Δεν είναι πολύ θλιβερό; ή μόνο εμένα θλίβει; Είμαι 18 χρονών και το μόνο που σκέφτομαι είναι πότε θα έρθει εκείνη η στιγμή που θα απαλλαγώ από αυτή την άθλια κοινωνία.
Πότε θα καταφέρω επιτέλους να εκφραστώ ουσιαστικά ελεύθερα. Κάθε μέρα ανακαλύπτω, γύρω στους 1.000.000 καινούργιους λόγους που θέλω να φύγω από αυτό το λάκκο που λέγεται Ελλάδα. Αυτή η κυρία, και οι αντιπρόσωποι της, καταφέρνει με έναν εξαιρετικά αποτελεσματικό τρόπο να πνίγει, να ευνουχίζει και να σκοτώνει τα παιδία της. Όλοι εμείς λοιπόν «οι Ευρωπαίοι», βυζαίνουμε αχόρταγα την Μάνα-Μήδεια. Μας τρέφει όμως καλά. Ξενοφοβία, ρατσισμός, ημιμάθεια, παχυσαρκία, αποχαύνωση, ωχαδερφισμός, σταρχιδισμός, αδιαφορία, τρομοκρατία, νεοπλουτισμός, ομοφοβία, ανηθικότητα και πολλά, πολλά άλλα. Και όχι Μαμά-Ελλάδα, τα παραπάνω δεν τα έμαθα απ’ έξω από τις σημειώσεις του φροντιστηρίου. Τα βλέπω με τα μάτια μου και τα νιώθω στο πετσί μου. Λυπάμαι Μάνα-Μήδεια που εγώ δεν σου βγήκα όπως θα το ήθελες. Εγώ είμαι από τους άλλους, εγώ ονειρεύομαι, ελπίζω, παλεύω, χαίρομαι, κλαίω, ζω. Άκουσον, άκουσον! Σε ευχαριστώ για μόνο τούτο.
Ότι δηλαδή με έμαθες καλά να θέλω να φεύγω. Σε ευχαριστώ που με έμαθες να στέκομαι ατελείωτες ώρες στην ούρα του ΙΚΑ, να φτύνω τον κόρφο μου όταν βλέπω ότι ο διπλανός μου πέθανε, ο γείτονας μου έμεινε ανάπηρος, η φίλη της ξαδέρφης μου έπαθε καρκίνο και το αδερφάκι της συμμαθήτριας μου είναι αυτιστικό και να λέω «ευτυχώς, εγώ είμαι καλά, ευτυχώς αυτό δεν ήρθε σπίτι μας, ευτυχώς, ευτυχώς, ευτυχώς…». Λες κι έμενα ποτέ δεν θα με αγγίξει η δυστυχία, λες και το ποτάμι της ζωής θα περάσει από πάνω μου και θα με αφήσει αναλλοίωτη. Πόσο καλά με δίδαξες να ξεχνάω τις απατεωνιές σου, πόσο καλά με έμαθες να χαράζω φασιστικά σύμβολα, να δέρνω μετανάστες, επειδή έτσι μου είπες ότι γίνομαι πατριώτης και παλικάρι, να πετάω τα σκουπίδια έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου μου. Έσπειρες εξαιρετικά τα σπόρια της παρακμής σου, τώρα λοιπόν είναι η ώρα να μαζέψεις τους καρπούς σου.
Δεν ξέρω αν λυπάμαι ή αηδιάζω με την κατάντια σου. Τώρα, λοιπόν, βουλιάζεις μαζί με τους εθνικούς ευεργέτες σου και το αξιοθρήνητο κράτος σου. Εγώ καλώ όλους τους νέους ανθρώπους μαζί να φύγουμε κουνώντας σου το τελευταίο μαντήλι της φθοράς σου. Ξέρω, ξέρω γίνομαι υπερβολική, αυτό δεν νιώθεις βολεμένο ανθρωπάκι του καναπέ; Και όχι ρε, δεν είμαι χίπισσα ούτε αναρχική (άλλωστε θα ήθελε πολύ κουράγιο κάτι τέτοιο, μην κοιτάς που εσένα σε παραμυθιάζουνε),ούτε πρεζόνι, ούτε αλκοολική, ούτε περιθωριακή. Αν και αγαπώ πολύ αυτούς τους ανθρώπους, γιατί τολμούν, γιατί υποστηρίζουν βαθιά και με πάθος αυτό που είναι. Γιατί ζουν κόντρα στην απαίσια μικροαστική ηθική, κόντρα σε όλα τα «πρέπει» και τα «μη». Απλώς θέλω να ζήσω ισότιμα, αξιοκρατικά .απλώς θέλω να ζήσω. Ελλαδίτσα μου μικρή, το μόνο που κατάφερα να αρπάξω από εσένα είναι τα λογοτεχνικά κείμενα, την ιστορία σου (αν και προσπαθείς καλά να την κρύψεις) και τα ρεμπέτικα. Ελπίζω λοιπόν αδερφέ Έλληνα, Πακιστανέ, Ιρανέ, Πολωνέ, Άγγλε, Πορτογάλε, Ούγγρε, Αμερικάνε, Ρώσε, Ουκρανέ, Αλγερινέ, Βούλγαρε, Γάλλε, Ολλανδέ, Τούρκε, Κινέζε, Αλβανέ, Πόντιε, Τσιγγάνε, Βλάχε, Ισπανέ, Μαροκινέ, Κουβανέ, Γερμανέ, πλούσιε, φτωχέ, μικρομεσαίε, αγρότη, επιχειρηματία, πωλητή, οικοδόμε, ταξιτζή, νταλικέρη, σουβλατζή, κάτι να κατάφερα να μοιραστώ μαζί σας από τη δικιά μου απελπισία. Θα ήταν, δε, μεγάλη επιτυχία αν αύριο έλεγες «καλημέρα» στον περιπτερά σου, αν βοηθούσες την ηλικιωμένη κυρία να ανέβει στο λεωφορείο ή κάποιον με ειδικές ανάγκες να περάσει το δρόμο…
Ξένια Χατζηδάκη – Χανιά