Το εγχώριο πολιτικό σκηνικό δεν δίνει μεγάλα μεγέθη αυτό το διάστημα. Για την ώρα καρκινοβατεί. Με τα όσα γίνονται –από τη μια κυβερνητικές μεθοδεύσεις, από την άλλη κάποια διάσπαρτα πολιτικάντικα κολπάκια των «αντιπολιτευομένων», έτσι «για ξεκάρφωμα» μέσα στη γενικευμένη τους σκόπιμη αδράνεια και σιωπή‒ η σκέψη πάει μοιραία στο «Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι». Ή ίσως και στο «το να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο». Άλλωστε κάποια μοτίβα λίγο-πολύ επαναλαμβάνονται τις τελευταίες «πυκνές» δεκαετίες.
Ο Μητσοτάκης επιχειρεί αγωνιωδώς «αλλαγή ατζέντας» ‒ Πλαστές εικόνες, απύθμενο θράσος και επιθετικότητα απέναντι στην κοινωνία
Πρώτο του μέλημα-«στοίχημα». Να βγει η κυβέρνηση από το στρίμωγμα της λόγω Τεμπών. Πέραν της πολυεπίπεδης συγκάλυψης και του γενικού «πλυντηρίου» που προωθεί όλο και πιο λυσσαλέα, η κυβέρνηση από κοινού με τους μηχανισμούς του κράτους και της δικαιοσύνης που ελέγχει επιχειρεί και μια σειρά αντιπερισπασμών. Οι χειρισμοί για τα Τέμπη εκ των πραγμάτων αυξάνουν τη φθορά της και παγιώνουν την ανυποληψία της. Έτσι οι ελπίδες έχουν εναποτεθεί στους χειρισμούς για την καλλιέργεια σύγχυσης και αμφιβολίας (με την ευγενική χορηγία και των άλλων του πολιτικού συστήματος), στην ομερτά των θεσμών που ελέγχονται σε υπολογίσιμη κλίμακα (επιστημονικές ενώσεις και ακαδημαϊκή κοινότητα) και στην αγωνιώδη προσπάθεια «αλλαγής ατζέντας».
- Κατεύθυνση πρώτη. Η συστηματική, επίμονη, οργουελιανή προβολή εντελώς ψευδών-πλαστών εικόνων. «Η χώρα εκσυγχρονίζεται». Σε μετωπική σύγκρουση με την πραγματικότητα που με δύο λέξεις είναι: ο εγχώριος μεταπρατισμός σε νέες όλο και πιο οριακές περιπέτειες, παράγει οριακές συνθήκες που δοκιμάζουν την ύπαρξη της χώρας. Νέες εκδοχές όλων των «άθλων» του σημιτικού εκσυγχρονισμού» όπου τώρα η έμφαση δίνεται στην ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και του κράτους. Που τάχα φέρνει «όλα τα καλά» και «εξορθολογίζει όλες τις παθογένειες». Χωρίς υπερβολή το φάρμακο που προτείνεται μονότονα «δια πάσαν νόσον» είναι άλλη μια ψηφιακή πλατφόρμα. Βέβαια αυτά που υπάρχουν «πίσω απ’ την οθόνη» είναι εντελώς διάτρητα. Υγεία, παιδεία, συγκοινωνίες, άλλες κοινωνικές υπηρεσίες, όλα μπάζουν και απαξιώνονται με σχέδιο, οδηγούμενα προς ιδιωτικοποίηση. Όμως δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τους σχεδιασμούς. Η ψηφιοποίηση ‒αυτή η συγκεκριμένη όχι κάποια άλλη υποθετική, αφηρημένη και απογειωμένη από τις πραγματικές κοινωνικές συνθήκες– είναι μεγάλη πολιτικοοικονομική επιχείρηση από πλευράς εξουσίας: α) συλλογή ενοποιημένων στοιχείων προς επεξεργασία τόσο σε ατομική όσο και κοινωνική-στατιστική βάση. Με τεράστια οικονομική αξία αλλά και για την υποστήριξη βαθύτατων μηχανισμών πολιτικοκοινωνικής πειθάρχησης του πληθυσμού. Η Ελλάδα υπό τις παρούσες συνθήκες του καθεστώτος μειωμένης κυριαρχίας γίνεται χώρα-χώρος πιλότος για την εφαρμογή τέτοιων σχεδιασμών. Μέχρι και το DNA των νεογνών παραδίδεται από τον υπουργό Υγείας σε αμερικάνικες εταιρείες και επιχειρείται θρασύτατα να εμφανιστεί το θέμα σαν «πρόοδος που μπορεί να απογειώσει τις δυνατότητες αντιμετώπισης ασθενειών κ.λπ.» β) Η προωθούμενη ψηφιοποίηση παράγει επί τούτου κοινωνικούς αποκλεισμούς και τη δραματική αύξηση της δύναμης επιβολής μιας σειράς απρόσιτων ιεραρχικών μηχανισμών (ας πάει κανείς να συνεννοηθεί με μια Τράπεζα ή με κάποια δημόσια υπηρεσία δι’ υπόθεσίν του, ακόμη περισσότερο αν είναι ηλικιωμένος και με μικρές δυνατότητες «δικτύωσης»). Η δημόσια διοίκηση ‒ολόκληροι τομείς της ιδιωτικοποιούνται‒ μπροστά στα μάτια μας. Σε κάθε βήμα παράγονται νέα κόστη. Χρειάζεσαι έναν λογιστή για την Εφορία, έναν δικηγόρο για να βγάλεις σύνταξη, έναν μηχανικό για να υποβάλεις την «Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου», ένα ΚΥΔ ‒Κέντρο Υποβολής Δηλώσεων (!)‒ για την κατάθεση αίτησης για αγροτική επιδότηση στον ΟΠΕΚΕΠΕ (εδώ μάλιστα πρόκειται για ολόκληρο μηχανισμό ενός νέου τύπου πελατειακού κράτους που θυμίζει πρακτικές μαφίας). Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι οικοδομείται σιωπηρά ο ιστός ενός νέου πελατειακού συστήματος που σε πλείστες περιπτώσεις γεννά τους δικούς του «ψηφιακούς» τύπους εκτεταμένης διαφθοράς, συνενοχής και συγκάλυψης.
- Ένα ακόμη μοτίβο. Μεταβολή της ατζέντας με ανάδειξη της «πρωτοβουλίας» για την άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Πολλαπλή στόχευση. Πρώτα απ’ όλα επιχείρηση να αποδοθούν οι συχνά ακόμη και εγκληματικές ανεπάρκειες του κρατικού μηχανισμού, στους υπαλλήλους που δεν αξιολογούνται κ.λπ. Και σ’ αυτή τη βάση να εξαφθούν οι «κοινωνικοί αυτοματισμοί», η ψυχολογία του «αποδιοπομπαίου τράγου» και να κρυφτεί πίσω από την αντάρα και τη σκόνη, ο μοιραίος και δόλιος ρόλος των κυβερνώντων ως προς το «πώς έχουν στήσει το κράτος». Η ίδια η πραγματικότητα έρχεται να αφαιρέσει κάθε αληθοφάνεια απ’ όλο το παραμύθι της «αξιολόγησης». Ότι τάχα οι κυβερνώντες κόπτονται για την ποιότητα και τη σοβαρότητα. Η αμέλεια και ένας σωρός από άλλες πολύ εκτεταμένες αντικοινωνικές συμπεριφορές είναι ο καθρέφτης των δικών τους αξιών και «αξιολογικών κριτηρίων». Είναι η εικόνα τους, ο σταθμάρχης που διόρισαν στη Λάρισα και όλη η ενορχηστρωμένη από τους ίδιους ρεμούλα και απάτη που αποκαλύπτεται (όσο αποκαλύπτεται) με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και προς στιγμήν τους βάζει εμπόδια στο ανέβασμα του έργου «αρετή» και ποιοτική εκκαθάριση (!) της δημόσιας διοίκησης. Και τόσα άλλα πρωτοφανή που τείνουν να γίνουν καθημερινότητα. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο –και ως προς αυτό ο ίδιος ο Μητσοτάκης έχει ήδη διαπιστωμένες περγαμηνές (όλη η μεθόδευσή του το 2013 που οδήγησε στην οριζόντια διαθεσιμότητα / απόλυση εκπαιδευτικών ικανοποιώντας μνημονιακές απαιτήσεις)– ξεδιπλώνεται μια απροκάλυπτη επιθετικότητα κατά της κοινωνίας και κρίσιμων ιστορικά κατακτημένων δυνατοτήτων της να στέκεται με όρους αξιοπρέπειας απέναντι στις διαχρονικές αυθαιρεσίες των εκάστοτε κυβερνητικών εξουσιών. Ολόκληρη η τρέχουσα κυβερνητική πολιτική για την προτεινόμενη συνταγματική αναθεώρηση εξυπηρετεί τέτοιους σκοπούς ρεβάνς απέναντι στην κοινωνία, εκτιμώντας ότι τώρα τους ευνοεί το κλίμα πολιτικής αποδιοργάνωσης που έχει δημιουργηθεί. Άρση μονιμότητας δημοσίων υπαλλήλων, συνολική κατεδάφιση του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας αλλά και κάποιες λιγότερο προβαλλόμενες πλευρές που «απελευθερώνουν» τη χωροταξική-πολεοδομική ασυδοσία των μεγάλων συμφερόντων. Η συντονισμένη κυβερνητική επιθετικότητα απέναντι στα δημόσια πανεπιστήμια, τη φοιτητική αλλά και τη μαθητική νεολαία επίσης τέτοιους στόχους πειθάρχησης-κοινωνικής αποστείρωσης εξυπηρετεί. Και όπως πάντοτε επικουρούμενη από τις απαραίτητες κάθε φύσεως και προελεύσεως προβοκάτσιες.
Πολιτικό σύστημα και κοινωνική αντιπολίτευση ‒ Δύο κόσμοι με αντίθετες επιδιώξεις
Τα όσα προωθεί η κυβέρνηση, αντικοινωνικά σε πολλαπλά επίπεδα και αποδιαρθρωτικά για την υπόσταση της χώρας, δεν θα ήταν δυνατά χωρίς την πρωτοφανή συνθήκη μιας απόλυτης έλλειψης πολιτικής αντιπολίτευσης. Οι εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών είναι και ως προς αυτό απόλυτα αποκαλυπτικές. Η κυβέρνηση κινητοποιεί αδίστακτα τα πάντα όχι μόνο για τη συγκάλυψη αλλά και για την απόλυτη απαλλαγή όλων των ανθρώπων του κύκλου της. Όλο το σκηνικό που στήθηκε με τις προανακριτικές (για τον Τριαντόπουλο και τώρα για τον Καραμανλή) είναι μια μηχανή όπου τόσο η κυβέρνηση όσο και τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, το καθένα με τον δικό του ρόλο, κόβουν και ράβουν και τελικά πάνε να στομώσουν την απόδοση δικαιοσύνης που απαιτεί η κοινωνία. Οι ξεχωριστές (!) προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης για την παραπομπή Καραμανλή αλλά και τα σκεπτικά των περισσοτέρων απ’ αυτές, οι σχετικές κινήσεις αλλά και σιωπές τους, συμπεριλαμβανομένων και των έμμεσων χειρών βοηθείας προς την κυβέρνηση για το κυριολεκτικά φλέγον θέμα του παράνομου φορτίου ‒βλέπε ανάμεσά τους τη γραμμή που αφήνει να διαρρεύσει το ΚΚΕ (!) μέσω της Λ. Κανέλλη και άλλων αλλά και τις ανάλογες τοποθετήσεις Βαρουφάκη (!)‒ ενισχύουν τις παραπάνω εκτιμήσεις. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Αν το θέμα «Τέμπη» διατηρείται σαν ενεργό πάνδημο αίτημα δικαιοσύνης, αν υπάρχει πιθανότητα της όποιας δικαίωσης, αυτή συνδέεται με την κινητοποίηση μιας ομάδας συγγενών και οφείλεται στο τεράστιο κοινωνικό ρήγμα που έχει δημιουργηθεί. Το πολιτικό σύστημα –η κάθε συνιστώσα του στο ρόλο της και με τις δικές της ιδιοτέλειες– βρίσκεται απέναντι στην κοινωνία και βλέπει την ενεργοποίησή της σαν απειλή προς αντιμετώπιση.
Κάτι ακόμη που μας δίνει ένα σημαντικό κριτήριο
Ο «καλός ο μύλος όλα τ΄αλέθει»: Είναι αφομοιώσιμα με χαρακτηριστική άνεση ακόμη και διαβήματα σαν την πρόσφατη κοινή πρόταση (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ, Πλεύσης Ελευθερίας) με όλες «τις προωθημένες της κόκκινες γραμμές» απέναντι στην πολιτική του Ισραήλ στη Γάζα. Κάτι σαν η άλλη όψη των πυροτεχνημάτων του τύπου της προβολής της απαίτησης Μητσοτάκη για άρση του casus belli… Όλες τους κινήσεις επιμελημένα αποσυνδεμένες από οποιοδήποτε «πριν» ή «μετά». Όπου οι πρακτικές τόσο του «πριν» όσο και του «μετά» βοούν για το ότι όλες οι πλευρές κατοικούν με άνεση μέσα στο ίδιο πλαίσιο υποτέλειας όπου πλάι στα διαχρονικά μεγάλα αφεντικά έχουν έρθει τώρα να προστεθούν και το Ισραήλ και η Τουρκία. Οι φαντεζί κινήσεις προς εξυπηρέτηση των πιο πρόσκαιρων, πολιτικάντικων σκοπιμοτήτων μάλλον δεν παραπλανούν εύκολα πλέον. Μετά από δύο και βάλε δεκαετίες σκληρών πολιτικοκοινωνικών εμπειριών δεν υπάρχει χώρος για «αθωότητα».