Η πρόοδος είναι σαλιγκάρι, λέει κάπου ο Γκίντερ Γκρας. Ε, λοιπόν, η παρούσα κρίση είναι κρεμμύδι. Όλοι μας ξεφλουδίζουμε χωρίς σταματημό. Ξεκινήσαμε με την καταβαράθρωση της κτηματαγοράς στις ΗΠΑ, περάσαμε στο ναυάγιο των επενδυτικών τραπεζών, ζήσαμε την πτώση της Ισλανδίας και το δράμα του δημόσιου χρέους σε Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία. Τώρα ακούμε να τρίζει συθέμελα το οικοδόμημα του ευρώ, ενδεχομένως της Ευρωπαϊκής Ένωσης της ίδιας. Πιο βαθιά, αθέατη στους πολλούς, βρίσκεται η ραγδαία υποχώρηση της Εσπερίας. Γύρω στα 50 τρισεκατομμύρια δολάρια υπολογίζεται το δημόσιο χρέος των χωρών του δυτικού κόσμου. Προσθέστε σ’ αυτό και το ιδιωτικό χρέος τους, το εξωτερικό μάλιστα, που σε κράτη όπως η Βρετανία ξεπερνάει το 300% του ΑΕΠ, και θα έχετε την εικόνα μιας μεγαλειώδους σαπουνόφουσκας που καμιά δέσμη μέτρων, κανένα πρόγραμμα σωτηρίας δεν μπορεί να συμμαζέψει. Η Δύση ζει εδώ και δεκαετίες πάνω από τις δυνάμεις της. Και όλοι πια έχουν αρχίσει να το συνειδητοποιούν.
Στον αντίποδα η συντριπτική πλειοψηφία, το 99% του πληθυσμού της γης δεν έχει βρει ακόμη ένα σταθερό βηματισμό που να οδηγεί σε κάποιο ξέφωτο, σε μια πειστική εναλλακτική πρόταση. Τι νομίζετε ότι χρειάζεται; Μια νέα γλώσσα ίσως, νέες ιδέες, άλλες θεωρήσεις και θεωρίες;
Το κρεμμύδι μας είναι απίθανα πολυστρώματο. Από τη Μόσχα ώς τη Σαγκάη και από το Ρίο ώς το Νέο Δελχί, οι νέοι ισχυροί ακολουθούν κατά πόδας τα βήματα των παλαιών. Ακόμη περισσότερη μεγέθυνση του ΑΕΠ, πιο αλματώδης αύξηση της κατανάλωσης, η υπέρ πάντων ανάπτυξη, αυτοί είναι οι μόνοι τους στόχοι. Η οικουμενική επικράτηση του δυτικού τρόπου ζωής έχει σαρώσει κάθε τι άλλο. Δείτε τι γίνεται π.χ. με την κλιματική αλλαγή, που δεν απασχολεί πια παρά τα μονόστηλα. Κι όμως, οι συνέπειές της θα είναι κατά πολύ δραματικότερες από αυτές της τωρινής οικονομικής αναστάτωσης. Δείτε τι γίνεται με τη διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής, τη δημογραφική έκρηξη, τη βιογενετική βιομηχανία, την «ειρηνική» χρήση της πυρηνικής ενέργειας στη Φουκουσίμα και αλλού, τις μεταναστευτικές ροές. Είναι εύκολο να κάνουμε κριτική στην ύβρι του καπιταλισμού, να χαιρεκακούμε με τον ηθικό του ξεπεσμό, την αυτοκαταστροφική ροπή του. Πίσω του, όμως, κρύβεται η ύβρις της ίδιας της νεωτερικότητας, το πολιτικό, κοινωνικό και πνευματικό αδιέξοδο ενός τρόπου ζωής στον οποίο μετέχουμε και συνεργήσαμε οι πάντες. Προτού αναζητήσουμε, λοιπόν, πρωτόφαντες λύσεις, ας αναλογιστούμε πόσες νέες γλώσσες, πόσες φρέσκιες ιδέες και θεωρίες αντέχει ακόμη ο πλανήτης. Και ποιος θα κληθεί στο τέλος να πληρώσει το κόστος τους.
Όλοι διαπιστώνουν την υποχώρηση της πολιτικής έναντι της οικονομίας. Ληστρικοί χρηματοπιστωτικοί οίκοι χειραγωγούν ασύδοτα το πολιτικό και κοινωνικό «περιβάλλον». Θεωρείτε ότι ήρθε ο καιρός να νοηματοδοτήσουμε εκ νέου την έννοια και το περιεχόμενο της πολιτικής;
Σε κοινωνίες τόσο τεχνοκρατούμενες όσο οι δικές μας, η οικονομία δεν είναι παρά η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Όμως τα ράσα δεν κάνουν τον παπά και όσο υπάρχουν κοινωνίες ανθρώπινες το περιεχόμενο της πολιτικής θα παραμένει σταθερό και αμετάβλητο: ο πορισμός και ο μερισμός της ισχύος. Αλλάζουν μόνο τα πρόσωπα που την ασκούν. Κάποτε αυτά ήταν μονάρχες και στρατηγοί. Άλλοτε προφήτες και καρδινάλιοι. Σήμερα είναι μάνατζερ και χρηματιστές. Όσο για την τάξη των κατ’ επάγγελμα πολιτικών, όντως έχει αποδυναμωθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες. Εν μέρει με δική τους ευθύνη. Αυτοί ήταν π.χ. που επέτρεψαν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα να αποχαλινωθεί εντελώς, αναγορεύοντας σε ευαγγέλιο το βλακώδες ιδεολόγημα της ελευθερίας των αγορών. Αυτοί ήταν που ως άλλοι Ληρ παραχώρησαν τα σκήπτρα σε αχάριστες θυγατέρες.
Από την άλλη, η πολιτική υπεροπλία του χρήματος δεν είναι πρωτοφανής. Την διαπίστωνε πολύ γλαφυρά ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ο Αχιλλέας Παράσχος, π.χ., περιηγούμενος ανά την Ευρώπη: «Κ’ έπεσαν, όλα έπεσαν! Το παν εις τέφραν κείται! / Υψούνται μόνον τράπεζαι και μόνον τραπεζίται!»
Ο «γάμος» της Δημοκρατίας με το νεοφιλελευθερισμό -αν ποτέ υπήρξε κάτι τέτοιο- παίρνει σήμερα διαζύγιο λόγω βιασμού της πρώτης από τον δεύτερο. Συμφωνείτε μ’ αυτήν την άποψη κι αν «ναι» τι νομίζετε ότι πρέπει να γίνει;
Οι δημοκρατίες τα πήγαιναν μια χαρά με τις τράπεζες και με τον καπιταλισμό, νεοφιλελεύθερο ή κεϊνσιανό, επί δεκαετίες. Και δεν διαμαρτύρονταν ιδιαίτερα όσο τα επιτόκια, π.χ., με τα οποία δανείζονταν, ήταν συμφέροντα. Τώρα, που τα πράγματα άλλαξαν, όλοι θυμήθηκαν τα δίκαια του δήμου. Ποιος, όμως, τον δασκάλευε τόσο καιρό να καταναλώνει μαζικά επί πιστώσει; Και για να κάνω τον συνήγορο του διαβόλου: εσείς, αν είχατε τη δυνατότητα, θα δανείζατε σήμερα το ελληνικό Δημόσιο; Και θα σας αρκούσε ως εγγύηση για τα χρήματά σας, μια διακήρυξη προθέσεων της Βουλής των Ελλήνων;
Οι σχέσεις της δημοκρατίας με τον καπιταλισμό είναι άκρως περίπλοκες. Δεν μας επιτρέπεται να λησμονούμε ότι η επικράτηση του νεοφιλελεύθερου παραδείγματος ήρθε ως συνέπεια της εξάντλησης του κεϊνσιανού μοντέλου τη δεκαετία του 1970. Για την τερατώδη διόγκωση του ελληνικού χρέους ευθύνεται μια πολιτική κεϊνσιανής κοπής, όχι οι νεοφιλελεύθεροι. Σε τελική ανάλυση, και οι δύο αντίθετες σχολές συνέτειναν από την πλευρά τους στη σημερινή κρίση: οι πρώτοι οδήγησαν στην αύξηση του δημόσιου χρέους, οι δεύτεροι του ιδιωτικού. Και οι δύο έθρεψαν τον αλόγιστο καταναλωτισμό.
Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι χωρίς μια κάποια οικονομία της αγοράς, δημοκρατικά πολιτεύματα δεν μπορούν να υπάρξουν. Το αντίθετο δεν είναι διόλου βέβαιο. Η σημερινή Κίνα δείχνει π.χ. ότι είναι δυνατό να έχουμε αναπτυγμένη κεφαλαιοκρατική οικονομία υπό αυταρχικές πολιτικές δομές. Ήδη οι αρχαίοι γνώριζαν ότι οι δημοκρατίες εκφυλίζονται σε τιμοκρατίες, σε οικονομικές ολιγαρχίες δηλαδή, μόλις οι ισχυροί του πλούτου αποκτήσουν το πάνω χέρι. Αλλά και ότι συχνά είναι η αφροσύνη του ίδιου του δήμου, που θέτει την ελευθερία του σε κίνδυνο.
Θα μου πείτε: η πολιτική από το 1980 και μετά δεν φέρει την κύρια ευθύνη για το άνοιγμα της εισοδηματικής ψαλίδας, την υπονόμευση της κοινωνικής δικαιοσύνης, την εμπορευματοποίηση των βιοτικών σχέσεων, του φυσικού περιβάλλοντος και τόσα άλλα; Προφανώς! Ο καπιταλισμός από τον καιρό του Μάντσεστερ δεν άλλαξε, παροδικά μόνο τιθασεύτηκε από τις ιστορικές δυνάμεις του κοινωνικού κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας. Επιπλέον, το αντίπαλο δέος του κομμουνισμού τον απέτρεπε από τις ακρότητες. Ωστόσο, οι υπεραισιόδοξες προβλέψεις πολλών ότι αρκεί να φορολογήσουμε τους πλούσιους ή να περιορίσουμε τις χρηματιστηριακές συναλλαγές για να λύσουμε το πρόβλημα, δεν έχουν βάση. Ο Πολ Κρούγκμαν πρόσφατα υπολόγιζε ότι η επιπλέον φορολόγηση των ευπόρων στις ΗΠΑ θα απέφερε γύρω στα 100 δισ. δολάρια ετησίως. Απογοητευτικά μικρό έσοδο, αν το σκεφτείτε. Μόνο το φετινό ομοσπονδιακό έλλειμμα της Αμερικής είναι δεκατρείς φορές μεγαλύτερο! Στην Ελλάδα, και όλα τα κέρδη των εισηγμένων εταιριών να μαζεύαμε -εννοείται τις καλές χρονιές, πριν από την κρίση, τώρα οι εισηγμένες γράφουν ζημιές- δεν θα καλύπταμε παρά μικρό κλάσμα του ελλείμματος και του χρέους μας. Το πρόβλημα της Δύσης είναι άλλο: με όλα αυτά που καταναλώνει, όπως και να μοιράσει αυτά που βγάζει, δεν φτάνουν!
Ας έρθουμε στο «πειραματόζωο» Ελλάδα. Πώς έγινε, μια χώρα του σκληρού πυρήνα των κρατών της Ευρώπης να μετατρέπεται ξαφνικά σε παράδειγμα προς αποφυγήν; Πώς είναι δυνατόν το σύνολο των δυνάμεων του πολιτικού συστήματος να εμφανίζονται ότι πιάστηκαν στον ύπνο;
Δεν θα σας παραπέμψω στα διδάγματα της αναλυτικής ψυχολογίας ή της ανθρωπολογίας, η Βίβλος αρκεί: θυμηθείτε τον αποδιοπομπαίο τράγο. Όταν η νόσος είναι γενική και η θεραπεία αβέβαιη, μένει ο εξιλασμός – και το εξιλαστήριο θύμα, βεβαίως. Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι όμως ότι η Ελλάδα ΔΕΝ είναι ειδική περίπτωση. Ο δικός μας παρασιτικός καταναλωτισμός είναι φυσικά ασυναγώνιστος πανευρωπαϊκά, ωστόσο η παραγωγική αποδιάρθρωση και η αποβιομηχάνιση είναι φαινόμενα γενικευμένα στη Δύση. Για καιρό Ευρώπη και Αμερική πίστευαν σοβαρά ότι οι υπηρεσίες, ο λεγόμενος τριτογενής τομέας, μας φτάνουν και μας περισσεύουν. Μεγαλώσαμε με την ιδέα ότι το να τραπεζώνεις τουρίστες ή το να λανσάρεις τραπεζικά προϊόντα είναι πολύ πιο σικ από το να παράγεις κάτι χειροπιαστό και ωφέλιμο. Ε, τώρα, ξυπνήσαμε απότομα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι χώρες που επέμειναν στη βιομηχανία, αντέχουν περισσότερο στην κρίση.
Κατά βάθος, η τιμωρητική διάθεση απέναντι στην Ελλάδα είναι μια ιδιοτελής απόπειρα απώθησης της αλήθειας ότι εν τέλει το πρόβλημα είναι κοινό. Όμως το αργότερο με την είσοδο της Ιταλίας στο χορό και η εθελοτυφλία έγινε δύσκολη υπόθεση. Κατά τα λοιπά, δεν θα συμφωνήσω ότι όλες οι δυνάμεις του πολιτικού συστήματος πιάστηκαν στον ύπνο. Υπήρξαν φωνές που εντόπισαν το πρόβλημα εγκαίρως. Και εκτός πολιτικού συστήματος, υπήρξαν αναλυτές που διέβλεψαν με ανατριχιαστική ακρίβεια τις επερχόμενες εξελίξεις και προειδοποίησαν για αυτές. Πρώτος ανάμεσά τους ο Παναγιώτης Κονδύλης. Δεν εισακούστηκαν, όμως, απεναντίας αποσιωπήθηκαν ή θεωρήθηκαν γραφικοί. Το γιατί, είναι μάλλον κοινότοπο και έχει να κάνει με τις δυνάμεις της αδράνειας που παραλύουν μια κοινωνία όταν όλα φαίνεται να της έρχονται δεξιά. Διαβάστε τους Φιλιππικούς του Δημοσθένη! Εκεί φαίνεται καλά πώς ακόμη και ο πιο εύγλωττος και διορατικός πολιτικός δεν μπορεί να ταρακουνήσει το υπνώττον κοινωνικό σώμα. Προειδοποιούσε, τότε, ο ρήτορας για τη μακεδονική απειλή και ζητούσε από τους Αθηναίους αντί να ξοδεύουν τους πόρους τους σε θεατρικές παραστάσεις, τα περίφημα θεωρικά, να εξοπλιστούν για να υπερασπίσουν την ανεξαρτησία τους. Ξέρετε πώς του απάντησαν οι αντίπαλοί του; Απαγορεύοντας επί ποινή θανάτου ακόμη και την υποβολή της πρότασης στην Εκκλησία του Δήμου να καταργηθούν τα θεωρικά! Από τότε, το να θίγεις το κοινωνικό κράτος ήταν ταμπού…
Είναι αρκετοί εκείνοι που βλέπουν την κρίση ως ευκαιρία. Συμμερίζεστε μια τέτοια άποψη;
Υπό προϋποθέσεις, και ο πάτος μπορεί να γίνει εφαλτήριο. Φτάνει να έχουμε πιάσει πάτο βέβαια, και φτάνει οι δυνάμεις μας να μας επιτρέψουν κάποια στιγμή να αναδυθούμε από αυτόν. Γιατί υπάρχει και το σοβαρό ενδεχόμενο να σερνόμαστε για πολύ στο βυθό. Το ζήτημα είναι αν υπάρχουν αληθινές δυνάμεις στην ελληνική κοινωνία ικανές να γίνουν το υποκείμενο της αλλαγής. Η χώρα είναι σε δημογραφική κατάπτωση, άρα τις λείπει η ζωτική ικμάδα των νέων. Και αυτοί που μένουν, αντί να το παλέψουν, προτιμούν να μεταναστεύσουν. Επιπλέον, η κοινωνία μας σπαράσσεται από εσωτερικές αντιθέσεις και οι ομάδες και ομαδούλες που τη συναπαρτίζουν συμπεριφέρονται σαν κακομαθημένα παιδιά: όλες επιχειρούν να ρίξουν το βάρος της ευθύνης στις πλάτες των άλλων. Πολλοί, μάλιστα, επενδύουν τα ρέστα τους στην καταστροφή.
Τι νομίζετε ότι πρέπει να γίνει;
Δύο πράγματα. Το πρώτο, να πάψουμε επιτέλους να τρώμε περισσότερα από αυτά που παράγουμε. Και το δεύτερο, να συγκροτήσουμε σοβαρό και αξιόπιστο κράτος. Προσοχή, ούτε να το «επανιδρύσουμε» ούτε να το «μεταρρυθμίσουμε» και τα φαιδρά παρόμοια. Αλλά να το στήσουμε επιτέλους στα πόδια του, να αποκαταστήσουμε την έννοια της κρατικής κυριαρχίας της χώρας, κάτι που από την εποχή της Επανάστασης κατ’ επανάληψη αποτύχαμε να κάνουμε. Κρατική κυριαρχία στη σύγχρονη εποχή σημαίνει, όπως μας δίδαξε ο Νόρμπερτ Ελίας, δύο πράγματα: μονοπώληση των φόρων και μονοπώληση της βίας. Κράτος που οι μείζονες αποφάσεις του στα ζητήματα της φορολογίας και της δημόσιας τάξης και ασφάλειας τελούν διαρκώς υπό αίρεση, δεν νοείται. Κράτος που μοιράζεται τα έσοδά του με εισφοροφυγάδες και φοροκλέπτες, με καταχραστές και επίορκους, δεν νοείται. Ούτε κράτος που ανέχεται την εγκληματικότητα και την ανομία, τους θύλακες της τρομοκρατίας, τους κατ’ επάγγελμα ταραχοποιούς, τους κατά συρροή καταληψίες και βανδαλιστές του δημόσιου χώρου.
Όρος για όλα αυτά είναι να απαλλαγούμε από τις ιδεολογικές μας παρωπίδες. Το κράτος που χρειαζόμαστε δεν είναι ούτε το κράτος-πατερούλης της παλαιοαριστεράς, όπου το Δημόσιο θα αναλαμβάνει να κάνει τα πάντα, ούτε το κράτος-νυχτοφύλακας των αναρχοφιλελεύθερων, που θα κρατάει το φανάρι στους επιχειρηματίες. Χρειαζόμαστε ένα στιβαρό, παρεμβατικό κράτος, με γραφειοκρατία σύγχρονη και ευέλικτη, και εν ταυτώ ένα κράτος επιτελικό, ικανό να σχεδιάζει μακροπρόθεσμα για όλους τους τομείς του δημοσίου συμφέροντος, από την οικονομία ώς την εκπαίδευση και την κοινωνική πολιτική.
Το κράτος που έχουμε, πάντως, δεν γεννήθηκε από το πουθενά. Δεν νομίζετε ότι υπάρχουν τεράστιες ευθύνες στα δύο μεγάλα κόμματα που επί χρόνια εναλλάσσονται στην εξουσία;
Υπάρχει μια γνώμη διαδεδομένη στην Ελλάδα ότι για όλα φταίνε τα κόμματα. Ότι η διοίκηση και η κοινωνία μας εξαρτώνται από την πολιτική. Ότι την οικονομία μας την έχουν πάρει στον λαιμό τους οι κομματάρχες και οι πολιτευτές. Οι ευθύνες των κομμάτων και των εκπροσώπων τους είναι βεβαίως πρωτεύουσες. Όμως, η εξάρτηση είναι τουλάχιστον αμοιβαία. Η ελληνική πολιτική εξαρτάται με τη σειρά της απελπιστικά από τη διοίκηση, όπως εξαρτάται απελπιστικά από τις φατρίες και τους νεποτισμούς, τους τοπικισμούς και τις συντεχνίες, τις μικρές και μεγάλες ιδιοτέλειες, τις πάσης φύσεως ομάδες πίεσης κ.λπ. Ο Έλληνας πολιτικός, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν απόκτησε ποτέ εκείνη τη ζωτική αυτονομία που έχει ο συνάδελφός του στη Δύση. Ήταν εξ αρχής δειλός εκπρόσωπος στενών, μυωπικών συμφερόντων, από τα οποία δεν μπορούσε παρά μόνο επί ποινή αυτοχειριασμού να αποστεί.
Αποτέλεσμα ήταν αυτός ο νοσηρός λαϊκισμός που ενδημεί σε όλο το πολιτικό μας φάσμα, από την άκρα Δεξιά ώς την άκρα Αριστερά. Ο Κονδύλης μίλησε για ένα «επαίσχυντο κοινωνικό συμβόλαιο», βάσει του οποίου οι πολιτικοί χάιδευαν πάντα τα αυτιά του λαού. Κοιτούσαν δηλαδή να ικανοποιήσουν κάθε του βραχυπρόθεσμο αίτημα και δεν τους ένοιαζε αν γι’ αυτό υποθήκευαν τα μακροπρόθεσμα ζωτικά του συμφέροντα.
Με αυτήν την έννοια, θα ήταν ευχής έργο να επικρατήσει, επιτέλους, μια πραγματική κομματοκρατία στην Ελλάδα. Να υπάρξουν, δηλαδή, αληθινές πολιτικές δυνάμεις με ηγετικό κύρος και βούληση να συγκρουστούν ευθέως με όλες αυτές τις διαλυτικές τάσεις. Να συγκροτηθούν κόμματα εξουσίας, με εδραιωμένες πεποιθήσεις, αποφασισμένα και αποτελεσματικά. Το πώς θα λέγονται αυτά, αν θα είναι καινούργια ή τα παλιά μεταλλαγμένα, με γνωστά ή καινούργια πρόσωπα, είναι δευτερεύον. Το πιθανότερο είναι να έχουμε έναν συνδυασμό του παλιού με το καινούργιο. Παρθενογένεση δεν υπάρχει ούτε στην πολιτική. Σε άλλη περίπτωση, το πού θα στραφούν οι πολίτες, προς τα δεξιά ή τα αριστερά, προς τα άκρα ή το κέντρο, δεν θα έχει καμιά σημασία.
Και η γνώμη σας για την Αριστερά και τις προτάσεις που καταθέτει;
Πολλοί γύρω μας μιλούν συνεχώς για τι ΘΑ μπορούσαμε να κάνουμε. Με φλόγα. Με πίστη. Με οργή για την αθλιότητα των δανειστών μας, για την ποταπότητα των καταχθόνιων σχεδίων τους, σχεδόν με απορία για την ηθική κατάντια τους. Μακάρι να κάνω εγώ λάθος, αλλά μου θυμίζουν τους Μηλίους στον Θουκυδίδη. Τα ίδια πίστευαν κι εκείνοι. Ανατρίχιαζαν με την αθηναϊκή χυδαιότητα, ήταν βέβαιοι για την αρωγή των Λακεδαιμονίων, ένιωθαν πάνω από το νησί τους το αγαθό και δίκαιο χέρι των θεών…
Στην παρούσα κατάσταση, η ηθικολογία, ο καταγγελτισμός, η ρητορική απόδοση ευθυνών δεν βγάζει πουθενά. Η Αριστερά πολύ καλά κάνει και προτάσσει το αίτημα της δικαιοσύνης, τα βάρη πρέπει να τα σηκώνουν περισσότεροι -και στιβαρότεροι- ώμοι. Δεν μπορεί, όμως, να ξεχνάει ότι της δικαιοσύνης προέχει η σωτηρία. Μακάρι η σωτηρία να είναι και δίκαιη. Όμως ακόμη και μια άδικη λύση είναι προτιμότερη από το ναυάγιο. Και δικαιότερη, έτσι κι αλλιώς! Τα κράτη που συναποτελούν την Ε.Ε. δεν είναι αγαθοεργά σωματεία. Τα εθνικά τους συμφέροντα προασπίζονται, όπως κρίνουν καλύτερα. Αν εμείς θεωρούμε ότι το δικό μας συμφέρον επιτάσσει να βγούμε από την Ένωση και το ευρώ, ας το κάνουμε σήμερα κιόλας.
Προηγουμένως όμως θα πρέπει να έχουμε κάνει μια σοβαρή εκτίμηση των συνεπειών, να έχουμε καταρτίσει μια νέα μακροπρόθεσμη πολιτική συμμαχιών, να εξασφαλίσουμε αλλού γεωπολιτικά ερείσματα. Δεν ανατρέπεις ελαφρά τη καρδία μια εθνική στρατηγική μισού και πλέον αιώνα. Τέτοια νηφάλια ανάλυση των συνεπειών, εγώ τουλάχιστον, δεν έχω δει ακόμη, ούτε από την Αριστερά ούτε από κάποιον άλλον. Το μόνο που ακούω και διαβάζω είναι μεγάλα λόγια που δεν αντέχουν στη λογική βάσανο. Προσωπικά, είμαι πολύ σκεπτικιστής απέναντι στην σημερινή Ευρώπη της κ. Μέρκελ και του κ. Σαρκοζί. Το κοινωνικό και δημοκρατικό της έλλειμμα μου φαίνονται υπέρογκα.
Ωστόσο, όλα τα διαθέσιμα δεδομένα με πείθουν ότι οι συνέπειες της εξόδου της χώρας μας από το ευρώ -πολύ δε περισσότερο από την Ε.Ε.- θα έχει βαρύτατες συνέπειες. Ιδίως για τα λιγότερα εύπορα στρώματα των Ελλήνων και τη μεσαία τάξη, οι συνέπειες ίσως αποδειχθούν εξοντωτικές.
Επιπλέον, με τον κοινωνικό ιστό της χώρας κατακερματισμένο και τις φυγόκεντρες τάσεις σε έξαρση, η διεθνής απομόνωση θα μας εκθέσει σε αστάθμητους κινδύνους, ακόμη και για την ίδια την εδαφική μας ακεραιότητα. Ρίξτε μια ματιά στα τεκταινόμενα στην περιοχή μας. Δεν είναι αυτός καιρός για λεονταρισμούς.