Σε κείμενό της στην «Εφ.Συν.» για την Ηριάννα, που κρατείται στις γυναικείες φυλακές Ελεώνα Θήβας, η Μάρω Δούκα γράφει:
«Στις 23 του μηνός, ημέρα Παρασκευή, στην παρουσίαση της ποιητικής ανθολογίας του ακάματου Θανάση Νιάρχου «Η Ελλάδα ταξιδεύει, ολοένα ταξιδεύει», άκουσα τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο να συμπληρώνει την ανάγνωση ποιημάτων του με την παράκληση-προτροπή προς όλους μας να μην αφήσουμε την Ηριάννα να σαπίσει στη φυλακή, να μην επιτρέψουμε να καταστραφεί η ζωή μιας νέας κοπέλας.
Μπράβο, Τίτο, φώναξα.
Την επομένη, ξαναδιαβάζω το κείμενο του Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου, του συντρόφου της Ηριάννας, όπου με ακρίβεια σε μορφή χρονικού αποτυπώνει την καφκική περιπέτειά τους.
Η Ηριάννα, όταν άρχισε ο εφιάλτης (2011), ήταν 23 χρόνων.
Καθώς περνάει ο καιρός, ακριβώς επειδή είναι αθώα και επομένως δεν έχει τίποτα να φοβηθεί, ακριβώς επειδή έχει όνειρα και σχέδια για το μέλλον, συνεχίζει με συνέπεια τις σπουδές της, δίπλα πάντα στον αγαπημένο της Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Το ότι εκπονεί το διδακτορικό της στο ΕΚΠΑ δεν σημαίνει από μόνο του και πολλά σε ό,τι αφορά την αθωότητά της, σημαίνει όμως τα πάντα σε συνδυασμό με την υπευθυνότητα και τη συνέπειά της απέναντι στις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά της στο πανεπιστήμιο και την πολιτεία.
Εργατική, αγαπητή στους συναδέλφους και τους δασκάλους της. Δεν φυγοδικεί.
Τηρεί τους όρους. Ακολουθεί τους κανόνες.
Κι έρχεται η ώρα της δίκης. Οπου συμβαίνει το αδιανόητο. Καταδικάζεται σε 13 χρόνια κάθειρξη με μοναδικό δείγμα “ενοχής” ένα αποτύπωμα μερικού γενετικού προφίλ που δεν είναι δυνατόν να επανελεγχθεί.
Τι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε για τούτη την καταδίκη;
Οτι διαπνέεται από τυφλή, τιμωρητική διάθεση;
Οτι πρόκειται για τυπική δικαστική πλάνη; Οτι υπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες;
Ή ότι απλώς βρισκόμαστε μπροστά σε μια άκρως “ανθρώπινη” αποθέωση του παραλογισμού;
Θα μπορούσε η καταδίκη της Ηριάννας να οφείλεται απλώς στο ότι όχι μόνο δεν “αποκηρύσσει” τον αγαπημένο της (ωσάν το δικαστήριο να μην έχει αποφασίσει τελεσίδικα για την αθωότητά του), αλλά και στο ότι η συναίσθηση της δικής της αθωότητας την εμψυχώνει να σταθεί με το κεφάλι ψηλά στο δικαστήριο;
Και αναρωτιέμαι: Τι ήταν εκείνο που εξόργισε πιο πολύ τον βασιλιά Κρέοντα και διέταξε την καταδίκη της Αντιγόνης.
Το ότι η Αντιγόνη, αψηφώντας την εντολή του, τόλμησε να μην αφήσει άταφο τον αδελφό της ή το ότι η υπερηφάνεια και το ήθος της δεν της επέτρεψαν να γονατίσει μπροστά του και να του ζητήσει έλεος;
Στην αστική δημοκρατία όμως (και αυτή είναι η ευεργετική ειδοποιός διαφορά της από τα άλλα, κατά μήκος όλου του χρόνου, πολιτεύματα) για την αντιμετώπιση παρόμοιων εκτροπών στην απονομή δικαιοσύνης έχει σοφά προνοήσει ο Νομοθέτης.
Γι’ αυτό και η προτροπή-παράκληση του Τίτου Πατρίκιου σε μια εκδήλωση για την ποίηση, “Μην αφήσουμε την Ηριάννα να σαπίσει στη φυλακή, μην επιτρέψουμε να καταστραφεί η ζωή μιας νέας κοπέλας”, είναι πράξη βαθύτατης πολιτικής και κοινωνικής ευθύνης που μας αφορά όλους».