Ανθολόγος ο Λουκάς Αξελός
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ (1919-1998)
Δωριείς
Μπορούσα βέβαια να βρίσκομαι πρώτος
ανάμεσα στους οπλισμένους Δωριείς
ντυμένος την περιλάλητη αμφίεσή τους
όπως εκείνος που ποζάριζε σ’ ένα μουσείο
ακίνητος—θυμίζοντας ένδοξους καταρράκτες—μπορούσα βέβαια
κι όχι τυχαία.
Όμως σε τι θα ωφελούσε την υπόθεσή μας
όλη μου η μεγαλοπρέπεια
όλες μου οι φωνές μέσα στα τείχη;
Οι ποταμοί θα γύριζαν κύκλο
στα περιθώριά μου
οι ελπίδες μου φτηνές παλιές πραμάτειες—
να υποκρίνομαι τον άθεο και τον καταλυτή
εγώ ο πιο ειλικρινής νέος με τα όνειρα
ο θερμός ανταλουσιάνος
μέσα σ’ αυτά τα απαίσια σίδερα
της πανοπλίας.
Για τούτο παρέμεινα με τα κουρέλια μου
όπως με γέννησε η Γαλλική επανάσταση
όπως με γέννησε η απελευθέρωση των νέγρων
όπως με γέννησες μάνα μου Ισπανία
ένας σκοτεινός συνωμότης.
Εκείνοι το κατάλαβαν πρώτοι —
τα σιδερένια χέρια τους λέγανε προσευχές
κατέλαβαν τη μια πόλη μετά την άλλη
άφιναν φρουρούς παντού
κλείναν τις πύλες
οι πέτρινες εντολές περιφέρονταν σε λιτανεία—
ώσπου στο τέλος με ξέχασαν.
Και τώρα —απ’ έξω απ’ τα στρατεύματα
κοιτάζω την ένδοξη πόλη
όπου ξαπλώνει ράθυμα πόρνη και δυναμίτης—
κοιτάζω τούτη την πόλη που την περικυκλώσαν
τα φρούρια
αυτή που με γέννησε και δεν έχει πια όνομα
δεν έχει αναμένη φωτιά—
κοιτάζω κ’ υψώνω θεριό τη φωνή μου
μήπως μ’ ακούσουν.
Η κίνηση μέσα στα τείχη μας είναι σημαντική.