του Νίκου Σταθόπουλου*

Η ψευδοσφοδρότητα του προεκλογικού θεάματος, με όλα τα παρελκυστικά τεχνάσματα των συστημικών αχθοφόρων, δεν πρέπει να σβήνει από το οπτικό μας πεδίο τις παλλόμενες ουσίες του κρίσιμου ιστορικού μας παρόντος. Στην ουσία οι εκλογές αποτελούν την μείζονα «αφήγηση» δια της οποίας η κοινωνία υποτάσσεται στη «διαρκή επικαιρότητα» των εσωτερικών ρυθμίσεων του συστήματος. Το μόνιμο «στοίχημα» της ριζοσπαστικής αμφισβήτησης και των πολιτικών της είναι η όντως αλήθεια της συλλογικής μοίρας. Στα καθ’ ημάς αυτό σηματοδοτεί το μόνιμο «επείγον» να οριοθετείται και να ταυτοποιείται συγκεκριμένα η εθνική αγωνία, καθώς και γενικά και ειδικά (στην ζοφερή περίοδο των μνημονιακών αναδιαρθρώσεων / αποδομήσεων) η εθνική υπόσταση και ακεραιότητα τελεί υπό αίρεση.

ΚΑΙ ΑΥΤΟ μεσούσης μιας σαρωτικής γεωπολιτικής θύελλας όπου ό,τι ξέραμε ως «ιμπεριαλισμός» ανανεώνεται ενδυναμωτικά ανοίγοντας το εγκληματικό του φάσμα υπό την «νομοτέλεια» του Κέρδους σε όλες τις μορφές του: Η λογική, η ηθική, η αξιοπρέπεια, εξανεμίζονται καραβοτσακισμένες από έναν κολασμένο συνδυασμό αφέλειας, χειραγώγησης, πονηρίας. Η Νέα Ομιλία της «προόδου», απλώς βαφτίζει το κρέας ψάρι και αντίστροφα, έτσι ώστε οι ξεγελασμένοι νεοπληβείοι να «τραγουδούν ενώ καίγονται τα σπίτια τους» βαθιά αμόρφωτοι έστω και με δέκα μεταπτυχιακά. Κανείς «ριζοσπαστικός» λόγος δεν μπορεί να αποκρύψει το εξελισσόμενο πλανητικό σχέδιο αφανισμού των εθνικών πολιτισμικών ταυτοτήτων. Σε τούτο το «κάδρο» τοποθετείται κάθε ανατρεπτικός αναστοχασμός περί τα «ελληνικά θέματα».

Σαράντα φορείς (όπως ο Δικηγορικός Σύλλογος Ορεστιάδας, επιστημονικά σωματεία, τοπικοί παράγοντες, η Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδας και Σουφλίου, και άλλοι) από τον Βόρειο Έβρο ζητούν άμεσες επαφές με την κυβέρνηση ώστε να δρομολογηθούν οι διαδικασίες «διοικητικής αναδιάταξης» στην περιοχή με τη σύσταση αυτόνομης «Περιφερειακής Ενότητας Βόρειου Έβρου». Η «επιχειρηματολογία» είναι, βασικά, οικονομικής φύσης και επικεντρώνεται στη ραγδαία μείωση του τοπικού πληθυσμού (π.χ. σε Ορεστιάδα και Διδυμότειχο 6.500 κάτοικοι λιγότεροι με βάση την απογραφή του 2021) και στην καταστροφή του «εμπορικού και παραγωγικού ιστού» ως αποτέλεσμα της οικονομικοπαραγωγικής εγκατάλειψης: Οι κάτοικοι προμηθεύονται βενζίνη από Βουλγαρία και Τουρκία (Αδριανούπολη) όπου το κόστος είναι χαμηλότερο κατά 70 λεπτά και 1 ευρώ αντίστοιχα, και τα μαγαζιά βάζουν λουκέτο ασταμάτητα, ενώ η αγροκτηνοτροφική υποστήριξη είναι απλώς «αίτημα». Η κρατική αδιαφορία για τη μοίρα μιας μεγάλης και κρίσιμης περιοχής και η «πληθυσμιοποίηση» των κατοίκων, γίνονται οι κινητήριες δυνάμεις μιας έμπρακτης αλλοτρίωσης που νομιμοποιεί τον «πολιτισμό του κατακερματισμού». Αν δεν το δούμε έτσι και αυτοευνουχιστούμε στη ρηχότατη μονομέρεια του οικονομιστικού «προφανούς», τότε το παιχνίδι είναι χαμένο!

ΌΝΤΩΣ, Ο κόσμος από το 70 και μετά αρθρώνεται σε μια «φιλοσοφία» διάλυσης των μεγάλων ενοτήτων κ συνθέσεων, και οργανικής ανάδειξης του «τμήματος», της «περιοχής», της «μονάδας». Είναι ένα «προτσές» που αφενός αντανακλά τα βαθύτερα ιδιώματα του καπιταλισμού στη μετανεωτερική του (ανα)σύσταση, αλλά παράλληλα (και μάλλον-κυρίως) υλοποιεί με φροντισμένη κλιμάκωση κεντρικά οικονομικοπολιτικά σχέδια. Σχέδια που αφορούν «αναδιατάξεις χωρών» στο πλαίσιο και του οργανικού οικονομικού κατακερματισμού αλλά και των «αναρρυθμίσεων» της εδαφικότητας με βάση τους αναδυόμενους συσχετισμούς και τις «εδαφικοποιήσεις» που υπαγορεύουν οι ανταγωνισμοί περί την ενέργεια και τις μεταφορές εμπορευμάτων. Όταν λέμε ότι ο Νεοφιλελευθερισμός αποτελεί μορφή μιας μετεξελιγμένης «φεουδαρχίας» εννοούμε και αυτό, τη «μοναδοποίηση» η οποία κατατείνει στην βίωση του κόσμου ως αθροίσματος «διαφορετικοτήτων», όπως ήταν τα φέουδα!

Για τους σύγχρονους «Δυνατούς», η Θράκη, η ελληνική Θράκη των άφθαρτων πολιτιστικών ποιοτήτων, δεν είναι το λίκνο μιας πολυδύναμης πολιτιστικής παράδοσης όπου το μυστικιστικό, το κοινοτικό και το φυσιοκεντρικό ενώνονταν σε μια βίωση της ζωής πολυδύναμα διονυσιακή, αλλά είναι ένα «επενδυτικό πεδίο» διαπλεκόμενο με την «ιδιότυπη διαλεκτική του γεωπολιτικού». Το ζητούμενο είναι η δική μας εθνική συνείδηση, η δική μας συναίσθηση του ταυτοτικού χωρόχρονου.

Στη Θράκη, από χρόνια προωθείται η δημιουργία Ειδικής Οικονομικής Ζώνης: Στα 2003 ορίστηκε «Διασυνοριακή Ελεύθερη Βιομηχανική Ζώνη Οικονομικών Συναλλαγών» στο Ορμένιο, που ακόμα δεν λειτουργεί αλλά «περιμένει»! Από τα 2012 λειτουργεί και δρα το «Οικονομικό Φόρουμ Θράκης» με κίνητρο τη θέσπιση ΕΟΖ. Την ίδια εποχή, η Ξενοκρατούμενη «αριστερή» και «δεξιά» πολιτεία «σφυρίζει κλέφτικα» σε κάθε ανάδειξη της εθνικής προτεραιότητας των δομικών προβλημάτων εκεί στερεώνοντας, έτσι, τον προοπτικό ζόφο της δομικής αποελληνοποίησης.

Σε όλο το φάσμα των ακριτικών περιοχών, εκεί όπου η «Αθήνα» θα έπρεπε να δρα με αυξημένη μέριμνα, οι τόποι κυριολεκτικά αφήνονται στο έλεος του Θεού το οποίο, προφανώς, θα παροχετευτεί στα βενζινάδικα των Βουλγάρων και στους γιατρούς και τα καταστήματα των Τούρκων. Υπό το «πιασάρικο» ζήτημα της «ανάγκης για διοικητική αυτονομία» που θα «απελευθερώσει τα κονδύλια της Ε.Ε.», και δεν θα «μονοπωλεί η (αμερικανοποιούμενη) Αλεξανδρούπολη την ανάπτυξη», και οι ανταγωνιζόμενοι τοπικισμοί δυναμώνουν, και οι αποσχιστικές δυναμικές υποδαυλίζονται, και η ζώσα εθνική εμπειρία διασυνδέεται «μοιραία» με την εξελισσόμενη διεθνή συγκυρία του Κατακερματισμού. Τα αντιδραστικότατα «προοδευτικά» βραχνιάσματα περί «εθνικισμού», δε μπορούν να ακυρώσουν την ορατή βία των εθνικών πολτοποιήσεων υπέρ της Ισχύος και του Διεθνοποιημένου Κεφαλαίου.

Μια χώρα-χώρος δε μπορεί να αποφύγει τις στρεβλώσεις που επιφέρουν οι ποικίλες μεσολαβήσεις (στρατιωτικές, γεωπολιτικές, επιχειρηματικές, οικονομικές) και μέσω αυτών εμπλέκεται σε ένα μοιραίο σπιράλ «ρυθμίσεων» ερήμην της συλλογικής βούλησης και της εθνολαϊκής κυριαρχίας

ΟΙ ΕΟΖ (Ειδικές Οικονομικές Ζώνες) είναι μια παλαιότατη «πατέντα» της Εμποροκρατίας: Οι πρώιμες μορφές τους εντοπίζονται σε Τεργέστη και Γιβραλτάρ, Σιγκαπούρη, Χονγκ Κογκ, Αμβούργο, Ολλανδία, ήδη από τον 18ο αι. Μεγάλες εκτάσεις οι οποίες τελούν υπό «ειδικό» φορολογικό, μισθολογικό και διοικητικό καθεστώς, και με την «οικονομική διαδικασία» σε υποδειγματικούς δείκτες λίαν αποδοτικής εκμετάλλευσης. Η εγκατάσταση των Γενουατών και των Βενετσιάνων στο Βυζάντιο είχε τέτοια χαρακτηριστικά, καλλιεργώντας τις βαθύτερες προϋποθέσεις για τις Σταυροφορίες που ήταν η πρόβα τζενεράλε για την Αποικιοκρατία. Η «καταπολέμηση της ανεργίας», η «παραμονή των ανθρώπων στον τόπο τους», η «συμβολή στην ανάπτυξη», ρητορεύονται ως αχρείως παγιδευτικά «παραμύθια» για απελπισμένους «ιθαγενείς» πρόθυμους τελικά να «επιβιώσουν» με αντάλλαγμα κάθε εκποίηση. Στην όποια υστερόβουλη «αμέλεια» των κρατικών νταβατζήδων δεν απαντάς με λογικές ακρωτηριαστικού αυτοκαθορισμού, αλλά με μαχητική συλλογική συνείδηση πατριωτικής αναφοράς. Όμως, όποιος νομίζει ότι η Κοινωνία του Θεάματος είναι μια «οθόνη εκτονωτικής ψυχαγωγίας που απλώς αλλοτριώνει λίγο», ε δεν έχει καταλάβει τίποτα!

Όπως συμβαίνει με την COSCO για την οποία στο λιμάνι ισχύει «θεσμοθετημένη Ζώνη Εξαίρεσης», έτσι και η «αθωότητα» των «τραγικών εμπειριών από το αδιάφορο Αθηνοκεντρικό κράτος των παχύδερμων», δρομολογεί έναν πολυεπίπεδο αφελληνισμό. Δεν είναι μόνο ότι θα αποκτήσει χαρακτηριστικά λειτουργικής φεουδαρχοποίησης η «παραγωγική διαδικασία»(κι αυτό επί Νεοφιλελεύθερης Παγκοσμιοποίησης σημαίνει επιπλέον αποταυτοποίηση βάθους), αλλά είναι και ότι θα μετεξελιχθεί νομοτελειακά σε σικέ «γεωπολιτικό παίγνιο» με ενσωμάτωση προοπτικά σε άλλες εθνοκρατικές εδαφικές συνθέσεις. Έτσι κι αλλιώς ποτέ η Οικονομία δεν ήταν μια «τυφλή» δύναμη χωρίς Πολιτική!

Και μην αντιτείνει κανείς «ε τι; είναι και η Μητρόπολη στο κόλπο;»: Δεν είναι «κόλπο», είναι μια «νόμιμη» και διαδεδομένη πρακτική του σύγχρονου κόσμου, στην οικονομική του οργάνωση, και εύκολα μπορεί να εκτιμηθεί ως «διαχειρίσιμη ιδιαιτερότητα» χωρίς κάτι το μεμπτόν. «Δεν τα δίνουμε στους Τούρκους» θα ακουστεί «αλλά τροποποιούμε τη σχέση με την Ευρώπη»: Λες και δεν είναι γεμάτη η παγκόσμια ιστορία από τέτοιες «ειδικές σχέσεις» και «αυτονομίες» βουλιαγμένες σε καθεστώτα πολλαπλής εκμετάλλευσης και αποχρωματιστικής εξάρτησης. Και πάντα με δεδομένο, κι ας μην αποσιωπάται, το εμμονικό παιχνίδι της Τουρκίας με τους τάχα «Τούρκους της Θράκης», είναι παράλογο να το αποσυνδέεις από τις διεργασίες «οικονομικής ανάκαμψης» σε πνεύμα «διοικητικής αναδιάταξης» (αντικειμενικής διάκρισης από το «κεντρικό κράτος»). Η εθνοαποδόμηση, σε μια Περιφέρεια με την ιστορική διαδρομή της περιοχής μας, δεν περιορίζεται σε μια «θεσμοκεντρική ανασύνθεση του κοινωνικού φαντασιακού», αφού η εξουσία μεσολαβείται καθοριστικά από την ετεροαναφορά του γίγνεσθαι.

Η δημιουργία ΕΟΖ έχει «ειδικό ρόλο» στο πλαίσιο του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού: Εγγράφεται δυναμικά στον κατακερματισμό με τη μορφή χάραξης εδαφών, κόμβων και ροών για απρόσκοπτη τη διαδικασία κερδοφορίας. Σήμερα, στον πλανήτη, λειτουργούν περισσότερες από 5.000 ΕΟΖ (με τις 1.300 ιδιωτικές) όπου δεκάδες εκατομμύρια εργαζόμενοι σαπίζουν σε συνθήκες παραστάσεων από Ντίκενς! Η πορεία είναι σαφής σε αυτό το «σύστημα» Τζάμπα πόροι από ολόκληρες ηπείρους οι οποίες ερημώνουν και ρημάζουν –«περίφραξη» της παραγωγικής διαδικασίας σε ΕΟΖ– ροές μεταφοράς μέσα από «ελεύθερους διαύλους» και ιδιωτικοποιημένα λιμάνια-υπερκέρδη σωρευόμενα σε «φορολογικούς παραδείσους». τα κράτη, ειδικά σε αποδομούμενες πατρίδες υπό οργανική διεθνική υποτέλεια, μεσολαβούν στην παγίωση των προϋποθέσεων εξαθλίωσης του λαού που πλέον ικετεύει το ξεπούλημα!

ΟΙ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ στη Θράκη δεν είναι εν όλω μια «συνωμοσία ανθελλήνων» (σε καθαρά καπιταλιστική βάση ο «ανθελληνισμός», η όποια «αντιεθνικότητα» δεν έχει «παθολογικά» ιδεολογικό χαρακτήρα, αλλά μια πραγματιστική πρόσληψη) αλλά η ιδεολογικοποίηση και η «χρήση» ενός μετααποικιακού πανικού ο οποίος, επιπλέον, φέρει όλη την οικτρή διάβρωση από στημένες «φιλίες» και από «κουλτούρες πολυπολιτισμικότητας» με υπόγεια αλλά ευανάγνωστη πρόθεση να «ενωθεί η ανθρωπότητα» στην «πολυχρωμία» του απολίτικου απατριδισμού. Ζούμε στα ζοφερά χρόνια της αλαλάζουσας κακομοιριάς των αλαφιασμένων εθνών: Ένώ τα μεγάλα έθνη, χώρες αδηφάγα κέντρα του καλπάζοντος υπερληστρικού νεοκαπιταλισμού, διατηρούν και προστατεύουν το ταυτοτικό τους «οπλοστάσιο», οι «μικροί», ακόμα και με εξόφθαλμα θέματα ακεραιότητας και επιβίωσης, έχοντας στερηθεί το «εθνικό αξιολογικό φίλτρο» και εμπλεκόμενοι είτε σε αυτοακυρωτικούς ιδεολογισμούς του «μοντέρνου» είτε στην σύγχυση που εκλύεται από την Θεά Οθόνη, προσλαμβάνουν τη φτώχεια και το βιοτικό αδιέξοδο με όρους καπιταλιστικού επιβιωτισμού στην πιο μικροιδιοκτητική μιζέρια του και παραδίδονται στη «μοίρα» που τους κατασκευάζει η «θρησκεία των Αγορών» και που τους την εκλογικεύει με ρεσιτάλ αποπλάνησης το εξωνισμένο πολιτικό σύστημα.

Η εντοπισμένη περίπτωση της Ξάνθης πιστοποιεί, με το ειδικό της βάρος και ποιόν, την ενεργό καθοριστική διαλεκτική «εθνικού» με «κοινωνικό»: Τα προτάγματα της «επιβίωσης» και «ανάπτυξης» αποσυνδέονται από τη διαλεκτική και την ποικιλότητα της τοπικότητας και συναρτώνται με τα «ευεργετήματα» του Διεθνούς Δυτικού «Παραδείγματος», οπότε η υπαγωγή στα «γεωπολιτικά παίγνια» με όρους παγκοσμιοποιημένης Αγοράς είναι αυτονόητη. Μια χώρα-χώρος δε μπορεί να αποφύγει τις στρεβλώσεις που επιφέρουν οι ποικίλες μεσολαβήσεις (στρατιωτικές, γεωπολιτικές, επιχειρηματικές, οικονομικές) και μέσω αυτών εμπλέκεται σε ένα μοιραίο σπιράλ «ρυθμίσεων» ερήμην της συλλογικής βούλησης και της εθνολαϊκής κυριαρχίας. Το «θέλουμε λεύτερη εμείς πατρίδα» του παλιού αντάρτικου τραγουδιού διατηρεί την «ενστικτική» του νοηματοδότηση ως όψης των μαχών για κοινωνική δικαιοσύνη σε μια ολοκληρωμένη «λαοκρατική δημοκρατία»! Αν θέλουμε να μιλάμε ακόμα για «κινήματα» και «αγώνες» πρέπει να μεθοδεύσουμε στρατεύσεις και κινητοποιήσεις με τέτοια θεματική που αφορά δομικές αγωνίες αλλοτριωμένες και χειραγωγημένες. Ο απαιτούμενος Νέος Διαφωτισμός δεν είναι μια θεωρητική διαδικασία ομφαλοσκόπησης λογίων, αλλά μια πολυσύνθετη πάλη για την απειλούμενη πατρίδα. Πάλη που αναπτύσσεται την ίδια ώρα που βιώνεται και γίνεται αντικείμενο μελέτης και γνώσης.

* Ο Νίκος Σταθόπουλος είναι φιλόλογος και συγγραφέας

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!