Ανθολόγος: Λουκάς Αξελός
ΓΚΕΟΡΓΚΕ ΜΠΑΚΟΒΙΑ
(1881-1957)
Πρόζα
Η απεχθής αγάπη, ένας κύκνος
παιδί εκφυλισμένο
και παραμορφωμένο
παραληρώντας, χτες, ξεψύχησε.
Εδώ, περαστικοί διαβάτες
μέσα στο δρόμο, πέθανε∙
πνιγμένη απ’ τα λεφτά που σέρνονται
στον κόσμο αυτό των μαγαζιών.
Gogito
Έχω λύσει
όλες τις πολιτικές μου
προφητείες.
Ωραίος, γαλανός
ο ουρανός,
τρικυμισμένος, ξάστερος.
Ένας περίφημος αφορισμός.
σε κάνει να ζεις…
Αύριο δεν υπάρχει∙
ούτε σήμερα,
ούτε χτες.
Ο καιρός χίμαιρα.
Το μολύβι του χειμώνα
Στον κήπο το φθινόπωρο κουρδίζει το βιολί του.
Ο δρόμος έρημος.
Η πολιτεία γέμισε αμπάρια.
Και για το νέο ψωμί γρυλίζει ο μύλος.
Ένα φύλλο αφήνεται σε μι’ απλωτή παλάμη.
Η πόλη αδειάζει.
Ξεμακραίνει.
Η φυλλωσιά μια σκέψη μένει.
Ψηλά απ’ τα σύρματα παραλυμένο,
Σύμβολο, πέφτει
Στο χώμα ένα πουλί, μι’ ακόμα λύπη.
Κι ο στοχασμός βυθίζεται, χαμένος κωπηλάτης
Σε μάκρη ωχρών καιρών.
Ti σπαραγμός να μην μπορείς να φτιάξεις ένα στίχο…
Είμαι ο πιο θλιβερός σ’ αυτή την πόλη…
Χειμωνιάτικο Δείλι
Χειμωνιάτικο δείλι, βαρύ μέταλλο.
Άσπρος ο κάμπος – πελώριο πέταλο –
Ένα μαύρο κοράκι που ξαφνικά
Τον ορίζοντα σχίζει διαμετρικά.
Κρύσταλλα δέντρα σε αριά περιπλάνηση
Με κράζουν, με παίρνουν για εξαφάνιση.
Και ξανά το κοράκι που ξαφνικά
Τον ορίζοντα σχίζει διαμετρικά.
Μετάφραση: Κώστας Ασημακόπουλος