Ανθολόγος ο Λουκάς Αξελός
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ (1863-1933)
Σοφοί δε προσιόντων
Θεοί μεν γαρ μελλόντων, άνθρωποι δε γιγνομένων, σοφοί δε προσιόντων αισθάνονται.
Φιλόστρατος, Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον, VIII, 7.
Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των φώτων.
Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται. Η ακοή
αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών ταράττεται. Η μυστική βοή
τους έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.
Η διορία του Νέρωνος
Δεν ανησύχησεν ο Νέρων όταν άκουσε
του Δελφικού Μαντείου τον χρησμό.
«Τα εβδομήντα τρία χρόνια να φοβάται.»
Είχε καιρόν ακόμη να χαρεί.
Τριάντα χρονώ είναι. Πολύ αρκετή
είν’ η διορία που ο θεός τον δίδει
για να φροντίσει για τους μέλλοντας κινδύνους.
Τώρα στην Ρώμη θα επιστρέψει κουρασμένος λίγο, αλλά εξαίσια κουρασμένος από το ταξείδι αυτό,
που ήταν όλο μέρες απολαύσεως —
στα θέατρα, στους κήπους, στα γυμνάσια…
Των πόλεων της Αχαΐας εσπέρες …
Α των γυμνών σωμάτων η ηδονή προ πάντων …
Αυτά ο Νέρων. Και στην Ισπανία ο Γάλβας
κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί,
ο γέροντας ο εβδομήντα τριώ χρονώ.
Πρέσβεις απ’ την Αλεξάνδρεια
Δεν είδαν, επί αιώνας, τέτοια ωραία δώρα στους Δελφούς σαν τούτα που εστάλθηκαν από τους δυο τους αδελφούς, τους αντιζήλους Πτολεμαίους βασιλείς. Αφού τα πήραν όμως, ανησύχησαν οι ιερείς για τον χρησμό. Την πείραν
όλην των θα χρειασθούν το πώς με οξύνοιαν να συνταχθεί, ποιος απ’ τους δυο, ποιος από τέτοιους δυο να δυσαρεστηθεί. Και συνεδριάζουνε την νύχτα μυστικά
και συζητούν των Λαγιδών τα οικογενειακά.
Αλλά ιδού οι πρέσβεις επανήλθαν. Χαιρετούν.
Στην Αλεξάνδρεια επιστρέφουν, λεν. Και δεν ζητούν χρησμό κανένα. Κ’ οι ιερείς τ’ ακούνε με χαρά
(εννοείται, που κρατούν τα δώρα τα λαμπρά),
αλλ’ είναι και στο έπακρον απορημένοι,
μη νοιώθοντας τι η έξαφνική αδιαφορία αυτή σημαίνει. Γιατί αγνοούν που χθες στους πρέσβεις ήλθαν νέα βαρυά. Στην Ρώμη δόθηκε ό χρησμός· έγιν’ εκεί η μοιρασιά.