Ανθολόγος: Λουκάς Αξελός
Θάνατος και αποθέωσις του καπετάν Θύμιου Βλαχάβα
και του ιερομόναχου Δημητρίου στα Γιάννινα
Σαν πήρε να βραδιάζει τη δεύτερη μέρα του μαρτυρίου
– με τον αγέρωχο καπετάνιο δεμένον στο στύλο
καταξεσχισμένον κι αιμόφυρτο –
σαν πήρε λοιπόν να βραδιάζει
κι ο αποσπερίτης είχε αρχίσει να χτυπάει ρυθμικά
ψηλά στο στερέωμα,
σήκωσε, έτσι όπως ήταν πρησμένος, το βαρύ του κεφάλι ο
αιχμάλωτος
κι είπε μέσα από τα σπασμένα του δόντια
τόσο δυνατά πάντως που να τον ακούσουν, όχι μόνο εκείνοι
που κρατούσαν τα σύνεργα
μα και οι άλλοι, ένα γύρω, που κοίταζαν.
…………………………………………
«Ορέ μουρτάτες, είπε, εμένα καλά με παιδεύετε.
Και καλά μου μπήγετε τα καλάμια στα νύχια.
Και κρεμάστε με ακόμα τ’ ανάποδα πάνω από τη φωτιά
και τσακίστε μου ένα-ένα τα κόκαλα.
Κι ύστερα γδάρτε μου το τομάρι, εμένα τον αντάρτη και
τον αρχικαπετάνιο
και χτίστε με.
Όχι γιατί μου αξίζει, μα γιατί έτσι είναι ο νόμος:
Ο νικημένος να πληρώνει τη λεβεντιά του με τον πιο άγριο
θάνατο.
Όμως αυτόν τον δυστυχισμένο καλόγερο
τι τον τυραννάει και δεν τον τελειώνει ο σκύλος;
Αυτός, έτσι κι αλλιώς, δεν ήταν δικός μας.
Αυτός δεν είχε σηκώσει ντουφέκι, μήτε και τραγουδούσε τα
τραγούδια τ’ αντάρτικα.
Αυτός το σταυρό μόνο κρατούσε
παρακινώντας τους σηκωμένους να προσκυνήσουν
να γονατίσουν ακόμα μπροστά στον αφέντη
άλλη Δικαιοσύνη ζητώντας κι άλλη Ελευθερία, μέσα απ’ την
πίστη του, τάζοντας».
Έτσι τους μίλησε ο ανδρείος.
Όμως εκείνοι καμιά σημασία δεν του ’δωσαν.
Παρά συνέχισαν να βασανίζουν και να χτίζουν τον δύστυχο.
………………………….
Και κει, στην αυλή του Αλή, οι δυό άνθρωποι βασανίζονταν.
Με καρτερία πάντως αξιοθαύμαστη υπομένοντας τα μαρτύρια
και με αξιοπρέπεια αδιάπτωτη προχωρώντας – και οι δυό –
προς το θάνατο.
Έτσι γίνονταν στα 1808 κι έτσι θα γινόταν και 140 χρόνια
αργότερα.
Κι έτσι γίνεται πάντα όταν πέφτουν δίσεχτα χρόνια.
Γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος.
Γιατί σ’ έναν κόσμο μαγαρισμένο
που να βαδίσει ο άγιος
και που ο απροσκύνητος να σταθεί;
Και πώς να σωθεί ο αμόλυντος;
Όμως με τη ζωή του πάντα ο γενναίος
ζεσταίνει τους σκλαβωμένους.
Και με το θάνατό του τους οδηγεί
απ’ την υποταγή
στην ανάσταση.