Γιώργος Σαραντάρης
Από τον ιερό λόχο του Κάλβου ανεχώρησες
προς τη λευκή κοιλάδα της πικρίας
πρώτος ποιητής, στρατιώτης θαυμάσιος,
κομίζοντας μια τρυφερή από στίχους πανοπλία
για να σε προστατεύσει απ’ τη φθορά.
Πρώτος ποιητής μες στο λαό των νέων Ελλήνων
άφησες πάνω στους λαμπρούς πάγους της Αλβανίας
την ευαισθησία σου διάτρητη από κακουχίες
κι από σφαίρες αγροίκων Ρωμαίων.
Ίασμοι και ρόδα του αττικού άστεως
σ’ εξαίσια κύματα εαρινά
θα λαφρώσουν τον ύπνο σου εράσμια
ποιητή με τα τρυφερά ονειροπολήματα
που βάδισες αδελφικά με τον ποιμένα της Πρεμετής
και με τον ορεσίβιο της Θεσσαλίας
για να κοιμηθείς στον τάφο σου σχεδόν έφηβος
ο πρώτος από τους πρώτους
στολισμένος με ποίηση, με ιστορία και με παραμύθια…
Τα Χέρια
(Απόσπασμα)
Σηκώνονται τα χέρια μας,
της ομορφιάς και του στίβου
τα χέρια της τέχνης, της ζωής, μα προ παντός της άμυνας
για να κρατήσουν το ιερό τους μετερίζι
ετούτα τα χλωρά και ανέγγιχτα
που αν είναι κλώνοι, αν είναι άρρωστα παιδιά,
γίνονται θυμωμένα έλατα του Ταϋγέτου
και φτάνουν πέρα από τον άνεμο
πέρα απ’ το τρυφερό νανούρισμα της Κρήνης
για να κρατήσουν ένα σύνολο απόρθητο
μια κάμαρα που γέμισε απ’ την αναπνοή μας
και δεν χωρεί άλλο εκτός από όνειρα
που μας τα πνίγουν τα ίδια τα όνειρά μας.
Οι ξένοι στρατιώτες
Περνούν μέσα στη νύχτα οι ξένοι στρατιώτες
χτυπούν τα λιθόστρωτα με τα όπλα τους
έχουν τρελά κι αλαζονικά βήματα
έχουμε κι εμείς περήφανη την καρδιά μας.
Περνούν οι ξένοι στρατιώτες και τραγουδούν
τρέμει η χαρά κι η πατρίδα στη φωνή τους
τραγουδάν και χτυπάν τις πόρτες μας
δεν ξέρουν τι γίνηκε στη Γερμανία
δεν έμαθαν ακόμα τα νέα απ’ τα ραδιόφωνα…
Τ’ακούσαμε πριν από λίγες στιγμές
τάστειλε ο αιθέρας από την Ουκρανία
πανωλεθρία στα μέτωπα
ερείπια στις μεγάλες πολιτείες
πήραν φωτιά τα σπίτια τους
δεν ξέρουν τίποτα, τα ξέρουμε όλα εμείς.
Τραγουδούν μες στα μεσάνυχτα οι ξένοι στρατιώτες
μας τρομάζουν τ’άγριά τους βήματα
μας σκοτώνουν για να διασκεδάσουν
απόψε δεν ξέρουν τίποτα
τα ξέρουμε όλα εμείς απόψε
και τους σκοτώνουμε μ’ αυτό το μυστικό…