Τον φέρνω στο μυαλό μου όταν συχνά-πυκνά ανατρέχοντας στις σελίδες της ανεπανάληπτης Εθνικής του Αντίστασης, αναλογίζομαι τις παθιασμένες συζητήσεις μας, με κορυφαίες αυτές που κάναμε, χρόνια και χρόνια, στα Καλάνια, στα 1.450 μ., στο Κέντρο του Παρνασσού φιλοξενούμενοι (μαζί με τον, εξ ίσου φανατικό ισχυρογνώμονα, αγαπημένο μας φίλο και σύντροφο Παναγιώτη Κατερίνη), από τον Δαμιανό Βασιλειάδη, άλλον έναν φίλο και σύντροφο, εραστή του απόλυτου, που χάσαμε πριν λίγους μήνες.
Ζώντας τον από κοντά και βλέποντας την ένταση στην μέχρι τέλους υπεράσπιση του Μεγάλου Γεγονότος, ήταν φυσικό να αναλογιστείς ότι αυτό που κατέγραψε σαν συλλογικό έπος δεν ήταν απλή ιστορική καταγραφή, αλλά βίωση που προέκυπτε και ζευγάρωνε με την δική του αμετανόητη δια βίου προσωπική Αντίσταση.
Αυτήν που, με μιαν ορισμένη έννοια, αποτύπωνε την αρετή ενός ταλαιπωρημένου, άνισου, αντιφατικού, αλλά και βαθιά φιλελεύθερου και αντιστασιακού λαού, του οποίου ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του ως ένα αναπόσπαστο συστατικό στοιχείο.
Γιατί, πάνω από όλα, ο Μανώλης Γλέζος υπήρξε ένας μαχόμενος Έλληνας.
Τελικά, σκέφτομαι, όπως ‒άλλωστε‒ και με διάφορους τρόπους έχει λεχθεί, ότι ο Μανώλης Γλέζος ίσως είναι ένας από τους πολύ λίγους που υπερέβησαν κυριολεκτικά την σοφή εναλλακτική πρόταση του Βενιαμίν Φραγκλίνου, ή να γράψουν κάτι που να αξίζει να διαβαστεί ή να κάνουν κάτι που να αξίζει να γραφτεί.
Ε, λοιπόν, ο πεισματάρης αυτός Απεραθίτης τα κατάφερε και τα δύο.