Συνέπειες στην ευρωπαϊκή και μεσανατολική κρίση, αλλά και στους διεθνείς συσχετισμούς
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Είναι συνηθισμένο στα πολιτικά πράγματα στην Ευρώπη, τα τελευταία χρόνια, οι λαοί να ψηφίζουν ένα πράγμα και οι κυβερνήσεις τους να κάνουν το αντίθετο. Αυτό συνέβη σε πολλές περιπτώσεις, από το δημοψήφισμα στη Γαλλία το 2005 σχετικά με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα ώς το δημοψήφισμα στην Ελλάδα το 2015 – για να μην αναφέρουμε τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ που δεν τηρήθηκαν.
Αλλά υπάρχουν και μερικές εξαιρέσεις, όπου οι ηγεσίες δεν πηγαίνουν ενάντια στη θέληση των ψηφοφόρων. Τέτοια εξαίρεση ήταν το δημοψήφισμα της Κύπρου το 2004, όταν ο κυπριακός λαός ψήφισε συντριπτικά κατά του Σχεδίου Ανάν για την δήθεν «επανένωση» του νησιού.
Πολλοί αναγνώστες ίσως σκεφτούν ότι τα όσα συμβαίνουν στην Κύπρο, ένα μικρό κράτος-μέλος της Ε.Ε. στην Ανατολική Μεσόγειο, έχουν πολύ μικρή σημασία. Αυτό κυρίως υποβάλλεται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ιδίως μέσω της αποσιώπησης των πραγματικών παραμέτρων του Κυπριακού προβλήματος. Αλλά, στην πραγματικότητα, η αλήθεια είναι διαφορετική. Η Κύπρος, παρά το μέγεθός της, είναι πολύ σημαντική για να μιλήσουν γι’ αυτήν.
Το τι θα συμβεί στην Κύπρο τους επόμενους μήνες θα έχει τεράστιες συνέπειες σχετικά με την κατεύθυνση που θα πάρει τόσο η ευρωπαϊκή κρίση όσο και η κρίση στη Μέση Ανατολή στο αμέσως επόμενο διάστημα. Μπορεί να καθορίσει τις σχέσεις μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας, καθώς επίσης να επηρεάσει βαθιά τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, αλλά και τα ρωσικά συμφέροντα στη Μεσόγειο.
Γιατί αυτό; Πρώτον, επειδή η «λύση» που προετοιμάζεται για το κυπριακό πρόβλημα ισοδυναμεί, ούτε λίγο-ούτε πολύ, με την… κατάργηση του κυπριακού κράτους. Για να ειπωθεί πιο σύντομα, το Σχέδιο Ανάν -τις κατευθύνσεις του οποίου ακολουθεί και η νέα πρόταση για την Κύπρο- έδινε εξαιρετική ισχύ σε τρεις ξένους δικαστές και σε μια ντουζίνα «διεθνείς αξιωματούχους» που θα καθορίζονταν προσωπικά από τον γ.γ. του ΟΗΕ (χωρίς καν τη γνώμη του Συμβουλίου Ασφαλείας). Αυτοί οι δικαστές και «αξιωματούχοι» θα είχαν τη δυνατότητα ακόμα και να διορίσουν τους διαδόχους τους. Ποιους άραγε θα διορίσει ο γ.γ. του ΟΗΕ για να κυβερνήσουν, με τέτοια μοναρχική δύναμη, αυτή τη μικρή Δημοκρατία; Υποθέτουμε ότι δεν θα ήταν η Νιγηρία, το Βιετνάμ ή η Χιλή οι χώρες που θα επηρέαζαν τις επιλογές του. Δείχνει πιο πιθανό να ήταν χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία ή το Ισραήλ, καθώς αυτές έχουν και ζωτικά συμφέροντα και δυνατότητες να επηρεάζουν τις αποφάσεις κάθε γ.γ. του ΟΗΕ.
Δεύτερον, το κυπριακό πρόβλημα είναι από τους κύριους παράγοντες που επιδρούν στις σχέσεις Ε.Ε.-Τουρκίας. Αν εφαρμοζόταν το Σχέδιο Ανάν, η Άγκυρα θα απολάμβανε πολλά από τα δικαιώματα των κρατών μελών της Ε.Ε. πολύ πριν γίνει, αν ποτέ συμβεί, κράτος μέλος. Και τρίτον, οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού, σύμφωνα με το Σχέδιο Ανάν, θα είχε τεράστιες στρατηγικές επιπτώσεις καθώς η Κύπρος βρίσκεται σε ένα από τα πιο στρατηγικά σημεία του κόσμου.
Αυτοί οι παράγοντες εξηγούν γιατί οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και της Βρετανίας κινητοποιήθηκαν δραστήρια ώστε να «πείσουν» τους Κύπριους να ψηφίσουν το Σχέδιο Ανάν. Δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα φόβου και τρομοκρατίας, που είναι πια η συνηθισμένη κατάσταση στα ευρωπαϊκά δημοψηφίσματα.
Διεθνείς και τοπικοί σχολιαστές «κύρους» διακήρυξαν δημόσια ότι θα συμβούν όλα τα κακά του κόσμου αν οι ψηφοφόροι εναντιώνονταν στη θέληση των «ισχυρών» και των «πολιτισμένων». Πλήρωσαν, επίσης, πολλές ΜΚΟ για να πραγματοποιήσουν εκστρατείες υπέρ του «ναι». Το μεγαλύτερο μέρος της κυπριακής και ελληνικής οικονομικής ολιγαρχίας, τα κύρια ΜΜΕ σε Ελλάδα και Κύπρο και το πολιτικό κατεστημένο των δύο χωρών έκαναν κοινή εκστρατεία ώστε να πεισθούν οι Κύπριοι να ψηφίσουν «ναι».
Οι Ελληνοκύπριοι, που αποτελούν το 82% του πληθυσμού του νησιού, είχαν όλους τους λόγους του κόσμου να πάρουν στα σοβαρά τις απειλές. Η Κύπρος είναι ένα μικρό νησί, μεγάλο μέρος του οποίου κατέχει στρατιωτικά η Τουρκία. Η Τουρκία είναι μια στρατιωτική «υπερδύναμη» σε σχέση με την Κύπρο, και η Ελλάδα είναι μακριά για να βοηθήσει αποτελεσματικά την Κύπρο (αν μια κυβέρνηση των Αθηνών αποφάσιζε να βοηθήσει, καθώς στο παρελθόν οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έδειξαν τέτοια ισχυρή πρόθεση).
Σε αντίθεση με όλα αυτά, οι Κύπριοι απέρριψαν το σχέδιο Ανάν το 2004. Αλλά, όπως είχε δηλώσει τότε ο Βρετανός διπλωματικός εκπρόσωπος στη Κύπρο λόρδος Ντέιβιντ Χάνεϊ, «αν οι Κύπριοι απορρίψουν το σχέδιο, θα τους βάλουμε να ψηφίσουν πάλι και πάλι, μέχρι να ψηφίσουν “ναι”».
Ίσως, μετά τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου στην Κύπρο, να πλησιάζει η ώρα για ένα νέο δημοψήφισμα ή ακόμα και για μια κρίση σχεδιασμένη ώστε να προκαλέσει σοκ στους κατοίκους του νησιού.
*To άρθρο γράφτηκε και δημοσιεύτηκε αρχικά στα αγγλικά (https://www.defenddemocracy.press/towards-regime-change-cyprus/) προοριζόμενο για την ενημέρωση του διεθνούς κοινού, αλλά νομίζουμε ότι είναι ακόμα πιο χρήσιμο για το ελληνικό.