του Δημήτρη Μπελαντή
Η εποχή μας, εδώ και τρεις δεκαετίες περίπου, είναι η εποχή των πολιτιστικών πολέμων («cultural wars»). H διεθνοποίηση ή παγκοσμιοποίηση της κουλτούρας, η άνοδος των ταυτοτικών κινημάτων ή κινημάτων ταυτοτικής πολιτικής («identity politics») και του μετα-φιλελεύθερου δικαιωματισμού, η ομογενοποίηση της πλανητικής διανόησης και η ριζική αμφισβήτηση των ως τώρα κοινωνικών προτύπων συμπεριφοράς, έχουν θέσει εκ των πραγμάτων το ζήτημα μιας πολύ έντονης και σοβαρής σύγκρουσης για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, των ανθρώπινων σχέσεων και του πολιτισμού στις δυτικές κοινωνίες. Ένα σημαντικό τμήμα της μορφωμένης και της εκπαιδευτικής κοινής γνώμης και διανόησης στη Δύση αμφισβητεί ριζικά τη Δύση. Όχι κυρίως από τη σκοπιά του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης αλλά από τη σκοπιά της καταπολέμησης του «ένοχου και ρατσιστικού παρελθόντος» του δυτικού πολιτισμού. Ο δυτικός πολιτισμός οφείλει να αποχωρήσει από το προσκήνιο της Ιστορίας και να προσχωρήσει στην αποδόμησή του («deconstruction»). Ιδίως θεωρητικά ρεύματα όπως ο γαλλικός μεταδομισμός, τα ακαδημαϊκά αγγλοσαξωνικά critical studies ή τα postcolonial studies ή τα gender studies βρίσκονται στην πρωτοπορία αυτής της κριτικής.
Υπάρχει πραγματική βάση σε αυτή την κριτική;
Και βέβαια υπάρχει. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι για αιώνες ουσιαστικά η εκπαίδευση στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, μεταξύ αυτών ιδίως στις αποικιακές και ιμπεριαλιστικές χώρες, ανέδειξε συστηματικά την «ανωτερότητα του δυτικού-λευκού ανθρώπου» έναντι των κατακτημένων λαών και ιδίως των «εγχρώμων», του χριστιανικού πολιτισμού έναντι των άλλων, της ανδρικής φυσικής κυριαρχίας και υπεροχής απέναντι στις γυναίκες, τα παιδιά και τα ζώα, τη «φυσικότητα» της δουλείας κ.λπ. Ότι ενίσχυσε τον εθνικισμό, τον μιλιταρισμό και την εδαφική κατάκτηση καθώς και μια λογική πολιτισμικής και φυλετικής υπεροχής κάθε «ανώτερου» έθνους ή φυλής έναντι των άλλων. Η αποκορύφωση αυτών των ιδεολογικών προσλήψεων στη Δύση, σε συνδυασμό και με τα αποτελέσματα της κρίσης του 1929 και του Ευρωπαϊκού Εμφυλίου Πολέμου, ήταν ο φασισμός και ο ναζισμός και η φρίκη των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης. Η υιοθέτηση μιας πολιτικής «κοινωνικής ή φυλετικής υγιεινής» έναντι των εκφυλισμένων «φυλών» και ομάδων δεν θα μπορούσε να προκύψει, αν δεν είχε προετοιμαστεί μακροχρόνια από αντίστοιχες ιδεολογίες και πολιτιστικές πρακτικές στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά έθνη.
Όμως, από τη δεκαετία του 1960 και μετά, αυτή η κατάσταση έχει αμφισβητηθεί και εν μέρει αναδιαταχθεί στα έθνη της Δύσης και στους εκπαιδευτικούς τους μηχανισμούς. Ιδίως σε μια μεγάλη περίοδο, η οποία πια μάλλον έχει ξεπεραστεί, όπου οι ιδέες της Αριστεράς υπήρξαν πολύ ισχυρές μέσα στα δυτικά πανεπιστήμια και όπου «τα παιδιά του ’68» κυριάρχησαν πνευματικά και ακαδημαϊκά. Η οπτική της κριτικής της αποικιακής και φυλετικής καταπίεσης μπήκε σε μεγάλο βαθμό στα εκπαιδευτικά προγράμματα, η προβληματική της διεκδικούμενης αναδιάταξης στις έμφυλες σχέσεις και του φεμινισμού δημιούργησε μια μεγάλη γενιά δραστήριων γυναικών ακαδημαϊκών κατά της έμφυλης καταπίεσης, ενώ πολλοί φοιτητές και φοιτήτριες από την περιφέρεια του καπιταλισμού εισχώρησαν, με τη βοήθεια και της Αριστεράς, στο εκπαιδευτικό και διδακτικό προσωπικό των σχολείων και πανεπιστημίων και έθεσαν την ιδιαίτερη οπτική και στίγμα τους. Όποιος δεν το βλέπει, πρέπει να είναι τυφλός ή ανειλικρινής. Παρά το ότι η Αριστερά υποχώρησε πολιτικά παντού μετά το 1990 έναντι του νεοφιλελευθερισμού, το πάντρεμα της Αριστεράς με τον πολιτιστικό φιλελευθερισμό παραμένει πάντοτε ένας πολύ ισχυρός παράγων στα αμερικανικά, δυτικοευρωπαϊκά και αυστραλιανά πανεπιστήμια. Και επηρεάζει σημαντικά τα κοινωνικά κινήματα στη Δύση. Αυτό δε το πάντρεμα έχει συντελέσει σημαντικά στη μετατόπιση του ενδιαφέροντος της αριστερής διανόησης και των αριστερών πολιτικών οργανώσεων από την εργατική και τη λαϊκή ταξική κεντρικότητα στην προβληματική του ρατσισμού και των πολιτικών ταυτότητας. Την ίδια στιγμή, ο «αριστερός» ή «κεντροαριστερός» ταυτοτικός φιλελευθερισμός, μέσω του Χόλυγουντ ως κέντρου του παγκόσμιου εικονικού πολιτισμού, αλλά και μέσω της «ταυτοτικής λογοτεχνίας» έχει πλημμυρίσει όλον τον πλανήτη. Όχι; Ακόμη και στο αστυνομικό μυθιστόρημα ή τη φανταστική λογοτεχνία σήμερα, οκτώ στις δέκα υποθέσεις έχουν υλικό φυλετικής ή έμφυλης σύγκρουσης (ενώ η «κοινωνική τάξη» ή η πατρίδα έχουν απλώς εξαλειφθεί). Αυτά, βέβαια, δεν σημαίνουν ότι ο φυλετικός ρατσισμός, ο έμφυλος και οι υπόλοιποι ρατσισμοί και οι αντίστοιχες διακρίσεις έχουν εκλείψει, σημαίνει όμως ότι το πολιτιστικό πεδίο είναι πλέον πολύ αμφίρροπο, αντιφατικό και συγχυσμένο, και ότι ένα σημαντικό τμήμα του κεφαλαίου διεθνώς (ουσιαστικά το πιο «φιλελεύθερο», τεχνολογικό και υβριδικό) είναι στο πλευρό του πολιτισμικού φιλελευθερισμού και των «ταυτοτήτων». Αυτό που οι Νέγκρι και Χαρντ περιγράφουν στο έργο τους «Αυτοκρατορία» ως το ανερχόμενο υβριδικό «Πλήθος» δεν είναι μόνο οι τεχνολογικά εργαζόμενοι, η διανόηση και οι «μειοψηφίες»: είναι συνάμα και το δυναμικό μέρος του κεφαλαίου που προωθεί την υβριδικότητα, την καταστροφή/απαξίωση των παλιών ταυτοτήτων, τη διεθνοποίηση, και , σε κάποιον βαθμό, και τον μετανθρωπισμό. Ο υβριδικός άνθρωπος, όσον αφορά την ταυτότητα και την ιδεολογία, πάει να συναντήσει το υπό εκκόλαψη πληροφορικό- γενετικό υβρίδιο του ιστορικού ανθρώπου με την Υπερ-μηχανή.
Η «πολιτικά ορθή» επίθεση συλλήβδην στον δυτικό πολιτισμό
Σήμερα, βρισκόμαστε σε μια νέα καμπή του πολιτιστικού πολέμου, πολύ πιο ριζική από όσα αναφέραμε παραπάνω. Δεν βρισκόμαστε απλώς σε έναν κριτικό αναστοχασμό και σε μια θαρραλέα αναδιάταξη αρχών του δυτικού πολιτισμού αλλά σε μια ισχυρή τάση αυτοκαταστροφής του με πρωτοβουλία ενός τμήματός του . Όπως φάνηκε και με τις φυλετικές και αντιρατσιστικές ταραχές του 2020 στις ΗΠΑ, υπάρχει μια ισχυρή τάση στον πολιτιστικό ταυτοτικό φιλελευθερισμό αλλά και σε ένα τμήμα των Black Lives Matter και ανάλογων κινημάτων κατά της πολύμορφης καταπίεσης που επιζητεί μια καταστροφή/εξάλειψη και όχι έναν αυτοστοχασμό του ιστορικά διαμορφωμένου δυτικού πολιτισμού. Η Δύση, χθες και σήμερα, κατά τους «πολιτικά ορθούς» –ακτιβιστές ή διανοούμενους– είναι αποκλειστικά το εκκολαπτήριο του ιμπεριαλισμού, του ρατσισμού, της πατριαρχίας και της καταπίεσης των θηλυκών και υβριδικών ταυτοτήτων, της εκμετάλλευσης, της αποικιακής σφαγής των άλλων λαών. Αντιθέτως, άλλοι πολιτισμοί (οι ασιατικοί, οι αφρικανικοί, οι αυτόχθονες αμερικανικοί ή οι αβοριγίνειοι κ.λπ.) εμφανίζονται όχι ακριβώς ως αυτό που υπήρξαν (δηλαδή ως πολιτισμοί με σημαντικά επιτεύγματα, προβλήματα και αντιφάσεις) αλλά αποκλειστικά ως το «αγνό»-«υψηλό» («pure»-«sublime») στοιχείο, ως «τα θύματα της καταπιεστικής Δύσης». Είναι προφανές ότι αυτή η μανιχαϊστική θεώρηση δεν επιτρέπει κανέναν ειλικρινή διάλογο ανάμεσα στον δυτικό και τους μη δυτικούς πολιτισμούς, καλλιεργεί αποκλειστικά μια εσωτερική εχθροπάθεια και ένα εσωτερικό φθοροποιό μίσος μέσα στη Δύση (όπου η «προοδευτική» διανόηση και το «προοδευτικό» κεφάλαιο είναι το επιτελείο και οι ακτιβιστές τύπου αντίφα το πεζικό αυτού του στρατού του πολιτισμικού φιλελευθερισμού).
Η βασική λογική του πολιτισμικού φιλελευθερισμού είναι να εξαλείψει την «άβολη Ιστορία» και την «άβολη Γλώσσα» από το δυτικό προσκήνιο. Με την υποτίθεται εναρμονιστική λογική ότι όπου δεν υπάρχει καταπιεστική γλώσσα και πολιτισμός δεν υπάρχει πια και καταπίεση ως πρακτική, σαν όλα να υπάρχουν μέσα στη γλώσσα (ακραίος υποκειμενικός ιδεαλισμός). Να εξαλείψει και τις «άβολες» ιστορικές πηγές και τεκμήρια. Να αναδιαμορφώσει το παρελθόν και την εικόνα μας γι’ αυτό, με βάση τις αξίες του πολύ πρόσφατου παρόντος
Η βασική λογική του πολιτισμικού φιλελευθερισμού είναι να εξαλείψει την «άβολη Ιστορία» και την «άβολη Γλώσσα» από το δυτικό προσκήνιο. Με την υποτίθεται εναρμονιστική λογική ότι όπου δεν υπάρχει καταπιεστική γλώσσα και πολιτισμός δεν υπάρχει πια και καταπίεση ως πρακτική, σαν όλα να υπάρχουν μέσα στη γλώσσα (ακραίος υποκειμενικός ιδεαλισμός). Να εξαλείψει και τις «άβολες» ιστορικές πηγές και τεκμήρια. Να αναδιαμορφώσει το παρελθόν και την εικόνα μας γι’ αυτό, με βάση τις αξίες του πολύ πρόσφατου παρόντος. Πρόκειται για ένα κολοσσιαίο σχέδιο «Rewriting History» οργουελιανών διαστάσεων και πολιτικής λογικής – το γεγονός ότι κάθε τι το αξιοπρεπές έχει απομείνει στην Αριστερά διεθνώς δεν αντιπαλεύει αυτό το σχέδιο αλλά και μερικά το υποβοηθά, λέει πολύ αρνητικά πράγματα για αυτήν την Αριστερά και τον ρόλο της στον πολιτισμικό πόλεμο. Όλοι οι ιστορικοί πολιτισμοί και τα τεκμήριά τους μέχρις το βάθος της προϊστορίας, με την εξαίρεση πολύ λίγων που δεν ξεπέρασαν κάποιο στάδιο κοινωνικής εξέλιξης, υπήρξαν, δυστυχώς, ταξικοί, ιστορικά άδικοι σε μεγάλο βαθμό, ανδροκρατικοί, κυριαρχημένοι από την καταπίεση, εκμετάλλευση και βία κ.λπ. Ή θα μελετήσουμε αναστοχαστικά αυτό το αρνητικό παρελθόν ή θα το εξαλείψουμε διοικητικά. Η εξάλειψή του σημαίνει την καταστροφή του πολιτισμού της Δύσης –και τελικά όλων των ανθρώπινων πολιτισμών– διά της λήθης μέσα από μια πλανητική υποτίθεται «Πολιτιστική Επανάσταση» ή «Προλετκούλτ»-«Λιμπεραλκούλτ» (1) Σημαίνει και την καταστροφή του ίδιου του βαθμού επίγνωσης, κριτικής και αυτοκριτικής της αποικοκρατίας στη Δύση, που σε μεγάλο βαθμό απορρέει από την εξέλιξη αρχών και αξιών της Δύσης, τουλάχιστον ως συνεισφορά (αυτονομία, εθνική κυριαρχία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, αξία του προσώπου κ.λπ.).
Όμως, οι διαφορετικοί υπαρκτοί πολιτισμοί έχουν μεν κυρίαρχες απόψεις και πρακτικές, αλλά βασικά είναι αντιφατικές οντότητες. Το να καταστρέψεις την Ιστορία και τον πολιτισμό των λαών της Δύσης σημαίνει: ότι μαζί με την δουλεία της αρχαίας Αθήνας σβήνεις και τον κατά Θουκυδίδη λόγο του Περικλέους για την δημοκρατία, ότι μαζί με τον Ιππόδρομο της Ρώμης καταστρέφεις και το πνευματικό και εκπολιτιστικό της έργο, το Ρωμαϊκό Δίκαιο, αλλά και τον Σπάρτακο, που ήταν γέννημα θρέμμα της εποχής αυτής, ότι μαζί με τους σκλάβους που έφτιαξαν τις πυραμίδες στην αρχαία Αίγυπτο, διαγράφεις και τις ίδιες τις πυραμίδες ως μνημεία του ανθρώπινου πολιτισμού και σβήνεις ή καλύπτεις με γκράφιτι την Στήλη της Ροζέτας. Μαζί με τις απολογίες υπέρ του φασισμού (που οφείλουμε να τις ξέρουμε καλά για να τις ανασκευάζουμε), θα εξαλείψουμε και το ιστορικό αποτύπωμα που είναι το Μνημείο του Αουσβιτς; Ακόμη και η ακριβής γνώση των μηχανισμών κυριαρχίας, ακόμη και στις πιο εξευτελιστικές και απάνθρωπες μορφές τους, είναι κέρδος γνωστικό για τον ανθρώπινο πολιτισμό και κέρδος ηθικό για το όποιο κίνημα χειραφέτησης και ελευθερίας σήμερα. Ο Φουκώ μας έχει μάθει το ότι όσα γνωρίζουμε για τον άνθρωπο εν μέρει οφείλεται στην γνώση που συσσώρευσαν τα συστήματα κυριαρχίας. Τι να κάνουμε; Να πατήσουμε delete στο ιστορικό software της ανθρωπότητας ; Και γιατί, στα πλαίσια της Λίμπεραλκουλτ, να μην καταστρέψουμε τις ταινίες, τα βιβλία, τα θεατρικά έργα, τους πίνακες που γεννήθηκαν μέσα στην καταπιεστική και ρατσιστική κοινωνία ως προϊόν των οιμωγών των σκλάβων;
Και τα αγάλματα; Τα αγάλματα των δουλοκτητών , των καπιταλιστών του παρελθόντος, των στρατοκρατών στρατηγών, των υποκριτικών παιδαγωγών, των κατακτητών; Δεν τα καταστρέφουμε; Η απάντηση είναι διαφοροποιημένη. Στα πλαίσια μιας καθολικής κοινωνικής επανάστασης, δεν θα καταδικάσουμε αυτόν που από αγανάκτηση και αίσθηση αποτίναξης του ζυγού ρίχνει το άγαλμα του τυράννου. Στα πλαίσια της μετανεωτερικής σύγχυσης που ζούμε σήμερα και όπου υπάρχει μια τάση συλλήβδην σβησίματος ή επαναγραψίματος της Ιστορίας, οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Μπορεί ένα άγαλμα να μετατοπισθεί σε άλλον χώρο παρουσίασης. Η καταστροφή του, όμως, είναι πράξη αμνησίας και τυφλού κοινωνικού βανδαλισμού ( με οριακές εξαιρέσεις, όπως ναζιστές ηγέτες κλπ).
Ας μάθουμε από άλλους πολιτισμούς, τους κατά τους πολιτισμικά φιλελεύθερους «αγνούς» και «θυματοποιημένους» πολιτισμούς. Αυτοί γιατί δεν καταστρέφουν τίποτε; Με την εξαίρεση μόνο των Αφγανών Ταλιμπάν. Αυτοί γιατί συντηρούν σχολαστικά τις πολιτιστικές, ιστορικές και θρησκευτικές τους ακόμη μορφές και καταβολές; Τα κριτήρια των πολιτισμικά φιλελεύθερων δεν καλύπτουν αυτές τις κοινωνίες; Ή σε αυτές ό,τι αρνητικό υπήρξε προήλθε αποκλειστικά από την δυτική αποικιοκρατία και όλα τα λοιπά ήταν πάντοτε «ιερά»; . Ο σχετικισμός των πολλών μέτρων και σταθμών και ο μανιχαϊσμός σε όλο του το μεγαλείο.
Σημείωση
1) Η «Προλετκούλτ» ήταν ένα σημαντικό πολιτιστικό κίνημα που ήθελε την αποδόμηση της αστικής και παραδοσιακής κουλτούρας μετά την Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία – την ύπαρξη μιας αποκλειστικά και καθαρά προλεταριακής κουλτούρας (κεντρική του μορφή ο φιλόσοφος Αλεξάντερ Μπογκνάνοφ). Το «Λιμπεραλκούλτ» είναι μια δική μας εννοιολογική κατασκευή κατ’ αναλογίαν του «Προλετκούλτ».