωρίς
Τεθλασμένες ευθείες
Πίσω απ’ τους καθρέφτες
πρόσωπο άλλο της ζωής πόνο μοιράζει.
Στις τεθλασμένες σου γραμμές
που τώρα ευθείες ονομάζεις,
αξιοπρέπειες συνθλίβονται πολλές,
μ΄ αλήθεια ποιος τις λογαριάζει;
Παράπλευρες σε πόλεμο απώλειες κι αυτές.
Νύχτας κοιτάσματα των νέων οι ματιές,
τις βλέπει η νύχτα και τρομάζει.
Για κάποιο αύριο που έρχεται μας λες
κι είναι το χθες,
που σαν αντάρτης απ’ το μέλλον πλησιάζει.
Στο παγωμένο τού καθρέφτη σου γυαλί,
ναρκισσισμός και εγωπάθεια ακμάζει.
Μ΄ αυτό που ακόμα περισσότερο ενοχλεί,
το παγωμένο το είδωλό σου
που ανάποδα τον κόσμο μου κοιτάζει.
Βραδιάζει η μέρα απ’ το πρωί σαν ορυχείο
και η ζωή θήραμα μοιάζει σε παγίδα,
κοιτάζω επίμονα το βλέμμα σου το κρύο
και βλέπω στέρφο όνειρο,
στείρα να τρέφει ελπίδα.
Επικίνδυνα έχω μάθει να ζω
Βαλσαμώνω εφιάλτες
και με σπίρτα αναμμένα
της νύχτας ξορκίζω φαντάσματα.
Ανοιχτά της αγάπης κρατώ τα περάσματα.
Σε στιγμές μυστικές
φυλακίζω το χρόνο.
Με καινούργιες πληγές
τις πληγές μου επουλώνω
στης ψυχής τα χαλάσματα.
Σαν το φύλλο της λεύκας
στο κενό αιωρούμαι
κι από μίσχο λεπτό,
που σφιγμένα κρατάει τα χείλη,
ακροβάτες ελπίδες
ανεβάζουν σφυγμό
στης ταλάντωσης
κάθε καμπύλη.
Κι έχω δίχτυ ασφαλείας
ένα γκρίζο καπνό.
Γιατί έτσι επικίνδυνα
έχω μάθει να ζω.
Μετανάστες
Κόβει σιωπές
σε βάρδιες η νύχτα.
Λαγούμια σκάβει
η αγωνία στις ψυχές.
Χειμάζει η μέρα
σε υπόγειες στοές
τις τύχες των ατύχων.
Πλάτες αδύναμες
στην πρόσοψη των τοίχων.
Σε χώρους ύποπτα μικρούς
σαν ασανσέρ εμπορευμάτων
συνωστισμένα όνειρα
αθώων επικίνδυνα βλεμμάτων.
Η κεντρική διάθεση της ποιητικής συλλογής του Χρήστου «Στο γείσωμα του χρόνου ακροβάτης» γίνεται από το βιβλιοπωλείο των εκδόσεων «Πιρόγα», Σόλωνος 114, Αθήνα.
* Η Άννα Παπασταύρου είναι μεταφράστρια