του Μάνου Στεφανίδη *

Ο Κλoντ Λεβί-Στρoς, μεγάλος ανθρωπολόγος, αλλά και στυλίστας της γραφής που πέθανε πρόσφατα εκατοντούτης, έγκαιρα, δηλαδή, από τη δεκαετία του ’50, μίλησε για τον κίνδυνο της εξαφάνισης του διαφορετικού και για τη φρίκη της κυριαρχίας μιας «μονοκουλτούρας»: «Είναι αδύνατο για έναν εθνολόγο ν’ αγνοήσει την τερατώδη καταστροφή που έχουμε προκαλέσει οι Δυτικοί, εδώ και αιώνες, σε πολιτισμούς διαφορετικούς από το δικό μας… κι όλα αυτά στ’ όνομα ενός ουμανισμού, που τοποθέτησε τον άνθρωπο στη θέση του βασιλιά και αφέντη του κόσμου…» (συνέντευξη, 2005, αναφορά σε «Καθημερινή», 8/1/09).

 

Η τεράστια ύβρις της νεωτερικότητας, θα συμπληρώναμε, έγκειται στο ότι βρήκε μεν το σθένος να εκτελέσει τους θεούς, αλλά επίσης υπέκυψε στην αλαζονεία να τοποθετήσει στην αδιανόητη θέση τους το ανίσχυρο γκόλεμ της εβραιοχριστιανικής παράδοσης, το «λογικό πρόβατο», που εύκολα μεταμορφώνεται σε παράλογο λύκο, τον άνθρωπο.

Και να σκεφθεί κανείς πως ήδη το 1932, τοιχογραφώντας το σπίτι του στο Γαλάτσι, ο Κόντογλου ζωγράφιζε σε μια μετόπη τους Ολλανδέζους αποικιοκράτες της Ινδονησίας και τους σοφούς άγριους, τα θύματά τους. Κι ακριβώς από κάτω τον Αϊβαλιώτη καπετάνιο, ανάμεσα στον άγριο της Ιάβας και στον ιθαγενή της Βραζιλίας (sic). Μοναδικό σχόλιο για πολιτισμούς αυτάρκεις όσο και αρχέγονους, που συντρίφτηκαν από τη δυτική προέλαση. Έναν τρίτο κόσμο, που υποχρεωτικά έπρεπε να γίνει τάχιστα κάτι άλλο απ’ αυτό που έως πρόσφατα ήταν. Ό,τι, δηλαδή, ονομάζουμε πολιτιστικό ιμπεριαλισμό. Κι όλα αυτά τα προφητικά σχόλια από έναν «παρωχημένο θρησκόληπτο».

Είναι εκπληκτική και συγχρόνως διαφωτιστική η σύμπτωση της ενασχόλησης και του Λεβί-Στρος με τους ιθαγενείς του Αμαζονίου. Από το 1900 ως το 1950, πάνω από 90 φυλές και 15 γλώσσες είχαν εξαφανιστεί μόνο από τη Βραζιλία, σημειώνει στο «La pensée sauvage». Ο ημέτερος Αϊβαλιώτης βρακοφόρος πρόλαβε να εξαφανιστεί από το 1922. Η ταυτότητα αντιλήψεων ανάμεσα σε Λεβί-Στρος και Κόντογλου είναι ενδεικτική, δεν αφορά όμως την εγχώρια αβάν-γκαρντ που, επαρχιώτικη και συμπλεγματική, περί άλλων τυρβάζει – φερ’ ειπείν, στο «σκάνδαλο» που σήκωσε στις ΗΠΑ ο Δάκης Ιωάννου, τοποθετώντας τον Τζεφ Κουνς επιμελητή της έκθεσης που πρόκειται να γίνει στο New Museum με έργα της συλλογής του («Ελευθεροτυπία», 12/1/2009). Αφόδευσε η φοράς στο αλώνι τού τίποτα κ.λπ. Εδώ και χρόνια, φιλοδοξία του Δάκη είναι να επιβάλει τον Κουνς ως σουπερστάρ μιας παγκόσμιας μικρονοϊκής «μονοκουλτούρα και την εγχώρια τέχνη μας φοβισμένο παράρτημα της νεοϋορκέζικης φασαρίας. Κανένας προβληματισμός σχετικά με την ιστορία των μορφών, τις κοινωνικές συνθήκες που τις διαμορφώνουν, τον τρόμο μιας παγκοσμιοποίησης που δεν ενοποιεί αλλά εξαφανίζει κ.λπ. Καμιά ενόραση για το μέλλον, κανένα όνειρο. Τι κρίμα!

Το σκάνδαλο, λοιπόν, είναι αλλού, αλλά ποιος θα το εντοπίσει; Ποιος, δηλαδή, θα θίξει τον κυρίαρχο μηχανισμό που καθιστά τον Κουνς μεγάλο καλλιτέχνη και τον Δάκη διεθνή παράγοντα το εικαστικού star system; Στις 3 Μαρτίου, λοιπόν, ένα καραβάνι των οπαδών και της αυλής του Ελληνοκύπριου συλλέκτη θα ξεκινήσει από την Αθήνα για να καταλάβει τη Νέα Υόρκη. Θα πάει, θα ’ρθει, θα φωτογραφηθεί, χωρίς βεβαίως τίποτα να έχει καταλάβει. Μικρό το κακό. Άρθρα θα γραφτούν, σαν προετοιμασμένοι από καιρό θα εκστασιαστούν οι φιλότεχνοι, ενώ πικρή ζήλια θα κρυφοκαίει στα στήθη κριτικών ή δημοσιογράφων, που δεν προσκλήθηκαν (τζάμπα) στο event, αλλά και καλλιτεχνών, που δεν έχουν την εύνοια του πάτρονα (παρ’ ότι πολύ θα ήθελαν). Υπενθυμίζουμε πως η έκθεση θα λάβει χώρα από τις 3 Μαρτίου ως τις 6 Ιουνίου και η επιτυχία της είναι ήδη δεδομένη. Κάτι το «σκάνδαλο» –ο Δάκης είναι έφορος του New Museum– κάτι ο σκανδαλώδης curator, κάτι οι αντιζηλίες των υπολοίπων παραγόντων (γκαλερίστες, συλλέκτες, δημοπράτες, party animals, art pets κ.λπ.), η φασαρία –δηλαδή, ο θρίαμβος– είναι εξασφαλισμένη. Η νέα εκστρατεία θυμίζει τις ανάλογες που διοργανώνει ο Βασίλης Θεοχαράκης, όποτε εκθέτει πίνακες στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες ή στη Ρώμη με το αεροπλάνο της χαράς που τον ακολουθεί, γεμάτο από ευτυχισμένους τουρίστες τεχνών, έτοιμους να κλάψουν εμπρός στα αόρατα ρούχα του βασιλιά.

Η τοιχογραφία, βέβαια, του Κόντογλου γερνάει έρημη στην –από καιρό γερασμένη– Εθνική Πινακοθήκη, χωρίς κανείς «ειδικός» να εκστασιάζεται εμπρός της. Αφήστε που ρήμαζε δέκα χρόνια στα υπόγεια, προτού πεισθεί η αυτοκράτειρα Μαρίνα να την επανεκθέσει. Ως κατακλείδα παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του Τζούλιαν Μπελ «Καθρέφτης του Κόσμου: Μια νέα Ιστορία της Τέχνης», που κυκλοφορεί και στα ελληνικά από το Μεταίχμιο: «…Η τέχνη (του Τζεφ Κουνς) βασιζόταν στον αριβισμό και στη διάθεση οικειοποίησης των προσπαθειών άλλων…» (σελ. 455). Ευτυχώς που ο Δάκης δεν διαβάζει ιστορίες της τέχνης και γενικώς ιστορίες, όταν δεν αναφέρονται στη συλλογή του και στο συλλέκτη της. Γλιτώνει από αρκετή μελαγχολία…

* Ο Μάνος Στεφανίδης είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!