Προτιμήσεις
Να περπατήσω θέλω σε χιόνι νωπό,
όπου δεν πάτησε κανένα πόδι ακόμα.
Θέλω να φτάσω σε όχθης ατραπό,
όπου δεν έφτασε καμιά ψυχή ακόμα.
Θέλω χαρούμενο να ξεδιπλώσω φλάμπουρο,
που στον ίσκιο του δε βάδισε κανείς ακόμα.
Σε βολικό κατώφλι θέλω να καθίσω,
που με το χρόνο στίλβωσε το σώμα.
Οπάλιο
Μην αγγίζεις το οπάλιο-
να το κοιτάζεις μόνο ευσεβώς:
είναι το δάκρυ
που έχυσε ο άγγελος,
όταν κατάλαβε
πως δεν έκανε μήτε μία
από τις τόσες των θνητών
πανέμορφες αμαρτίες.
Άνοιξη
Και ξαφνικά τα λουλούδια αναστήθηκαν
στο χρώμα των πασχαλινών αβγών.
Μυστικό
Αναδύθηκε μέσ’ απ’ τ’ όνειρό μου,
σα να βαστούσα με τα δυο μου δάχτυλα
τρεις φρέσκες πευκοβελόνες.
Το φεγγάρι μόλις ξεπρόβαλε.
Προσωπογραφία
Στον Πωλ Γκογκέν
Το πρόσωπό της –στου κρόκου το χρώμα.
Τα μάτια της –σαν το φθινόπωρο κοκκινωπά.
η πλεξούδα της –πράσινη σαν το φως του φεγγαριού.
Το στόμα της – πλάβο σαν τον ανθό της θάλασσας.
και το χαμόγελό της –άσπρο, ωσάν τον πάγο.
Παρόμοιος μπρος του θα σταθεί κι ο θάνατος:
φοβερός. ξελογιαστής. και μοναχός.
Στον λόφο ξάπλωσα να πεθάνω
Ο ήλιος ντυμένος παπάς στο χρυσάφι
τη φωτεινή μετάληψη μου δίνει:
το γαλανό που σπινθηρίζει ουράνιο κρασί,
αντίδωρο ένα κομμάτι σύννεφο.
Στο πλάι μου πλήθος τα έντομα
χαρούμενα μου ψέλνουν το τρισάγιο.
Τα χόρτα με σκεπάζουν σιγανά
με πράσινο σάβανο που με χαϊδεύει.
Μετάφραση: Γιάννης Μότσιος