Του Γιάννη Δουλφή

Ο λαϊκισμός έχει πολλά πρόσωπα, είτε πραγματικά είτε φαντασιακά. Το φαντασιακό του πρόσωπο, όπως κατασκευάζεται από τη ρητορική των σύγχρονων αντιλαϊκιστών, είναι αυτό που αν κοιτάξουν στον καθρέφτη τους, θα δουν το πρόσωπό τους. Δηλαδή αυτό της εξίσωσης με τη δημαγωγία (1).

Το υπερπολιτικοποιημένο υπερβατικό, απλουστευτικό σχήμα της διχοτομίας σε Δεξιά-Αριστερά, το οποίο για να χωρέσει την συνθηκολόγησή της δεύτερης στην απόλυτη αποδοχή της υφιστάμενης κατάστασης –που απλά καταγγέλλεται για να αλλάξει σε ένα αόρατο μέλλον–, μεταβλήθηκε σε «Αριστερά-Ακροδεξιά». Η εν πολλοίς εξ ίσου φαντασιακή Ακροδεξιά λοιπόν ταυτίζεται με το λαϊκισμό και τον «εθνολαϊκισμό». Αυτή είναι η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική του φάση, ενώ στην περίοδο της «σκληρής αντιπολίτευσης» υιοθετούσε την αντίθετη.

Πρωτοστάτες στην ελληνική μεταπολίτευση της εισαγωγής του όρου ήταν, κατ’ αρχάς ο Άγγελος Ελεφάντης και η ομάδα γύρω από το περιοδικό του Ο Πολίτης, που εξηγούσαν, ερμήνευαν αρνητικά και απαξιωτικά το λαϊκισμό –για να πολεμήσουν το ΠΑΣΟΚ ως ελληνικό φαινόμενο, μια και η Ελλάδα αποτελούσε χώρα της περιφέρειας χωρίς να αποδέχονται και θεωρητικά το σχήμα κέντρο-περιφέρεια–, και στη συνέχεια ο, εκ του ΠΑΣΟΚ –ω! του θαύματος– Κώστας Σημίτης με τον «εκσυγχρονισμό» του, που έδωσε στην έννοια μια γενική απαξιωτική πολιτική σημασία, ταυτίζοντάς τον με τη δημαγωγία (2).

Η αρχική αυτή αντίληψη συνέδεε την εισβολή των μικροαστικών στρωμάτων στο κέντρο του πολιτικού συστήματος σε ένα πιο αποφασιστικό ρόλο από αυτό της υποτελούς εκπροσώπησής τους στο προηγούμενο διάστημα, σε συνδυασμό με την αρχηγικού τύπου κομματική μορφή και την άμεση σχέση του χαρισματικού ηγέτη-λαού καθώς και τη νέα μορφή των μακροχρόνιων πελατειακών σχέσεων στην πολιτική εκπροσώπηση με τις δομές του κρατικού μηχανισμού, σε μια απόκλιση από το πρότυπο του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, νοούμενη ως καθυστέρηση ως προς αυτό. Με αυτή την έννοια συνδεόταν με μια ορισμένη «κλασική» εξελικτιστική μαρξιστική ή μαρξίζουσα αντίληψη (3). Τη σκυτάλη πήρε στη συνέχεια, το λεγόμενο «εκσυγχρονιστικό» ρεύμα του ΠΑΣΟΚ, που σε αντιπαράθεση με την προηγηθείσα φάση του «λαϊκισμού», προέβαλε την εφαρμογή πολιτικών ευθυγράμμισης με το «δυτικό» πρότυπο. Κοινό χαρακτηριστικό ο ελιτίστικος χαρακτήρας των αντιλήψεων αυτών, η απέχθεια προς το λαϊκό συνδεόμενο με το μικροαστικό στοιχείο ως ένδειξη επιβίωσης προκαπιταλιστικών μορφών, που εμπόδιζαν την ανάπτυξη στην κατεύθυνση της ευθυγράμμισης με το πρότυπο αυτό, μέσω της ιδεολογίας του «ευρωπαϊσμού», συνέχεια της εκδοχής του «ευρωκομμουνισμού».

Η διαμάχη λαϊκισμού-αντιλαϊκισμού αναδύθηκε έτσι στη συνέχεια σε αξονική διαιρετική τομή της ελληνικής δημόσιας σφαίρας. Η νεοφιλελεύθερη επέλαση χρησιμοποίησε την ορολογία λαϊκισμός-λαϊκιστικός, ως ιδεολογικό πολιορκητικό κριό σε όλες τις επιθέσεις κατά των συμφερόντων και την ανατροπή των κοινωνικών κατακτήσεων όλης της προηγούμενης περιόδου (4).

Βέβαια η ρητορική αυτή στον Δυτικό κόσμο, δεν είναι νέα, παρά τη νέα μορφή που ενδύθηκε στα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού. Επειδή σε πολλές περιοχές του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, κυρίως στη Λατινική Αμερική, τα «λαϊκιστικά» κόμματα και οι ηγέτες τους πολεμούσαν τα Δυτικά συμφέροντα, ο χαρακτηρισμός «λαϊκιστής» απέκτησε αρνητική χροιά από τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, και η λιτανική καταγγελία του «ανεύθυνου λαϊκισμού» ανήκε στο ιδεολογικο-πολιτικό οπλοστάσιο της αμερικάνικης κυβέρνησης και των κυβερνήσεων των άλλων χωρών του ΝΑΤΟ, που ήθελαν να αποτρέψουν την εθνικοποίηση πλουτοπαραγωγικών πηγών. (Βλ. την περίπτωση του πραξικοπήματος κατά του Μοχάμαντ Μοσαντέκ το 1953 , όταν εθνικοπόιησε τις πετρελαιακές εγκαταστάσεις της Αγγλοϊρανικής Πετρελαϊκής Εταιρείας.)

Οι αντιφάσεις και οι αντιστάσεις στην παγκοσμιοποίηση, προκάλεσαν πρόσφατα στις χώρες του δυτικού καπιταλιστικού κέντρου και την Ε.Ε., τριγμούς και οδήγησαν στην ανάδυση νέων πολιτικών εκφράσεων με αντιφατική φυσιογνωμία, που ενσωματώνουν την κοινωνική δυσαρέσκεια των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, αλλά και των πληττόμενων εθνικών αστικών μερίδων

Για τους υπέρμαχους της παγκοσμιοποίησης, οποιαδήποτε φωνή εναντίωσης είναι πράγματι το ίδιο. Για την παγκοσμιοποίηση η εναντίωση δεν έχει διαφορά από πού προέρχεται. Αντίθετα, βοηθά στον προσδιορισμό του «εχθρού», του «άλλου» και ως εκ τούτου στον αυτοπροσδιορισμό και στην καλύτερη οργάνωση απέναντί του. Υπό αυτήν την έννοια, η αναγωγή του λαϊκισμού σε ιδεολογία αποτελεί και η ίδια φαινόμενο λαϊκισμού που δημιουργεί δύο στρατόπεδα: «εμείς» και οι «λαϊκιστές». Κυρίως, όμως, στερεί από τις αντισυστημικές δυνάμεις τον αυτοπροσδιορισμό μέσα από τη διαφοροποίηση από τον κυρίαρχο λόγο. Γιατί μπορεί να υπάρχει ένας αντισυστημικός λόγος που δεν αποτελεί την εικόνα ενός «δημαγωγικού λαϊκισμού», που χαϊδεύει τα αυτιά του απλού κόσμου με ψεύτικες υποσχέσεις και δρα αυταρχικά στο όνομά του, αλλά υπερασπίζεται τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις του, που να αξιώνει την κυριαρχία του με διαφανείς και συμμετοχικές διαδικασίες, πέραν της ανάθεσης.

Εμφανίσεις λαϊκιστικών κινημάτων

Μπορούμε να διακρίνουμε στον πραγματικό λαϊκισμό –και τα λαϊκιστικά κινήματα– μέσα στην ιστορική διαδρομή των νεωτερικών κοινωνιών, δύο πρόσωπα. Η αρχική του εμφάνιση με τους ναρόντνικους στη Ρωσία –που ήταν οι μόνοι που αυτοπροσδιορίστηκαν έτσι («προς το λαό»)– είχε ανατρεπτικό περιεχόμενο και μια ρομαντική απόχρωση. Η αναζήτηση ενός κοινωνικού υποκειμένου για την ανατροπή του τσαρικού καθεστώτος και του αναπτυσσόμενου καπιταλισμού στη Ρωσία, τους οδήγησε στους αγρότες. Οι αντιλήψεις τους συνένωναν τις ιδέες του ουτοπιστικού σοσιαλισμού με το αίτημα των ριζικών αγροτικών μετασχηματισμών, κατάργηση των τσιφλικιών, διανομή γης στους αγρότες και άλλα. Τάσσονταν κατά της δουλοπαροικίας και της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη Ρωσία, υπέρ της ανατροπής της απολυταρχίας και της εγκαθίδρυσης σοσιαλιστικής τάξης πραγμάτων. Ακολούθησαν τη γραμμή αναζήτησης «ιδιαίτερων δρόμων» κοινωνικής αναδιοργάνωσης της Ρωσίας σε ένα δρόμο μη καπιταλιστικής ανάπτυξης, με τη δυνατότητα της άμεσης μετάβασης στον σοσιαλισμό, δηλαδή παρακάμπτοντας τον καπιταλισμό, που εννοούνταν μέσω της αγροτικής κοινότητας. Δεν έβλεπαν ως νομοτελή αναγκαιότητα, το πέρασμα από την ανάπτυξη του καπιταλισμού για να φθάσει η κοινωνία σε μια μορφή συνεργατικής οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης, σε αντίθεση με το ντετερμινιστικό, εξελικτικό σχήμα του Μαρξ και του μαρξισμού (5). Η έννοια της άνισης ανάπτυξης του καπιταλισμού που αναπτύχθηκε από το Λένιν βασίζεται στις αντιλήψεις των ναρόντνικων.

Οι επαναστάσεις άλλωστε του 20ου αιώνα, αλλά και οι προγενέστερες, έγιναν με τη συμμετοχή των αγροτικών και μικροαστικών, παραγωγικών στρωμάτων της πόλης. Ακόμη και το μαρξιστικό ρεύμα αναγνώρισε κατ’ ανάγκη την ταξική συμμαχία του δικού του επαναστατικού υποκειμένου, του προλεταριάτου, με τα στρώματα αυτά σε ένα δευτερεύοντα ρόλο και με ένα «ωφελιμιστικό» τρόπο. Παρέκκλιση αποτέλεσαν η κινέζικη επανάσταση και ο Μαοϊσμός, που εισήγαγε στα πλαίσια του μαρξισμού την έννοια του λαού και των «λαϊκών» μαζών με άλλη προοπτική. Προδρομικά κινήματα που απηχούν αυτό το πνεύμα μπορούν να ανιχνευθούν στους Αναβαπτιστές κατά τον Πόλεμο των Χωρικών στη Γερμανία το 1524 μ.Χ., με το κίνημα του Μύνστερ και τους Ισοπεδωτές στην Αγγλία το 1640 μ.Χ. κατά τον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο.

Το δεύτερο πρόσωπο, εκδηλώθηκε μέσα από τις απόπειρες, κυρίως σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, της πολιτικής αντιπροσώπευσης των συμφερόντων των λαϊκών στρωμάτων, με την ενεργητική πολιτική συμμετοχή μέσα από μια διαδικασία συμβιβασμού με τις κυρίαρχες κοινωνικές τάξεις. Χαρακτηριστικότερο φαινόμενο αποτελεί ο Περονισμός στην Αργεντινή, που αποτέλεσε τη βάση για τις σύγχρονες μελέτες του φαινομένου του λαϊκισμού (6). Συνέχεια του Περονισμού που διαμόρφωσε ένα ολόκληρο αστερισμό πολιτικών ρευμάτων και κομμάτων στη σύγχρονη εποχή είναι ο Κιρχνερισμός.

Τίθεται ως εκ τούτου το ερώτημα στη ρητορική του αντιλαϊκισμού, αν το μεταπολεμικό δυτικό ανάπτυξης του καπιταλισμού θεωρείται άραγε λαϊκιστικό.

Και το πείραμα του Τσάβες χαρακτηρίστηκε λαϊκιστικό, αν και δεν μπορεί να του αποδοθούν δεξιές ή φασιστικές πτυχές, παρά μόνον από τους νεοφιλελεύθερους ψευδο-αντιλαϊκιστές.

Για τους υπέρμαχους της παγκοσμιοποίησης, οποιαδήποτε φωνή εναντίωσης είναι πράγματι το ίδιο. Για την παγκοσμιοποίηση η εναντίωση δεν έχει διαφορά από πού προέρχεται. Αντίθετα, βοηθά στον προσδιορισμό του «εχθρού», του «άλλου» και ως εκ τούτου στον αυτοπροσδιορισμό και στην καλύτερη οργάνωση απέναντί του. Υπό αυτήν την έννοια, η αναγωγή του λαϊκισμού σε ιδεολογία αποτελεί και η ίδια φαινόμενο λαϊκισμού που δημιουργεί δύο στρατόπεδα: «εμείς» και οι «λαϊκιστές». Κυρίως, όμως, στερεί από τις αντισυστημικές δυνάμεις τον αυτοπροσδιορισμό μέσα από τη διαφοροποίηση από τον κυρίαρχο λόγο

Το σημερινό φάντασμα

Οι αντιφάσεις και οι αντιστάσεις στην παγκοσμιοποίηση, προκάλεσαν πρόσφατα στις χώρες του δυτικού καπιταλιστικού κέντρου και την Ε.Ε., τριγμούς και οδήγησαν στην ανάδυση νέων πολιτικών εκφράσεων με αντιφατική φυσιογνωμία, που ενσωματώνουν την κοινωνική δυσαρέσκεια των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, αλλά και των πληττόμενων εθνικών αστικών μερίδων, με τα φαινόμενα της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, της υπερψήφισης του Brexit στη Βρετανία, αλλά πιο προωθημένα την κυβέρνηση συμμαχίας μεταξύ του Κινήματος των Πέντε Αστέρων με ηγέτη τον Λουίτζι ντι Μάιο και της Λίγκας του Βορρά με ηγέτη το Ματέο Σαλβίνι με επικεφαλής τον Τζουζέπε Κόντε που προέκυψε μετά τις γενικές εκλογές του 2018 στην Ιταλία. Κεντρικό ζήτημα αποτελεί η ανεξέλεγκτη μετανάστευση και οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί που προκαλεί από την υποβάθμιση των δικαιωμάτων και των εισοδημάτων των εργαζομένων. Ερμηνεύεται ως συμμαχία μεταξύ δεξιού και αριστερού λαϊκισμού, χωρίς αρνητικό ή θετικό φορτίο, σύμφωνα με την διάκριση που έκανε ο Ερνέστο Λακλάου (Ernesto Laclau), που ξαναπιάνει στο βιβλίο του «Η εκδοχή του λαϊκισμού, η ταξική πάλη στον νεοφιλελευθερισμό» (La variante populista. Lotta di classe nel neoliberismo, Derive Approdi, 2016) υπό νέο πρίσμα ο Κάρλο Φορμέντι, που ανιχνεύει το κοινωνικό υπόβαθρο της εκλογικής τους επιτυχίας, ως εξής: «Ο λαϊκισμός της δεξιάς, η Λίγκα του Βορρά, κατάφερε να εκφράσει τη δυσαρέσκεια των μικρομεσαίων επιχειρηματιών και μεγάλων τμημάτων της εργατικής τάξης του Βορρά, ενώ ο λαϊκισμός του Κινήματος 5 Αστέρων, ενός κινήματος συγκεχυμένου ιδεολογικού προσανατολισμού, επηρέασε τα νέα επαγγελματικά στρώματα». (7)

Ο λαϊκισμός λοιπόν, είναι το σημερινό φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη. Στην παρούσα φάση, έχει τη δεύτερη μορφή, απορροφώντας τις διεκδικήσεις και τις αγωνίες του ετερογενούς λαϊκού σώματος, με αμυντική μορφή και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με το κοινωνικό σχέδιό του, αφού η παρούσα φάση της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης, όπου οι διαδικασίες της αρπαγής και της λεηλασίας εδαφών, λαϊκών περιουσιών, καταστροφής κοινωνιών και κρατικών διαμελισμών, της γενοκτονίας, των συγκρούσεων των ισχυρών για αναδιανομή πλουτοπαραγωγικών πηγών (8), της εξόδου από τον παραδοσιακό κοινοβουλευτικό και δικαιωματικό δημοκρατισμό, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με τις κλασικές εκλογικές διαδικασίες, οποιαδήποτε κοινωνική αλλαγή, η οποία οφείλει να λάβει εθνικές και λαϊκές διαστάσεις. Το υπερεθνικό έδαφος του «ευρωπαϊσμού» δεν μπορεί να είναι λαϊκό, ούτε οι αγώνες μπορούν να διεξαχθούν ανεξαρτήτως εδάφους. Αυτό άλλωστε πρέσβευε και ο Ένγκελς: «για να είναι σε θέση κανείς να πολεμήσει χρειάζεται πρώτα ένα έδαφος να σταθεί, αέρα, φως και χώρο. Διαφορετικά όλα είναι μάταιη φλυαρία.» (9)

Για μια ουσιαστική συζήτηση σχετικά με το έθνος και τον εθνικισμό, που δεν θα εξαντλείται σε στερεότυπα και ετοιμοπαράδοτες ιδέες θα πρέπει να αναμετρηθούμε και με τις αντι-εθνικιστικές αντιλήψεις για το έθνος, που επιχειρούν να κατασκευάσουν μια γενική θεωρία για το έθνος και την εθνογένεση (βλ. Ernest Gellner, Benedict Anderson) ανεξάρτητα από τις διαφορετικές ιστορικές συνθήκες διαμόρφωσης των διαφορετικών υποστάσεων και των διαδικασιών, τη μαρξιστική θεώρηση της γέννησης των εθνών από το κράτος, τις ποικίλες αποχρώσεις του εθνικισμού (βλ. και Αλ. Παπαναστασίου (10)), όσο και με τον εθνοφυλετισμό, τον εθνο-ρομαντισμό, όπως και με την αποικοκρατία και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα κ.ά. (11)


Σημειώσεις

(1) Λαϊκισμός είναι η στάση και η συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από υπερβολική και μη αυθεντική λαϊκότητα. Λαϊκισμός είναι η κατ’ επίφαση λαϊκότητα, δηλαδή αυτό που δείχνει λαϊκό ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι (wikipedia). Στον εγχώριο πολιτικό και δημοσιογραφικό λόγο, ο λαϊκιστής έχει ταυτιστεί σε μεγάλο βαθμό (αν όχι απόλυτα) με τον «δημαγωγό» ή τον «δημοκόπο». Για να το θέσουμε με όσο το δυνατόν απλούστερους όρους, αποδίδεται σε εκείνους τους πολιτικούς (αν και όχι μόνον σε πολιτικούς) που κολακεύουν αφειδώς το λαό, υποσχόμενοι πράγματα τα οποία δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν… (σχετική εδώ και η περιβόητη «παροχολογία», σχεδόν συνώνυμη – όσον αφορά τα εγχώρια – του λαϊκισμού, όπως και η συζήτηση περί «πολιτικού κόστους»)… Γιατί, όμως, οι διάφοροι πολιτικοί και δημοσιολόγοι δεν χρησιμοποιούν άλλους, πιο ταιριαστούς ίσως για την περιγραφή τους, όρους, όπως «δημαγωγός», «λαοπλάνος» ή και «λαοκόλακας»; Γιώργου Κατσαμπέκη και Γιάννη Σταυρακάκη, Λαϊκισμός: έγκλημα ή διέξοδος; 20 Δεκεμβρίου 2010, και Γιάννη Σταυρακάκη, Nικόλα Σεβαστάκη Λαϊκισμός, αντιλαϊκισμός και κρίση, Εκδόσεις Νεφέλη, Νοέμβριος 2012.

(2) Είναι άραγε τυχαίο που ο Ανδρέας Πανταζόπουλος, συστηματικός αρθρογράφος της εφημερίδας Αυγή και του περιοδικού Ο Πολίτης, γνήσιο τέκνο της μεταπρατικής πρακτικής των εξ εσπερίας ιδεών των Ελλήνων διανοουμένων μεταπήδησε από την Ανανεωτική Αριστερά στο Εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ και το νεφέλωμα του ακραίου κέντρου και είναι στέλεχος του think tank Κύκλος Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση του Ευάγγελου Βενιζέλου και μεταφέρει στα καθ’ ημάς, τις ιδέες του πνευματικού του πατέρα Pierre – André Taguieff – πάλαι ποτέ οπαδός της Καταστασιακής Διεθνούς και νυν υπερασπιστής του «ακραίου» κέντρου, της πολιτικής ορθότητας, του σιωνισμού και της πολυπολιτισμικότητας – που θεωρητικοποίησε την έννοια του εθνικολαϊκισμού. Η νέα αντικειμενικότητα που επικαλείται, προκύπτει από τη μελέτη «θεμάτων» που επιλέγει, όπως η συνωμοσιολογική σκέψη που επικαλείται ως έννοια που τροφοδοτείται από το λαϊκισμό και το λαϊκό ανορθολογισμό. Η «άκρα αριστερά», στην οποία συγκαταλέγει τους Noam Chomsky, Jean Ziegler και Pierre Bourdieu, δαιμονοποιείται στο όνομα της απο-δαιμονοποίησης της υπάρχουσας κατάστασης πραγμάτων, όπως και η «άκρα δεξιά», δύο πόλοι που συμπλέουν κατ’ αυτόν, στην αμφισβήτηση του καλύτερου των δυνατών κόσμων.

Βλ. τα βιβλία του: Ο αριστερός εθνικολαϊκισμός Από την αντιπολίτευση στην εξουσία (Επίκεντρο, 2016), Ο αριστερός εθνικολαϊκισμός 2008-2013 Από την «εξέγερση» του Δεκέμβρη, τους «Αγανακτισμένους» και τις εκλογές του 2012 μέχρι το νέο κυπριακό ζήτημα (Επίκεντρο, 2013), Λαϊκισμός και εκσυγχρονισμός 1965 – 2005 Απορίες και κίνδυνοι μιας μαχητικής συμβίωσης (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2011) Η δημοκρατία της συγκίνησης Ίμια – Οτσαλάν: Αντιεκσυγχρονιστικές και εκσυγχρονιστικές τάσεις στο πολιτικό σύστημα (Πόλις, 2002), Για το λαό και το έθνος Η στιγμή Ανδρέα Παπανδρέου 1965-1989 (Πόλις, 2001). Και την αρθρογραφία: Η «ουσία» του εθνικολαϊκισμού, Σάββατο 18 Φεβ 2017, Ο εθνικολαϊκιστικός μύθος, Δευτέρα 26 Δεκ 2016, Η λαϊκιστική μνησικακία, Τρίτη 06 Ιουν 2017
Για τον μέντορά του Pierre – André Taguieff, που είναι ο θεωρητικός εισηγητής της έννοιας του εθνικολαϊκισμού Βλ. και Λαϊκισμός, συνωμοσιολογία, θυματοποίηση, Σάββατο, 12 Μαΐου 2018)

(3) βλ. Νίκου Μουζέλη Κοινοβουλευτισμός και Εκβιομηχάνιση στην Ημι-περιφέρεια. Ελλάδα – Βαλκάνια, Λατινική Αμερική, εκδόσεις Θεμέλιο 1987)

(4) Βλ. τους σημερινούς μονομάχους του πολιτικού συστήματος, να αλληλοκατηγορούνται για λαϊκισμό, αφού οι διαφορές μεταξύ τους εκκενώθηκαν από κάθε περιεχόμενο: (news247 03 Νοεμβρίου 2018)

(5) Για τον ναροντνικισμό είναι χαρακτηριστικά δύο ρεύματα. Το επαναστατικό και το φιλελεύθερο. Στις απαρχές τους (δεκαετία 1860), βέβαια επιδιώκουν τη φιλελευθεροποίηση του τσαρικού καθεστώτος. Αναπτύσσουν έντονη προπαγανδιστική δραστηριότητα στους κόλπους της αγροτιάς, ιδίως στις νέες συνθήκες που δημιουργεί η κατάργηση της δουλοπαροικίας, το 1861. Οι επαναστάτες με κύριους ιδεολόγους τους Πιοτρ Λαβρόφ, και Τκατσόφ, και την επίδραση των ιδεών του Μπακούνιν, και με την ενεργό συμμετοχή του Κροπότκιν μέσω του Circle of Tchaikovsky στις αρχές της δεκαετίας του 1870, προσανατολίζονταν στην οργανωτική προετοιμασία αγροτικής επανάστασης και την επιδίωκαν με διάφορους τρόπους, ενώ ο φιλελεύθερος ναροντνικισμός που δρούσε νόμιμα, αναζητούσε ειρηνικές μορφές μετάβασης στον σοσιαλισμό. (Βλ. Graham John Gamblin Russian Populism And Its Relations With Anarchism 1870 – 1881 PhD 1999)

(6) Πυλώνες του Περονισμού ήταν η κοινωνική δικαιοσύνη, η οικονομική ανεξαρτησία και η εθνική κυριαρχία, σε μια κατεύθυνση τρίτου δρόμου με την απόρριψη τόσο του καπιταλισμού όσο και του κομμουνισμού. Στο πλαίσιο αυτό κρατικοποίησε τις μεγαλύτερες βιομηχανικές επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας. Ο ρόλος του κράτους γίνεται καθοριστικός για τον συμβιβασμό των συμφερόντων μεταξύ επιχειρηματιών και εργαζομένων. Η οικονομική και κοινωνική πολιτική του Περόν ενσωμάτωνε τα συμφέροντα των μαζών και ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων, παράλληλα με την αδέσμευτη και αντι-ιμπεριαλιστική εξωτερική του πολιτική. Σύμφωνα με την οπτική των αντιπάλων του, ο Περονισμός ήταν μια αυταρχική ιδεολογία και διακυβέρνηση. Ο Περόν συγκρίθηκε συχνά με φασίστες δικτάτορες, κατηγορούμενος για δημαγωγία, όπως και για τον εθνικισμό του. Η πιο συστηματική μελέτη του φαινομένου του Περονισμού σε ισορροπημένη βάση χωρίς αρνητικό φορτίο έγινε από τον Ernesto Laclau (βλ. Ernesto Laclau, Politics and Ideology in Marxist Theory, Verso NLBooks, 1977, Hegemony and Socialist Strategy (with Chantal Mouffe) Verso NLBooks, 1985, ενώ από τη σκοπιά του αντιλαϊκισμού βλ. Pierre-Andre Taguieff: Περονισμός, το υπόδειγμα του εθνικολαϊκισμού

(7) βλ. Παγκοσμιοποίηση, λαϊκισμός και Αριστερά, Δρόμος της Αριστεράς Φύλλο 404 – 21/4/2018, και Συνέντευξη στον Δρόμο της Αριστεράς 14 Φεβρουάριος, 2017)

(8) David Harvey, Ο Νέος Ιμπεριαλισμός, εκδόσεις Καστανιώτη, 2006, Michael Hudson, Super Imperialism: The Economic Strategy of American Empire (1972) New Edition: The Origin and Fundamentals of U.S. World Dominance, Pluto Press; 2nd completely revised edition 20 Jan 2003), The Bubble and Beyond (2012) Islet, 2nd 2014 Update ed. edition (20 Jun. 2014), Killing the Host (ISLET, 20 Aug 2015), Finance as Warfare (College Publications, 5 Nov. 2015) Maurizio Lazzarato, Η Κατασκευή του Χρεωμένου Ανθρώπου. Δοκίμιο για τη Φιλελεύθερη Κατάσταση, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Μάρτιος 2014.

(9) βλ. Εθνικισμός, Διεθνισμός και το Πολωνικό Ζήτημα, Μαρξιστική Σκέψη. Τεύχος 19 Ιανουάριος – Μάρτιος 2016, σελ 14 Αφιέρωμα: Εθνικό Ζήτημα.

(10) Ο Αλ. Παπαναστασίου διακρίνει διάφορα είδη εθνικισμού διαφορίζοντας τον αμυντικού χαρακτήρα εθνικισμό, από το σωβινισμό, που αποτελεί τον επιθετικό εθνικισμό των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. (Βλ. Ο Εθνικισμός, περιοδικό «Επιθεώρησις των Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών» τεύχος 1, Δ’ τρίμηνο του 1916, στο: Ο Εθνικισμός Και Άλλα Κείμενα, Εκδόσεις Ευρασία, 2009)

(11) Ενδεικτικά βλ. Θωμά Κοροβίνη, Θεόδωρου Ζιάκα, Αναζητώντας μια Θεωρία για το Έθνος, Θεόδωρου Ζιάκα, Έθνος και Παράδοση, Εναλλακτικές Εκδοσεις, Εθνισμός και Αριστερά, Εκδόσεις Πελεκάνος, Το Εθνικό Ζήτημα. Michael Lowy, Από το Μαρξ μέχρι σήμερα, Εκδόσεις Στάχυ, Michael Lowy, Tom Nairn κ.α., Εθνικισμός. Ο Σύγχρονος Ιανός, Εκδόσεις Στοχαστής). Πώς να χωρέσουν στα απλουστευτικά αυτά σχήματα η μακραίωνη εθνοφυλετική σύσταση των Κινέζων, οι Άραβες ως ένα έθνος με πολλά κράτη, οι Εβραίοι ως έθνος της διασποράς, το γεγονός ότι ανεξάρτητα από τη διαδικασία εθνογένεσης από τη Γαλλία ως κράτος έμεινε εκτός η Βαλονία, ενώ εντός βρέθηκε η Βρετάνη και η Κορσική, η ενοποίηση της Γερμανίας δεν συμπεριέλαβε την Αυστρία, τα σύγχρονα πολυεθνικά κράτη – Ισπανία, Τουρκία, ΗΠΑ κλπ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!