Το 2001 οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ξεκίνησαν τους βομβαρδισμούς κι έπειτα τη χερσαία εισβολή τους στο Αφγανιστάν, με στόχο να ανατρέψουν το καθεστώς των Ταλιμπάν και να εισάγουν τη «δημοκρατία» (και) σε αυτή τη χώρα. Στις 2 δεκαετίες που ακολούθησαν επιβλήθηκε ένα καθεστώς ανδρεικέλων με τη στήριξη των ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων κατοχής. Μονάχα οι ΗΠΑ «επένδυσαν» στο διάστημα αυτό σχεδόν 2,3 τρισεκατομμύρια δολάρια για την ενίσχυση των ανδρεικέλων τους και τη διασφάλιση της παρουσίας τους σε αυτή τη χώρα-κόμβο στρατηγικής σημασίας (συν μερικές εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια που «επενδύθηκαν» από τους λοιπούς ΝΑΤΟϊκούς). Τι πέτυχαν; Να στήσουν μια παρωδία «δημοκρατικών θεσμών» σαθρών, αλληλοσπαρασσόμενων και διάτρητων από απίστευτη διαφθορά, δίχως καμιά νομιμοποίηση στη συντριπτική πλειοψηφία των Αφγανών, που για μια ακόμη φορά συμπιέστηκαν μεταξύ της κατοχικής Σκύλλας και της τζιχαντιστικής Χάρυβδης.

«Πέτυχαν» κι άλλα: καταρχήν μετέτρεψαν το Αφγανιστάν στον βασικό προμηθευτή του πλανήτη με όπιο[1]. Επιπλέον, η 20χρονη κατοχή έφερε 175.000 θανάτους σε μάχες, βομβαρδισμούς κ.λπ. (εκ των οποίων 6.294 Αμερικανοί στρατιώτες και μισθοφόροι, 1.144 λοιποί Δυτικοί στρατιώτες, και 50.000 Αφγανοί άμαχοι από το 2009 μέχρι σήμερα – τα πρώτα 8 χρόνια της κατοχής οι θάνατοι αμάχων απλώς δεν καταγράφονταν)[2]. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν 240.000 νεκροί των οποίων οι αιτίες θανάτου σχετίζονται άμεσα με την ένοπλη σύγκρουση (στον αριθμό αυτό δεν προσμετρώνται οι θάνατοι από ασθένειες, απώλεια πρόσβασης σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες όπως τροφή, νερό κ.λπ.)[3]. Παρ’ όλα αυτά, το διεφθαρμένο δοτό καθεστώς δεν μπόρεσε να κρατηθεί: ήδη επί Τραμπ οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να ξεκινήσουν συνομιλίες με τους Ταλιμπάν ώστε να απεγκλωβιστούν χωρίς ακόμη βαρύτερες απώλειες. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε επί Τραμπ[4] υλοποιήθηκε από τον Μπάιντεν.

Το διεφθαρμένο δοτό καθεστώς δεν μπόρεσε να κρατηθεί: ήδη επί Τραμπ οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να ξεκινήσουν συνομιλίες με τους Ταλιμπάν ώστε να απεγκλωβιστούν χωρίς ακόμη βαρύτερες απώλειες, και η συμφωνία που επιτεύχθηκε υλοποιήθηκε από τον Μπάιντεν

Ήθελαν, αλλά δεν μπορούσαν…

Η ταπεινωτική σταδιακή αλλά γοργή αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων αποτέλεσε μία ακόμη ένδειξη του γεγονότος ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε υποχώρηση στο διεθνές προσκήνιο. Οι επικρίσεις των Δημοκρατικών προς τον Τραμπ, και οι διακηρύξεις τους ότι η Ουάσιγκτον επιστρέφει δυναμικά στο παγκόσμιο παιχνίδι, δεν είχαν κανένα πρακτικό αντίκρισμα επί του αφγανικού πεδίου. Ήθελαν, αλλά δεν μπορούσαν… Οι καυχησιολογίες των επιτελείων της Ουάσιγκτον ότι η φοβερή και τρομερή βορειοαμερικανική στρατιωτική μηχανή μπορεί να διεξάγει ταυτόχρονα δύο και τρεις πολέμους ανά την υφήλιο αποδείχθηκαν κενές περιεχομένου. Ούτε τη στρατιωτική κατοχή μιας διαλυμένης και πάμφτωχης χώρας δεν μπορούν να αντέξουν. Το ίδιο είχε συμβεί και στο Ιράκ – μόνο που εκεί η ταπείνωση δεν ήταν τόσο χτυπητή, αφού αναγκάστηκαν να προβούν σε παραχωρήσεις προς το Ιράν ώστε να αποφύγουν μια καταστροφική έξοδο.

Αφότου η αμερικανική στρατιωτική παρουσία περιορίστηκε σε τμήματα της Καμπούλ και στο διεθνές αεροδρόμιο, η προέλαση των Ταλιμπάν πήρε καταιγιστικό χαρακτήρα. Την περασμένη εβδομάδα εκπρόσωπος του Υπουργείου «Άμυνας» των ΗΠΑ εκτιμούσε ότι μέσα στους επόμενους 3 με 6 μήνες οι Ταλιμπάν, που διαρκώς προχωρούσαν (σχεδόν αμαχητί, αφού ο αμερικανοντυμένος στρατός του καθεστώτος δεν πρόβαλε αντίσταση), θα καταλάβουν και την πρωτεύουσα του Αφγανιστάν. Οι Ταλιμπάν τον διέψευσαν: από τη μέρα που έγιναν αυτές οι «απαισιόδοξες» δηλώσεις, χρειάστηκαν μόλις λίγα 24ωρα για να μπουν στην αφύλακτη Καμπούλ. Ακολούθησαν οι γνωστές σε όλους πια σκηνές χάους. Ελικόπτερα να εκκενώνουν τους Αμερικανούς διπλωμάτες από την ταράτσα της πρεσβείας των ΗΠΑ. Ο «πρόεδρος» Ασράφ Γάνι να εξαφανίζεται μαζί με μερικά εκατομμύρια δολάρια σε άγνωστο προορισμό. Ο «στρατάρχης» Ντοστούμ να διαφεύγει πανικόβλητος, μάλλον στην Τουρκία. Το διεθνές αεροδρόμιο να καταλαμβάνεται εξ εφόδου από πανικόβλητους Δυτικούς και Αφγανούς που προσπαθούσαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Μαχητές των ταλιμπάν να εξερευνούν τα απίστευτης χλιδής παλάτια των κατοχικών αξιωματούχων, που ζούσαν κυριολεκτικά σε έναν άλλο κόσμο από αυτόν των αναλώσιμων συμπατριωτών τους. Και ούτω καθεξής. Η διεθνής κοινή γνώμη, νανουρισμένη από τη δυτική προπαγάνδα, βλέπει σοκαρισμένη να καταρρέει σαν τραπουλόχαρτο το «αφήγημα» των αυτουργών και απολογητών της εισβολής…

Οι καυχησιολογίες των επιτελείων της Ουάσιγκτον ότι η φοβερή και τρομερή βορειοαμερικανική στρατιωτική μηχανή μπορεί να διεξάγει ταυτόχρονα δύο και τρεις πολέμους ανά την υφήλιο αποδείχθηκαν κενές περιεχομένου: ούτε τη στρατιωτική κατοχή μιας διαλυμένης και πάμφτωχης χώρας δεν μπορούν να αντέξουν

Απόπειρες για νέα διευθέτηση και «προετοιμασίες» των πειθήνιων

Τώρα το Αφγανιστάν, με τους Ταλιμπάν να εμφανίζονται πιο συγκρατημένοι απ’ ό,τι στο παρελθόν ώστε να εδραιώσουν την εξουσία τους, δίνοντας διαβεβαιώσεις προς όλες τις κατευθύνσεις ότι δεν θα ενοχλούν άλλες χώρες, μπαίνει σε μια νέα περίοδο. Νέοι επίδοξοι συνεταίροι εμφανίζονται, ευελπιστώντας να καλύψουν το κενό που αφήνουν οι ΗΠΑ, πιθανά και σε συνεννόηση μαζί τους. Ουάσιγκτον, Μόσχα, Πεκίνο αλλά και Άγκυρα βρίσκονται σε πυρετό διαβουλεύσεων στην προσπάθεια να πετύχουν μια νέα διευθέτηση, όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητική για τα συμφέροντα της κάθε πρωτεύουσας. Οι ειδικές σχέσεις της ηγεσίας των Ταλιμπάν ακόμη και με τμήματα της αμερικανικής διοίκησης, οι δίαυλοι που έχουν ανοίξει με Ρωσία και Κίνα, τα παζάρια με τον «ομόδοξο» Ερντογάν, θα επιδράσουν στις εξελίξεις. Το σίγουρο είναι πως κανείς δεν ρωτά τον αφγανικό λαό, κι ότι ένα «διάβασμα» από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά που επιχαίρει για τη νίκη των Ταλιμπάν (θεωρώντας τους ακόμη και «απελευθερωτές») είναι επιεικώς αφελές. Οι Ταλιμπάν συνιστούν ένα ιδιαίτερο τμήμα του ισλαμικού σουνιτικού φονταμενταλισμού, που αποτελούν μια πολύ καλά οργανωμένη αλλά πάντα μειοψηφική στον αφγανικό λαό δύναμη. Η διακυβέρνησή τους –αν καταφέρουν να εδραιωθούν, δεδομένου ότι σημαντικές επαρχίες αρνούνται να αναγνωρίσουν την κυριαρχία τους– θα δείξει την ποιότητά τους…

Τέλος, διόλου λιγότερο σημαντικό για εμάς, η αναταραχή στο Αφγανιστάν θα φουντώσει και πάλι τα μεταναστευτικά ρεύματα. Υπολογίζεται ότι εκατομμύρια Αφγανοί θα επιχειρήσουν να διαφύγουν προς τη Δύση, και η Ελλάδα καλείται και πάλι από «εταίρους» και «συμμάχους» να λειτουργήσει ως ανάχωμα – με πολυποίκιλες και βαριές συνέπειες για το λαό και τη χώρα μας, που δεν νοιάζουν όμως ούτε τους ξένους πάτρωνες ούτε το ντόπιο πολιτικό προσωπικό… Ήδη γίνονται «προετοιμασίες» για την υποδοχή αυτών που η χώρα τους ανατινάχθηκε από δεκαετίες πολέμων, κατοχής και καταπίεσης. Οι σχεδιασμοί προβλέπουν τα σπασμένα να τα πληρώνουν πάντα κάποιοι άλλοι, κι όχι όσοι προκαλούν το χάος. Θα αναλάβει το πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας και αυτό το κόστος;

[1] «Έφυγαν νύχτα» (φύλλο 552).
[2] Τα στοιχεία είναι του περασμένου Απριλίου και προέρχονται από το Ινστιτούτο Γουότσον του Πανεπιστημίου Μπράουν (watson.brown.edu/).
[3] «Costs of War Project» (watson.brown.edu/costsofwar/).
[4] «Συμφωνία ΗΠΑ-Ταλιμπάν» (φύλλο 488).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!