Ο Άλλος

Κανείς δεν ξέρει κι ούτε θα με μάθη
Και ας διαβαίνω με τον κόσμο όλο μαζί,
Βαθιά, μεσ’ της ψυχής μου έχω τα βάθη
Τον άλλον που κλεισμένος πάντα ζη.
Με ξέρουν μόνον κάποιες ερημιές,
Εκεί που ανθίζουν τ’ άγρια τα κρίνα,
Του κάμπου τα λουλούδια, οι κυκλαμιές,
Κάποια φτωχά δρομάκια στην Αθήνα.
Κρυφομιλώ με τη μικρή μου καμαρούλα
Και, πού και πού, η σιωπή της μ’απαντά.
Και τάπαμε πολλές φορές με τη βροχούλα
Στο παραθύρι μου κοντά.
Κανείς δεν ξέρει αυτόν που ’χω στα βάθη.
Μα ποιος σκοτίσθηκε να μάθει…

Τροττέζα

Μια ιστορία όπου γράφεται στο πεζοδρόμιο:
Σύντομο, βιαστικό το πέρασμά της,
Ένα χαμόγελο πούνε με δάκρυ όμοιο
Κι ένας διαβάτης…

Ποιος ξέρει πώς, γιατί και από πού,
Κάποια φορά θάχε κι’ αυτή λυμένα
Ξανθά μαλλάκια από τα χέρια του παππού
Ευλογημένα.

Μα ήταν σκοτεινό το στενοσόκακο
Κι’ ήταν φτωχό και έρμο το σπιτάκι
Κι’ έγιν’ η γειτονιά πλατύ λιθόστρωτο…
Και βουλεβάρτο το σοκκάκι…
Κι’ έτσι μια νύχτα απ’ τις πολλές που επερίμενε
Διαβάτη αγοραστή για τα φιλιά της,
Από το πεζοδρόμιο επέρασε ο Μαύρος ο Διαβάτης
Και την επήρε για μια νύχτα ατελείωτη
Και πάει…
………………………………………
«Εδώ κοιμάται η Λιζέττα που εκουράστηκε
Να περπατάη».

Φθινόπωρο

Το άσπρο φούλι ξαναρρώστησε
Και ξαναμαραθήκανε οι κήποι
Κυλά το βρόχινο νερό και πάει σαν μοιρολόϊ,
Κάτι ο καιρός γκρεμίζει φεύγοντας
Και κάτι ρυθμικά καρφώνει η Λύπη
Τικ … τακ… Ένα διπλό σφυρί χτυπάει μέσ’ στο ρολόϊ.

Πεταλούδα

Μια πεταλούδα, που έζησε όλη της τη ζωή,
Σ’ ένα κλωνί εδιπλώθηκε για να πεθάνη,
Τι να κάνη;
Έζησε ένα ολόκληρο πρωΐ!
Ένα πρωί! Τι ιστορίες και τι πόνοι!
Τι βάσανα μικρών φτερών και τι καϋμοί!
Επέθανε την έκλαψε μια ανεμώνη
Και τη σαβάνωσε το άσπρο γιασεμί.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!