Τα προβλήματα που φέρνει η τούρκικη απειλή δεν είναι απλά και μόνο εκείνα μιας διμερούς διαφοράς, αυτά που προκαλεί ένας ιδιαίτερα επιθετικός και ισχυρός γείτονας. Συνδέονται με ένα πολύ ευρύτερο πλαίσιο εξελίξεων και η αντιμετώπισή τους περνάει μέσα από την ανάγκη μελέτης και υπολογισμού πολλαπλών συγκρουόμενων συμφερόντων, αντιφατικών επιδιώξεων και ανταγωνιστικών επιρροών.
Ακριβώς αυτή η πραγματικότητα θέτει ένα κεντρικό ζήτημα: να αντιμετωπιστεί και να ηττηθεί ο τούρκικος επεκτατισμός. Αυτή η προτεραιότητα συνδέεται με δύο επίπεδα που πρέπει να τα καταλαβαίνουμε χωριστά. Χρειάζεται σοβαρή πολιτική και για τα δύο.
Στο επίπεδο των κρατών και του διακρατικού συστήματος
Η Μεσόγειος είναι εστία που αυτή την περίοδο συγκεντρώνει μεγάλους ανταγωνισμούς. Με πολλά μέτωπα ανοικτά (Συρία, Λιβύη, χώρος της Μ. Ανατολής ευρύτερα) και με πολλές δυνάμεις να συνωθούνται με έντονη στρατιωτική παρουσία στην περιοχή. Έχει μπει σε αναδασμό ο μεσογειακός χώρος, αλλά επιπλέον, τα όσα γίνονται εδώ συνδέονται με μεγάλα διακυβεύματα ανακατανομής ισχύος σε άλλες περιοχές: α) όλα τα σημεία όπου επιχειρείται η νατοϊκή περικύκλωση της Ρωσίας β) το χώρο της Ευρώπης (συγκρούσεις στο τρίγωνο των σχέσεων ΗΠΑ, Γερμανίας/Γαλλίας, Ρωσίας και αποσυνθετικές τάσεις εντός της Ε.Ε.) και γ) τους μεγάλους ανταγωνισμούς για την Αφρική. Οι συγκρούσεις δεν γίνονται αποκλειστικά για τους υδρογονάνθρακες όσο και αν το μοίρασμά τους παραμένει ουσιώδης πλευρά. Από τις μεγάλες δυνάμεις οι ΗΠΑ και η Γερμανία, προωθούν επιδιώξεις που στρέφονται σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου. Η κατ’ αρχήν προτίμησή τους είναι «διάλογος» (για να αποφευχθούν κραδασμοί μέσα σε μια ήδη κλυδωνιζόμενη νατοϊκή «συμμαχία») ενισχυτικός σε σημαντικό βαθμό των τουρκικών αξιώσεων (μεταβαλλόμενο ανάλογα με τις ανάγκες της συγκυρίας). Με μεταξύ τους αποχρώσεις: αμερικάνικη προτεραιότητα είναι το κράτημα της Τουρκίας μακριά από τη Ρωσία και το μοίρασμα του Αιγαίου στη μέση, ανάμεσα στις δύο πλευρές με παράλληλη εξασφάλιση «ουδέτερης» ζώνης υπό αμερικανικό έλεγχο για την ανάσχεση της Ρωσίας στη Μεσόγειο. Η γερμανική επιδίωξη εστιάζει στην προώθηση ενός γερμανοτουρκικού άξονα – μιας ενισχυμένης «εταιρικής» σχέσης με την Τουρκία. Και στις δύο περιπτώσεις Ελλάδα και Κύπρος καταλήγουν με βαριές απώλειες κυριαρχίας και κυριαρχικών τους δικαιωμάτων.
Αφετηριακή θέση πρέπει να είναι η αλήθεια που περιέχεται στην εκτίμηση ότι ο τούρκικος επεκτατισμός αν αφεθεί να προωθήσει τους στόχους του, αυτό θα έχει ολέθριες συνέπειες για όλους τους λαούς της ευρύτερης περιοχής και τις προσπάθειές τους για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση
Στην παρούσα φάση από τις μεγάλες δυνάμεις μόνο η Γαλλία έχει μια δομή συμφερόντων –γαλλική επιδίωξη ισχυρής παρουσίας στο μεσογειακό χώρο και ειδικό ενδιαφέρον για τη Λιβύη αλλά και τον Λίβανο– που την τοποθετεί αρκετά σταθερά απέναντι στα τουρκικά επεκτατικά σχέδια.
Άλλη μια πρόσφατη εξέλιξη πρέπει όμως να συνυπολογιστεί: Η διαρκώς αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα συσπειρώνει απέναντί της άλλες δυνάμεις της περιοχής (Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) –το Ισραήλ είναι μια άλλη πολύ πιο σύνθετη περίπτωση– ενώ κάνουν σποραδικά την εμφάνισή τους και κάποια σημάδια ανησυχίας για έναν «υπερβολικά αυτόνομο» τουρκικό ρόλο και από τη μεριά πολιτικών κέντρων που δρουν μέσα σε δυνάμεις παγκόσμιας εμβέλειας.
Όμως μαζί με τις αντισυσπειρώσεις που προκαλεί ο τούρκικος επεκτατισμός υπάρχει μεγάλη ετερογένεια σκοπών και δεν προκύπτουν «αυτομάτως» και παθητικά λύσεις σύμπηξης συμμαχιών. Αντίθετα υπάρχει αρκετός χώρος για δυσμενείς εξελίξεις χωρίς να αποκλείεται και η αξιοποίηση ή και το σπρώξιμο μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης ως μέσο για την προώθηση των θέσεων τρίτων δυνάμεων σε βάρος μας.
Χρειάζεται να ξεκόψουμε αποφασιστικά από μια βαθιά ριζωμένη αντίληψη ότι αρκεί (ή δεν μπορούμε παρά) να εναποθέτουμε παθητικά την τύχη μας σε συμμαχίες που θα μας σώσουν.
Χρειάζεται ενεργητική πολιτική-ενίσχυση της χώρας σαν ενεργητικό υποκείμενο εσωτερικά (σαν κοινωνία) και στις διεθνείς σχέσεις. Και η αποτελεσματική προβολή μιας τέτοιας πολιτικής είναι εκείνη που μπορεί να ωριμάσει τους όρους για μια σύγκρουση με τη λογική του προτεκτοράτου και της υποτέλειας.
Οι λαοί και τα κινήματά τους
Η αφετηριακή θέση πρέπει να είναι η αλήθεια που περιέχεται στην εκτίμηση ότι ο τούρκικος επεκτατισμός αν αφεθεί να προωθήσει τους στόχους του, αυτό θα έχει ολέθριες συνέπειες για όλους τους λαούς της ευρύτερης περιοχής και τις προσπάθειές τους για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Για όλους, μαζί και για εκείνους που εξωθούμενοι από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, προσβλέπουν στην «προστασία» που τους προσφέρει για την ώρα το καθεστώς της Άγκυρας.
Η προώθηση μιας τέτοιας διεθνιστικής πολιτικής σήμερα είναι το πρώτιστο καθήκον. Και προϋποθέτει το ξεπέρασμα μιας «διεθνιστικής» λογικής, πολύ διαδεδομένης στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, που δε θέλει να ακούει τίποτα για τις ανάγκες επιβίωσης του λαού και της χώρας, επειδή δεν θεωρεί εφικτό έναν αγώνα για την προάσπιση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Και προσπαθεί να αναπληρώσει τις ενοχές του με την προσφορά κοντόθωρης και πολιτικάντικης αλληλεγγύης «στους άλλους».