Μακρυγιάννης
Χαρά σ’ εκειόν που πρωτοσήκωσε
απ’ τις σκόνες σκεπασμένο,
το δίστομο σπαθί του Λόγου Σου
στον ήλιο, Μακρυγιάννη,
κ’ είδε που οι κόψες του μεμιάς ξαστράψαν,
ανέγγιχτες, στο φως,
κι οι δυό πλευρές του λάμψαν γυμνές,
σα να’ βγαιναν την ίδια τούτην ώρα απ’ τ’ ακόνι,
και πως βωδούσαν, απ’ τη μια μεριά πλυμένες
με το αίμα των οχτρώνε,
κι απ’ την άλλη
σάμπως να θέρισαν αυτή την ίδιαν ώρα
μοσκιές και βιόλα απ’ του μπαξέ Σου τα λουλούδια!
Κι απάνω και στις δύο πλευρές γραφή.
Απ’ τη μια,
τα λόγια αυτά Σου χαραγμένα, στρατηγέ μας:
«Τη λευτεριά μας τούτη δεν την ηύραμε στο δρόμο,
και δε θα μπούμεν εύκολα στου αυγού το τσόφλι,
γιατί δεν είμαστε κλωσόπουλα, σ’ αυτό να ξαναμπούμε πίσω.
μα εγίναμε πουλιά,
και τώρα πια στο τσόφλι μέσα δε χωρούμε».
Και από τη δεύτερη πλευρά,
γραφή άλλη χαραγμένη:
«Απάνω στην αλήθεια μου
ακόμα και το θάνατο τον δέχομαι
τι τόσες φορές το θάνατον εζύγωσα, αδερφοί μου,
και δε με πήρε,
που, για τούτο,
τον θάνατο καταφρονώ,
κι απάνω στην αλήθεια μου πεθαίνω».
Χαρά σ’ εκειόν που πρωτοσήκωσε απ’ το χώμα αυτή τη σπάθα
και τέτοια διάβασεν απάνω της βαγγέλια.
Και να που, σκώνοντας τα μάτια απ’ τις πληγές του,
θαρρούμε τώρα πως ακέριο θα τον δούμε
μες στα χρυσάρματά του, όπως τη μέρα
που, σα ν’ ανέβαινε ψηλότερα κι απ’ όποιο θρόνον,
εκαβαλίκεψε πα στ’ άλογο του Καραϊσκάκη,
ή τη βαθιά πως θε ν’ ακούσουμε φωνή του,
καθώς απάνω στην πιο πλούσια της καρδιάς του ανάβρα
κάνοντας έφοδο για του ίδιου τ’ ουρανού τις πύλες,
ήρωας μιλούσε με το Θεό, στόμα με στόμα,
κ’ είχε σε χείλη και καρδιά φωτιά το Λόγο:
«Τι καρτερείς ακόμα τάχα, Δικαιοκρίτη;
Ποιος με χαλκά τους άνεμους θε να Σου δέσει,
ή ποιος στα νέφη Σου θα βάλει χαλινάρι;
Στη γη, που απόμεινε άνυδρη, άκαρπη και στείρα,
ποτιστικιά πότε θα στείλεις τη βροχή Σου
να σκώσει, κύματα ψηλά ασταχυών, το σπόρο
που στ’ όνομά Σου εγώ ’σπειρα από τόσα χρόνια;»
Κι όλων μας το αίμα θέλει να ’μπει μες στ’ αυλάκι.
το ίδιο χωράφι να ποτίσει, στρατηγέ μας!
Τι πια δεν είμαστε στο «εγώ», ως «Εσύ» μας το ’πες,
μα σήμερα είμαστε στο «εμείς», κι ας μαζωχτούμε
σ’ έναν σκοπόν, αν θέλουμε να φκιάσουμε χωριό και κόσμο!…