του Θανάση Μουσόπουλου*
Ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης ανήκει στις νεανικές μου αγάπες, διαβάσματα και σχετικές εργασίες και δημοσιεύσεις. Στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στη λογοτεχνία με καθοδήγησε ο Λίνος Πολίτης, του οποίου η εφτάτομη «Ποιητική Ανθολογία» στις εκδόσεις Γαλαξία (1965-66) ήταν καθημερινή σύντροφος και οδηγός. Το έβδομο βιβλίο «Σικελιανός, Καβάφης και οι Νεώτεροι» ήταν και είναι θησαυρός. Στα κείμενά μου στον Δρόμο συχνά επικαλούμαι τις απόψεις του Λίνου Πολίτη.
Δεύτερος καθηγητής μας λογοτεχνίας στο Αριστοτέλειο Π. Θ. ήταν ο Γ. Π. Σαββίδης (Αθήνα, 1929 – Λόγγος Αχαΐας, 11 Ιουνίου 1995) που μας δίδαξε Κωστή Παλαμά, μεγάλη όμως είναι η συμβολή του στις Καβαφικές Σπουδές. Στον Γ. Π. Σαββίδη αφιερώνω το κείμενό μου, που έφυγε ξαφνικά μέρες Ιούνη του 1995.
Στο έργο του «Τι εκόμισε στην Τέχνη ο Καβάφης; (1983)». «Μικρά Καβαφικά. Β΄», Ερμής, Αθήνα 1987, σημειώνει: «Η μεγάλη του αρετή και δύναμη, πιστεύω, είναι ότι εγκαίρως αποφάσισε πως ήθελε να γίνει ποιητής και τίποτε άλλο. Ούτε πολιτικός, ούτε επιχειρηματίας, ούτε καν δάσκαλος. Επάγγελμα: Ποιητής, έγραψε στο τελευταίο διαβατήριό του, και αυτόν τον τίτλο ζήτησε να χαράξουν στην ταφόπετρά του».
***
Στον Δρόμο της Αριστεράς έχω ήδη δημοσιεύσει σε δύο συνέχειες το άρθρο «Η οικουμενικότητα του Κ. Π. Καβάφη (1863-1933) – Ενενήντα χρόνια από τον θάνατό του» (26 Απριλίου και 2 Μαΐου 2023) (Μέρος Α’ – Μέρος Β’). Στο σημερινό άρθρο θα ξεκινήσουμε από ένα κείμενό μου για τη ζωή και το έργο του Καβάφη από το βιβλίο μου «Κ. Καβάφης – Μικρές Μελέτες για τον ποιητή και την ποίηση», Ξάνθη, 2013.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Aιγύπτου το 1863. Ο πατέρας του ήταν Κωσταντινουπολίτης μεγαλέμπορος που παντρεύτηκε μια βυζαντινής καταγωγής Φαναριώτισσα και εγκαταστάθηκαν το 1840 στην Αλεξάνδρεια. Ο ποιητής ήταν το ένατο παιδί και μωρό βρέθηκε στην Αγγλία, όπου έζησε τα εννιά πρώτα χρόνια της ζωής του. Όταν γυρίζει στην Αλεξάνδρεια δεν γνωρίζει καθόλου ελληνικά. Εκεί έμαθε τόσο καλά την ελληνική γλώσσα με διαλεκτολογικά στοιχεία της αλεξανδρινής και της κωνσταντινουπολίτικης. Σπούδασε χωρίς να πάει σε Πανεπιστήμιο και γνώριζε αγγλικά, ιταλικά και γαλλικά, ενώ έως τα είκοσί του χρόνια ζούσε την ανέμελη ζωή του πλουσιόπαιδου. Ταξίδευε πολύ, λόγω των εμπορικών υποχρεώσεων του πατέρα του, σε Αγγλία, Γαλλία και Κωνσταντινούπολη. Από τα δεκαοκτώ ως τα είκοσι έζησε μόνος στην Κωνσταντινούπολη.
Όλον αυτόν τον καιρό φαίνεται πως γράφει κιόλας. Στα 1886 δημοσιεύει ποίημά του σε ελληνόφωνο περιοδικό της Λειψίας, αργότερα δημοσιεύει κι άλλα, και μετά σιωπή. Στο μεταξύ πεθαίνει ο πατέρας του, η οικογένεια περνάει οικονομικές δυσκολίες και ο Καβάφης χρειάζεται να δουλέψει. Στα 1893 ξαναγράφει και δημοσιεύει ποιήματα. Όταν στα 1899 χάνει την πολυαγαπημένη του μητέρα αποφασίζει να εργαστεί βιοποριστικά. Σε μια κρατική υπηρεσία της Αλεξάνδρειας, χάρη στα θαυμάσια Αγγλικά του, εργάζεται ως το 1922, οπότε αποσύρεται, έχοντας πάρει ικανοποιητική αποζημίωση.
Ενώ τον ενδιαφέρει η κοινωνική ζωή, δεν αφήνει τίποτα να διαρρεύσει από την προσωπική του ζωή, ζει θα λέγαμε «κρυφά». Μέσα από την ποίησή του όμως εμφανίζεται το πρόσωπό του, που τόσο επιμελημένα κρύβει.
Είναι ποιητής –έγραψε και ορισμένα αξιόλογα πεζά– δεν εξέδωσε όμως κανένα βιβλίο. Το κάθε ποίημά του το τύπωνε ξεχωριστά σε χρωματιστά χαρτιά και το διακινούσε σε όποιους ενδιαφέρονταν. Κατά καιρούς τα «έδενε» σε ενότητες και τα διακινούσε παρόμοια. Ο Καβάφης ζούσε σε ένα όμορφο περιβάλλον και σε ένα ατμοσφαιρικό σπίτι, όλα απόηχος της ανέμελης νιότης. Ήταν συνειδητός ποιητής, απόλυτα συγκροτημένος και υπεύθυνος απέναντι στην τέχνη. Δεν γράφει ούτε για να συγκινήσει το αφτί μα ούτε για να κερδίσει ιδεολογικά τον αναγνώστη του. Στα ποιήματά του αφήνει πάντα να επικρατήσει το φιλοσοφικό και ιστορικό στοιχείο. Γράφει για την Ελληνιστική Αλεξάνδρεια, αλλά δε θρηνεί ούτε είναι ο ποιητής της παρακμής. Είναι ο κριτικός και φιλοσοφικός νους που με «επιστημονική», ψυχρή, ιστορική αντίληψη εξετάζει τον κόσμο του, συγκρίνοντάς τον μέσα από όλη την πορεία του Ελληνισμού. Ποιητής της όπου γης Ρωμιοσύνης.
Ο Κ. Π. Καβάφης πέθανε στην Αλεξάνδρεια το 1933 από μια αρρώστια που τον ταλαιπώρησε και του στέρησε την ομιλία. Τα ποιήματά του κυκλοφόρησαν σε τόμο το 1935 και στη συνέχεια σε αλλεπάλληλες εκδόσεις, ενώ προστέθηκαν τόμοι με αποκηρυγμένα ποιήματα και πεζά του.
Η ποίησή του (που δίνει την εντύπωση του πεζού λόγου) δεν έγινε αμέσως αποδεκτή στην κυρίως Ελλάδα, όπου επικρατούσε το έργο του Κωστή Παλαμά. Πρώτος τον παρουσίασε στο ελληνικό κοινό ο Γρηγόριος Ξενόπουλος το 1903, ενώ η φήμη του εδραιώνεται μετά το 1920. Οι σύγχρονοί μας όμως ποιητές τον θεωρούν δάσκαλό τους και λίγο πολύ όλοι επηρεάστηκαν από το έργο του, ενώ έχει αποκτήσει παγκόσμια προβολή και αναγνώριση. Πολλοί ξένοι τον κατατάσσουν στους μεγαλύτερους ποιητές του 20ού αιώνα παγκοσμίως.
***
Θα επιχειρήσω να παρουσιάσω πολύ συνοπτικά το πώς ο Καβάφης βλέπει τον ποιητή και την ποίηση, άρα και τον ίδιο του τον εαυτό και την ποίησή του, μέσα από το «Εκόμισα εις την Τέχνη», ποίημα του 1921.
ΕΚΟΜΙΣΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
Κάθομαι καί ρεμβάζω. Ἐπιθυμίες κ’ αἰσθήσεις
ἐκόμισα εἰς τὴν Τέχνην – κάτι μισοειδωμένα,
πρόσωπα ἢ γραμμές· ἐρώτων ἀτελῶν
κάτι ἀβέβαιες μνῆμες. Ἂς ἀφεθῶ σ’ αὐτήν.
Ξέρει νὰ σχηματίσει Μορφὴν τῆς Καλλονῆς·
σχεδὸν ἀνεπαισθήτως τὸν βίον συμπληροῦσα,
συνδυάζουσα ἐντυπώσεις, συνδυάζουσα τὲς μέρες.
Ήταν τότε 58 χρονών και ο ποιητής μιλά για την ποίησή του απλά, καθαρά, με ειλικρίνεια. Ας προσεγγίσουμε το μικρό αυτό αριστούργημα.
Κάθομαι και ρεμβάζω τι κόμισα στην Τέχνη.
Έχουμε και λέμε, στην Τέχνη κόμισα:
- Επιθυμίες κ’ αισθήσεις
- Κάτι μισοειδωμένα πρόσωπα ή γραμμές
- Κάτι αβέβαιες μνήμες ερώτων ατελών
Είναι λίγα; Ας αφεθώ σ’ αυτήν. Γιατί;
Ξέρει να σχηματίσει Μορφήν της Καλλονής. Δηλαδή;
- Συμπληρούσα τον βίον σχεδόν ανεπαισθήτως
- Συνδυάζουσα εντυπώσεις
- Συνδυάζουσα τες μέρες
Αισθητική και βίος πάνε αντάμα, όμως σχεδόν ανεπαισθήτως γίνονται τα μεγάλα και σημαντικά.
Θυμούμαι το περίφημο ποίημα του Καβάφη «Τείχη» του 1896, όπου γράφει :
Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
***
Κλείνομε με ένα χαρακτηριστικό ποίημα του Καβάφη, πάλι για την ποίηση:
Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου·
ποιητού εν Κομμαγηνή· 595 μ.Χ.
Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.
Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
—Τα φάρμακά σου φέρε, Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάμνουνε – για λίγο – να μη νοιώθεται η πληγή
Θα συνεχίσουμε στο επόμενο φύλλο με έναν περίπατο στην ποίηση του Αλεξανδρινού.
* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής