Του Γιώργου Τσίπρα. Η ρηματική διακοίνωση της Αθήνας, στις 20 Φεβρουαρίου, εκτός της πολύμηνης καθυστέρησης (από την τουρκική παραχώρηση άδειας ερευνών τον Απρίλιο του 2012), συνοδευόταν από ένα κάποιο υποβαλλόμενο εφησυχασμό για το επαρκές των ενεργειών από ελληνικής πλευράς.
Η απαντητική ρηματική διακοίνωση της Άγκυρας καθώς και η εκ νέου ρητή εντολή Ερντογάν στην κρατική τουρκική εταιρία ΤΡΑΟ, την περασμένη εβδομάδα, επιβεβαιώνουν μια νέα περίοδο στην οποία έχουμε εισέλθει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς και την απόλυτη ανεπάρκεια της εξωτερικής πολιτικής της μνημονιακής κυβέρνησης να αντιληφθεί και να αντιμετωπίσει τα νέα δεδομένα.
Η Άγκυρα «απορρίπτει όλα τα επιχειρήματα και τους ισχυρισμούς» της ελληνικής πλευράς, αμφισβητεί εξ ολοκλήρου την απόδοση υφαλοκρηπίδας στα ελληνικά νησιά (και του Αιγαίου), αμφισβητεί έμμεσα το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, καθώς και το εύρος της υφαλοκρηπίδας της Κύπρου. Συνεπώς, η κίνησή της κινείται καταρχήν πολύ πέρα από τη αμφισβήτηση της μέσης γραμμής στη οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών.
Πιο σημαντικό είναι ότι η κίνηση αυτή αποτελεί αντικειμενικά ένα ακόμη βήμα κατοχύρωσης των συνεπειών της διαρκούς και συστηματικής αμφισβήτησης κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου. Έτσι, παρά το μορατόριουμ αποφυγής μονομερών ενεργειών, κι ενώ η Ελλάδα αποφεύγει να ασκήσει ακόμη και κυριαρχικά της δικαιώματα όπως η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν. μίλια (μαζί με το Παλάου, τη Σιγκαπούρη και τη Δομινικανή Δημοκρατία), η ίδια η Άγκυρα προβαίνει σε ενέργειες κατοχύρωσης των πλέον μαξιμαλιστικών διεκδικήσεών της, όπως για παράδειγμα ότι η δική της υφαλοκρηπίδα σταματά στα 6 ν. μίλια από τα ελληνικά νησιά. Επιπλέον, η προδιαγεγραμμένη έξοδος στο μέλλον τουρκικού ερευνητικού σκάφους σε περιοχή πάνω από ελληνική υφαλοκρηπίδα, ολοκληρώνει την εικόνα ενός σκηνικού έντασης και ανάγκης αντιμετώπισης σε ένα συνολικό πλαίσιο. Τι θα έπρεπε να γίνει, για παράδειγμα, σε μια τέτοια περίπτωση ή προληπτικά;
Με αυτή την έννοια, πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν εκδηλωθεί το τελευταίο διάστημα αποδείχνονται υπεραπλουστεύσεις. Όπως η «ευρωπαϊκή ΑΟΖ» που θα μας λύσει το πρόβλημα, λες και η Ε.Ε. έχει συμφέρον να αρπαχτεί με την Τουρκία για να καθοριστούν «δίκαια» οι εθνικές θαλάσσιες ζώνες. Όπως η μονομερής ανακήρυξη ΑΟΖ χωρίς υπολογισμό των συνεπειών και επόμενων βημάτων. Όπως μια συμφωνία συνεκμετάλλευσης ή «καζάν–καζάν» (αμοιβαίου οφέλους). Ή, όπως για να πάμε σε κοντινές στην Αριστερά υπεραπλουστεύσεις και αυταπάτες, ότι μια καλή διαγωγή υπέρ της ειρήνης με την Τουρκία αρκεί να αποφευχθούν εμπλοκές και ταυτόχρονα να μην γίνουν παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Δυστυχώς τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα. Δεν θα είναι εύκολα ούτε καν για σχεδιασμούς που, ανομολόγητα, προεξοφλούν εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Το μόνο που απομένει είναι μια συνολική αντιμετώπιση της γεωπολιτικής υπόστασης της χώρας και των δικαιωμάτων της, στο πλαίσιο μιας εξωτερικής πολιτικής αντιηγεμονικής, ανεξάρτητης και απελευθερωμένης από μνημόνια.