Φυλλορροή

Σαν ανοιχτό είσαι μαβί ένα ανθί
Στο ανοιξιάτικο γαλάζιο δείλι…

Σαν κίτρινο είσαι ένα αστρί,
Μπουμπουκιάζει κι ανοιεί
Σε ουρανό καϊσί…

Σαν τη μορφιά είσαι
Μίας φωνής…
Που θανή δεν τη σβήει απ’ τη μνήμη…

Σαν πέταλα είσαι λεπτούλια, λευκά
Που πέφτουν
Και
Κάτω
Αρμενίζουν
Στη λευκή την απόπληκτη απάνω σιγή
Της ψυχής μου.

Tenebris

Είν’ ένα δεντρί, σαν είναι
μέρα,

Που τη νύχτα
Έχει έναν ίσκιο,
Χέρι τρανό και μαύρο σαν
κατράμι.
Με δάχτυλα μακριά και σαν
κατράμι.
Για όσο είναι σκοτάδι,
Στου λευκού το σπίτι απάνω
ακουμπιστό,
Στ’ αεράκι μέσα,
Όλο καρπολογάει το μαύρο
χέρι
Τα τούβλα.
Τα τούβλα είν’ στου αίματος

Να ’ν’ τάχα μαύρο χέρι
Ή να ’ναι ίσκιος τάχα;

Κάτωθε Απ’ τις Μέρες

Πέφτουν οι μέρες πάνωθέ μου
Μια-μια τους, πέφτουνε,
Σαν φύλλα…
Είν’ μαύρες,
Είν’ γκρίζες
Είν’ άσπρες
Είν’ από μάλαμα κι από
φωτιά καταγεμάτες.
Πέφτουνε,
Πέφτουνε
Χωρίς σταματημό.
Με σκέπουνε –
Λεφούσι και συντρίβει,
Πλημμύρα κι αποπνίγει.
Ποιος μαθές θα μ’ εύρει
Κάτωθε απ’ τις μέρες;

Ένα Τριολέτο

Σήκωσε η Μόλλυ απάνω μου
όλο ντροπή ματιά,
Μία τ’ Απρίλη μέρα
Κάτω από δέντρο κάτσαμε οι
δυο κοντά-κοντά

Σήκωσε η Μόλλυ απάνω μου
όλο ντροπή ματιά,
Γλυκιά που φεγγοβόλαγε και
μελαγχολικιά,
Υγρή κι ωστόσο αλέγρα
Σήκωσε η Μόλλυ απάνω μου
όλο ντροπή ματιά,
Μία τ’Απρίλη μέρα.

Μετάφραση: Νίκος Λάιος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!