του Πιερλουίτζι Φαγκάν*
Σε προηγούμενο κείμενο αναφέρθηκα στη συνέντευξη που έδωσε στους Νιου Γιορκ Τάιμς ο Τραμπ, όπου έλεγε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να πάψουν να θεωρούν το εαυτό τους σαν «κατασκευαστή χωρών». Πράγματι, με λίγες εξαιρέσεις όπως π.χ. τη Λιβερία, οι Αμερικάνοι δεν έχουν διακριθεί ιδιαίτερα σε αυτό το ρόλο, που στάθηκε προνομιακό πεδίο για τους Ευρωπαίους, σε όλη τη διάρκεια της νεωτερικότητας, από τον 16ο ως τον 20ο αιώνα, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ασία και ιδιαίτερα στην Αφρική.
Η ευρωπαϊκή ιδεολογία αδιαμφισβήτητα δεν επέτρεπε ουσιαστικές δομικές παρεμβάσεις στον τομέα της οικονομίας. Όπως έλεγε ο Χάγιεκ, η οικονομία είναι ένας «υπερβολικά σύνθετος» τομέας, για να μπορεί να μπει σε τάξη από τον άνθρωπο, και –όπως όλα τα υπερβολικά σύνθετα πράγματα– είναι προτιμότερο να την αφήνουμε να αυτορυθμίζεται, χάρη στις μαγικές της ικανότητες .Τελικά το «αόρατο χέρι» είναι εκείνος ο κονστρουκτιβιστής θεός που αυθορμήτως τα θέτει όλα σε τάξη, καλύτερα από οιαδήποτε ανθρώπινη πρόθεση.
Η άρνηση αυτής της δυνατότητας στην πολιτική, εμφανίζεται με την παραλλαγή του «κάποιοι μπορούν και κάποιοι όχι». Γενικά οι ελίτ, για λόγους γενετικούς που με τον καιρό μετατρέπονται σε ιστορικούς, «ξέρουν καλά » τον κόσμο και για τούτο είναι προτιμότερο να τους αναθέσουμε το καθήκον να τον σχεδιάσουν.
Εμφανίζονται έτσι δύο ειδών απαγορεύσεις της σχεδιασμένης συλλογικής παρέμβασης, η μία ισχυρή και η άλλη ασθενέστερη, που συνδυάζονται και συνοψίζονται στο απόφθεγμα «οι ελίτ προετοιμάζουν με τον καλύτερο τρόπο τις συνθήκες απελευθέρωσης των δυνατοτήτων αυτορύθμισης της αγοράς που τελικά διαρθρώνει την οικονομική δραστηριότητα στην οποία διαρθρώνεται η κοινωνία».
Επειδή αυτή η ιδεολογία αποδέχεται τον καρτεσιανό και νευτώνειο τεμαχισμό του όλου σε διακριτά μέρη, δηλαδή στο αόρατο χέρι (οικονομία) και στο πολιτισμικό δικαίωμα των ελίτ (πολιτική), παραμένουμε πάντα και μόνο στα πλαίσια των δοσμένων κοινωνιών. Έτσι, δεν αντιλαμβανόμαστε το εξωτερικό μέρος, όπου τόσο το δικαίωμα των ελίτ και οι λειτουργίες του οικονομικού συστήματος, όσο και οι συνακόλουθες επιπτώσεις στην κοινωνία, εξαρτώνται μοιραία από τον έλεγχο μεγάλων τμημάτων του πλανήτη. Αυτοκρατορίες και αποικίες είναι κεφάλαια άλλων βιβλίων, που οι οικονομολόγοι και οι πολιτικοί δεν είναι υποχρεωμένοι να διαβάσουν, γιατί οι διαφορετικοί τομείς σκέψης δεν πρέπει αναγκαστικά να έχουν μεταξύ τους διαύλους επικοινωνίας. Αφού η ιδεολογία είναι σαν καλειδοσκόπιο ψεύδους και το όλον αποτελεί τη μόνη αλήθεια, το όλον δεν αποδίδεται σαν τέτοιο.
Μόνο η συλλογική-συμμετοχική άσκηση της πολιτικής μπορεί να αφήσει ελεύθερο τον κόσμο να αυτοργανωθεί, προβλέποντας, αποφεύγοντας ή ελαχιστοποιώντας τις απειλές πιθανών καταστροφών, που μπορεί να είναι η μόλυνση του περιβάλλοντος ή ακόμη και ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος
Σε τέτοιες προδιαγραφές συγκροτείται και η εθνική σύνθεση της Αφρικής κατά τον Τζ. Π. Μέρντοκ, Αμερικανό ανθρωπολόγο που έζησε στα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Δεν ξέρω να σας πω πόσες εθνότητες υπάρχουν, αλλά με μια πρώτη ματιά είναι σαφέστατα περισσότερες από τα 54 αφρικανικά κράτη που δημιούργησαν οι Ευρωπαίοι, κύρια από τον 19ο ως τον 20ο αιώνα. Προς επίρρωση της άποψης ότι η Αφρική παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία στην φυσική της ιστορία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι λίγο λιγότερο από το μισό (ή πάνω από το 1/3 στη βάση άλλων υπολογισμών) των γλωσσών που ομιλούνται σε όλο τον κόσμο, προέρχονται από την Αφρική, όπου ωστόσο κατοικεί λίγο περισσότερο από το 15% του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη.
Συνολικά η Αφρική χαρακτηρίζεται από μια σύνθεση μερών με ιδιαίτερα μεγάλη ποικιλομορφία περιοχών και σχέσεων ανάμεσα στον πληθυσμό και τη γεωγραφική έκταση. (Η Αφρική στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερη από τα αναφερόμενα στους γεωγραφικούς χάρτες, ίση περίπου με το 20% της ξηράς του πλανήτη). Οι περιοχές αυτές δεν ήρθαν σε αντιπαράθεση μεταξύ τους παρά μόνο μετά τον ερχομό των Eυρωπαίων. Αυτός ο φυσικο-ιστορικός διαχωρισμός της Αφρικής δεν είχε καμιά σημασία για τους Eυρωπαίους, οι οποίοι αντίθετα ενδιαφερόντουσαν περισσότερο για τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, και έτσι πήραν χάρακα, μολύβι και ντουφέκια, και μοιράστηκαν μεταξύ τους τα εδάφη, ανακηρύσσοντας ανεξάρτητα «κράτη». Βέβαια αυτά τα κατασκευασμένα κράτη δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τα υφιστάμενα φυσικά έθνη και εθνότητες.
Συνεπώς η ευρωπαϊκή ιδεολογία, στο σύνολό της, λειτουργούσε ως εξής: οι ελίτ διαχειρίζονται με τον καλύτερο τρόπο την απελευθέρωση των προϋποθέσεων αυτορρύθμισης της αγοράς που διαρθρώνει την οικονομική δραστηριότητα η οποία είναι δομικό στοιχείο της κοινωνίας. Στις προϋποθέσεις αυτές εντάσσεται προφανώς ο βιασμός της γεωϊστορίας των εξωτερικών εδαφών (σ.σ. εκτός Ευρώπης) που έχουν υποταχθεί και τροφοδοτούν την ευημερία των εντός της Ευρώπης περιοχών. Η οικονομία δεν πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο, την πολιτική την καθορίζουν οι ελίτ, η εξωτερική πολιτική είναι υπερκονστρουκτιβιστική γιατί δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη λειτουργία της δικής τους οικονομίας και της δικής τους πολιτικής και επειδή δεν αντιμετωπίζεται μαζί με τα άλλα μέρη (του συνόλου, του όλου) δεν υπάρχει τάχα πρόβλημα αντιπαράθεσης.
Η πολύπλοκη εποχή μας, κατ’ ελάχιστον, φαίνεται ότι μας παρακινεί να αντιστρέψουμε την κατάσταση: η οικονομία πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο και να λειτουργήσει με τη συμμετοχή όλων στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων. Μόνο η συλλογική-συμμετοχική άσκηση της πολιτικής μπορεί να αφήσει ελεύθερο τον κόσμο να αυτοργανωθεί, προβλέποντας, αποφεύγοντας ή ελαχιστοποιώντας τις απειλές πιθανών καταστροφών, που μπορεί να είναι η μόλυνση του περιβάλλοντος ή ακόμη και ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος.
* Ο Πιερλουίτζι Φαγκάν είναι αναλυτής και συγγραφέας.