Του Βένιου Αγγελόπουλου.
Οργή και χαμόγελα. Πείσμα κι ελπίδα. Ο όχλος, το πλήθος, ο κόσμος, γέμισε τις πλατείες της χώρας.

Θρασύς, ανυπάκουος, υβριστικός, με μούντζες και τραγούδια. Αντικομματικός (μέχρι απολίτικος για κάποιους ξερόλες), βαθύτατα πολιτικός, όμως: αν δεν είναι πολιτική νίκη η αναβολή της ψήφου για το Μεσοπρόθεσμο κι η πρόκληση μίνι κυβερνητικής κρίσης, τότε τι είναι νίκη; Μια αύξηση κατά 1,17% του ποσοστού (επί των εγκύρων, που μπορεί να είναι και μείωση ψήφων) στις επόμενες εκλογές;
Απέναντι σ’ ένα ακηδεμόνευτο κίνημα η στάση πολλών οργανώσεων της Αριστεράς (ευτυχώς όχι όλων) κυμαίνεται από την καχυποψία μέχρι την προσπάθεια καπελώματος. Ποιοι είναι αυτοί, οι τέως ΠΑΣΟΚοι, οι άσχετοι, που μου κουνιούνται, εμένα που έχω χιλιάδες χρόνια στο κίνημα; Πού βρισκόντουσαν όταν τρώγαμε τις γκλομπιές και τα δακρυγόνα; Αυτοί, που δεν χρησιμοποιούν καν τη λέξη «σύντροφε»;
Ξεχνούν όλοι αυτοί πως αριστερός δεν γεννιέται κανείς, γίνεται. Γίνεται όταν επιλέγει με ποιους θα πάει, τους από πάνω ή τους από κάτω, όταν δεν θέλει ή δεν μπορεί πια να μένει ουδέτερος, να κρύβεται, να τη σκαπουλάρει. Ίσως γιατί δεν έχει πού αλλού να πάει.
Και σήμερα τα περιθώρια στενεύουν ασφυκτικά: Οι υπάλληλοι της Διεθνούς Παγκόσμιας Τάξης (της διεθνούς τοκογλυφίας, δηλαδή) σπάνε το κοινωνικό συμβόλαιο, ο κόσμος της εργασίας (και της ανεργίας) αρνείται να πληρώσει τα σπασμένα. Και, όταν το κερασάκι μπαίνει στην τούρτα (όταν ξεπουλιέται η εθνική περιουσία), κατεβαίνει στις πλατείες, μαζικά κι αυθόρμητα (κι ας ψάχνουν οι κουτοπόνηροι για υποκινητές). Προκαλώντας, μεταξύ άλλων, κατευναστικές δηλώσεις των ισχυρών του πλανήτη: το κίνημα των πλατειών είναι διαπραγματευτικό ατού στα χέρια μιας κυβέρνησης τόσο υπαλληλικής, που ούτε καν διανοήθηκε να διαπραγματευτεί προς όφελος του λαού. Θεώρησε δεδομένο ότι αν λείψουν χρήματα θα κόψει μισθούς και συντάξεις, δεν θα κόψει τους τόκους, δεν θα φορολογήσει το μεγάλο κεφάλαιο, ούτε καν στο ύψος του μέσου όρου της Ευρωζώνης.
Το κίνημα των πλατειών αρνείται και απαιτεί. Αρνείται τη μιζέρια, το χρέος που άλλοι έχουν συνάψει στο όνομά του (και έχει ήδη αποπληρωθεί από τους τόκους), το ξεπούλημα. Απαιτεί τιμωρία των κλεφτών, ισότητα, αξιοπρέπεια, δημοκρατία. Και το μεταφράζει σε πολιτική δράση, με γιαουρτώματα και μούντζες, με άμεσο στόχο να μην περάσει πάλι το Μεσοπρόθεσμο. Και το μεταφράζει σε αυτοοργάνωση με δομές αλληλεγγύης, από ανταλλακτικό-χαριστικό παζάρι μέχρι εθελοντική ενισχυτική διδασκαλία στα παιδιά των ασθενέστερων.
Έχει περάσει πια η ώρα των εκλογικών υπολογισμών, των υποδείξεων προς μια κυβέρνηση υπαλλήλων, των διαμαχών γύρω από τα καλύτερα σενάρια για «όταν θα έρθουμε στα πράγματα», των ιαχών «πολεμήστε για να δοξαστούμε».
Σήμερα ο καθείς διαλέγει με ποιον θα πάει και ποιον θ’ αφήσει. Ποιον θα υπηρετήσει.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!