Στην Κάσο είχαμε ένα σημαντικό, πολεμικής φύσης επεισόδιο, που στόχο είχε να αμφισβητήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, στο Αιγαίο, σε περιοχή μάλιστα εντός της Ελληνικής ΑΟΖ, όπως αυτή αποτυπώνεται στη διακρατική συμφωνία της χώρας μας με την Αίγυπτο. Η σχεδιασμένη επιχείρηση του τουρκικού πολεμικού ναυτικού, σε συνέχεια σχετικής αντι-NAVTEX του υδρογραφικού σταθμού της Αττάλειας, να παρεμποδίσει τη δραστηριότητα του Ievoli Relume εκτός των 6 ν.μ., είναι η έμπρακτη (και ένοπλη) υπεράσπιση από πλευρά της Άγκυρας, των τετελεσμένων του τουρκολιβυκού μνημονίου, που κόβει το Αιγαίο στα δύο αγνοώντας την ύπαρξη νησιών όπως η Ρόδος ή η Κρήτη. Το γεγονός μάλιστα πως η ελληνική πλευρά κάνει σαν να μηn συνέβη τίποτα, επιμένοντας στην πολιτική των «ήρεμων νερών», καθιστά το επεισόδιο ακόμη πιο επικίνδυνο, εντάσσοντάς το στην τροχιά της φινλανδοποίησης, και εν εξελίξει δορυφοροποίησης της Ελλάδας από την Τουρκία.

Ας δούμε όμως συνοπτικά τη ροή των γεγονότων. Στις 22 Ιουλίου, ο υδρογραφικός σταθμός Ηρακλείου εκδίδει NAVTEX για έρευνες του ιταλικού ερευνητικού πλοίου Ievoli Relume μεταξύ Καρπάθου-Ρόδου και Καρπάθου-Κάσου. Αμέσως η Τουρκία εκδίδει αντι-NAVTEX για την ίδια περιοχή. Στις 23 Ιουλίου, ξεκινούν οι έρευνες στα ανοιχτά της Κάσου, εντός των χωρικών υδάτων μας, ενώ παρεμποδίζεται η δραστηριότητα του πλοίου εκτός αυτών από πέντε πλοία του πολεμικού ναυτικού της γείτονος που έχουν σπεύσει στο σημείο. Από ελληνικής πλευράς, φτάνουν στην περιοχή μία κανονιοφόρος, μία φρεγάτα και ένα περιπολικό του Λιμενικού, ενώ γίνεται λόγος για διπλωματικές προσπάθειες εκτόνωσης της έντασης σε ανώτατο επίπεδο και το ζήτημα υποβαθμίζεται. Το ιταλικό πλοίο δηλώνει ότι ολοκλήρωσε την αποστολή του στις 24 Ιουλίου και αποχωρεί από την περιοχή, ώρες πριν τη λήξη της NAVTEX και χωρίς να έχει καλύψει όλη τη δεσμευμένη περιοχή. Η τουρκική πλευρά δηλώνει ότι «θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τις ελληνικές και ιταλικές αρχές για τον σεβασμό τους στη θαλάσσια δικαιοδοσία μας και τη συνεργασία τους».

Τουρκική Γαλάζια Πατρίδα

Έχουμε τονίσει πολλές φορές ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική, και όσο μας αφορά ο τουρκικός επεκτατισμός, βαδίζει σε μια σταθερή στρατηγική, εγκαίρως ανακοινωμένη από την τουρκική ηγεσία, με επίμονα και υπομονετικά βήματα εφαρμογής της από όλους τους εκτελεστικούς βραχίονες της γείτονος. Το όνειρο της ενοποίησης υπό τουρκική ηγεμονία του πάλαι ποτέ οθωμανικού χώρου και η ανάδειξη σε ισχυρό περιφερειακό πόλο, η πολιτική της Γαλάζιας Πατρίδας, η αμφισβήτηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας επί του Αιγαίου, το θεσμικό τετελεσμένο με το παράνομο –αλλά μην αναστρέψιμο προς ώρας– τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές της Άγκυρας. Η Τουρκία δείχνει ότι για την υπεράσπιση αυτών των κατευθυντήριων γραμμών δεν διστάζει να αξιοποιήσει και την πολεμική της ισχύ, είτε ως μέσο κατάκτησης θέσεων (βλ. Συρία) είτε ως μέσο πειθαναγκασμού (βλ. Ελλάδα).

Τώρα έχουμε μια πολεμική ενέργεια, που αμφισβητεί στην πράξη τη συμφωνημένη (και ήδη κουτσουρεμένη) με την Αίγυπτο ΑΟΖ της Ελλάδας, εγκλωβίζοντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας επί του θαλάσσιου χώρου του Αιγαίου, στα 6 ν.μ. από τις ακτές των νησιών, στα όρια δηλαδή των χωρικών μας υδάτων, μην αναγνωρίζοντας ούτε το δικαίωμα επέκτασης αυτών στα 12ν.μ. (για το οποίο υπάρχει η τουρκική ενεργή απειλή του casus beli) ούτε κάποια επήρεια των νήσων επί της δυνάμει ΑΟΖ. Επιδιώκει με τον τρόπο αυτό να καταστεί συγκυρίαρχος, διεκδικώντας ρόλο και λόγο για κάθε απόφαση που αφορά την ευρύτερη περιοχή. Στην προκειμένη περίπτωση στο επίκεντρο είναι η ενεργειακή διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου (και στο βάθος Ισραήλ) που αφήνει (προς ώρας) την Άγκυρα εκτός των ενεργειακών δρόμων που συνδέουν τη Μ. Ανατολή με την Ευρώπη, όμως οι φιλοδοξίες της Τουρκίας επεκτείνονται σε όλους τους τομείς (εμπόριο, τουρισμός, υποδομές κ.ά.).

Ελληνική στρουθοκάμηλος

Στην ελληνική πλευρά ο κίνδυνος αυτός αποκρύβεται συστηματικά από το πολιτικό σύστημα και τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ενώ επιδιώκεται να επιβληθεί ως οικειοθελώς επιδιωκόμενη προοπτική η υποχώρηση και υποταγή στα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας, άλλοτε με το επιχείρημα των «ήρεμων νερών» και άλλοτε με την ψευδαίσθηση ενός «καζάν-καζάν» κοινού μέλλοντος συνεργασίας και από κοινού ευημερίας. Είναι χαρακτηριστικό πως αντί η Αθήνα να καταγγέλλει σε όλους τους τόνους την Άγκυρα για τις προκλήσεις της, αντί να αντιπαραβάλει τη δική της ναυτική ισχύ, επιμένει από το επεισόδιο της Κάσου να κρατά το «θετικό προηγούμενο» της ανοιχτής διπλωματικής γραμμής και τη δυνατότητα αποκλιμάκωσης μέσω του «κόκκινου τηλεφώνου» που άνοιξε η ελληνοτουρκική προσέγγιση μετά την υπογραφή της «Διακήρυξης των Αθηνών».

Η στάση αυτή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, θυμίζει τις χειρότερες παραδόσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Έχει άρωμα Ιμίων, όταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος συμβούλευε τους επιτελείς του στρατού να πουν πως «τη σημαία την πήρε ο αέρας», αποδεχόμενοι σιωπηλά μια ήττα σε στρατιωτικό επίπεδο, που σήμαινε de facto απώλεια εδάφους. Μετά τα Ίμια ήρθε το «ευχαριστώ» στους Αμερικάνους και η ζάλη του Ευρώ και της Ολυμπιάδας που συνέβαλε στο να ξεχαστεί η τραγωδία. Σήμερα;


Δεν είναι μεμονωμένο γεγονός

Το επεισόδιο στην Κάσο δεν ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός. Τις μέρες αυτές είχαμε πολλαπλά γεγονότα έντασης σε όλη τη γραμμή Θράκη, Αιγαίο, Κύπρος, που υποβαθμίστηκαν και έμειναν στην πράξη αναπάντητα από την ελληνική πλευρά για να μην χαλάσει το θετικό κλίμα. Στην Κύπρο η απόβαση του Ερντογάν, η επίδειξη στρατιωτικής ισχύος, οι απειλές προς Αθήνα και Λευκωσία, έδειξαν πως εννοεί ο «φίλος» Ταγίπ, την προσέγγιση. Μάλιστα τα 5 πλοία που βρέθηκαν στα ανοιχτά της Κάσου, ήταν νωρίτερα μέρος της «αρμάδας» των 50 πλοίων που βρέθηκαν στην Κύπρο για να γιορτάσουν τον Αττίλα, αποδεικνύοντας πως για την Τουρκία Κύπρος και Κάσος δεν είναι μακριά, και λογίζονται ως ενιαίος χώρος διεκδικήσεων. Την ίδια στιγμή, στα Ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο, είχαμε ένα ακόμη συμβάν που πέρασε στα ψιλά, όταν Έλληνας συνοριοφύλακας, κατά την διάρκεια περιπολίας, και μετά από παρεμπόδιση ομάδας μεταναστών να εισέλθουν στη χώρα, δέχθηκε πυρά από τουρκικό έδαφος και οδηγήθηκε στο νοσοκομείο με τραύματα. Και αυτό το περιστατικό υποβαθμίστηκε από την Ελληνική πλευρά, παρ’ όλο που είναι ξεκάθαρες οι ευθύνες των τουρκικών αρχών, που έχουμε δει στο παρελθόν να ελέγχουν και να συντονίζουν τις κινήσεις μεταναστών στην περιοχή του Έβρου.

Το επεισόδιο στην Κάσο δεν μπορεί να θεωρείται λήξαν. Τόσο γιατί η Τουρκία δεν μοιάζει διατεθιμένη να επιτρέψει να γίνουν βήματα στους ενεργειακούς δρόμους στο Αιγαίο και την ΝΑ Μεσόγειο που δεν θα την περιλαμβάνουν, όσο και γιατί όλα δείχνουν πως έχουμε μπει σε μια περίοδο που οι τουρκικές προκλήσεις θα νομιμοποιούνται και θα κανονικοποιούνται, για να μη χαλάσει το, επιβαλλόμενο από ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, καλό κλίμα και ο διάλογος Ελλάδας – Τουρκίας. Η Άγκυρα θα στέλνει φρεγάτες εντός ελληνικής ΑΟΖ, και οι κυβερνόντες στη χώρα μας θα δηλώνουν συγκρατημένα μεν, αισιόδοξοι δε, για την «ελπιδα επανέναρξης των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό». Κάπως έτσι, για την ελίτ των Αθηνών, όχι μόνο η Κύπρος «κείται μακράν», αλλά και το Καστελόριζο, και ο Έβρος, και η Κάσος, και όλη η Ελληνική επικράτεια, που βήμα το βήμα ρευστοποιείται, δορυφοροποιούμενη από τον Τουρκικό επεκτατισμό, και παραδινόμενη στους πολεμικούς σχεδιασμούς των Δυτικών συμμάχων μας.


Καλώδια, αγωγοί και κανονιοφόροι

Πέραν της γενικότερης προβολής ισχύος στην περιοχή της λεγόμενης «Γαλάζιας Πατρίδας», η τουρκική πολεμική πρόκληση στην Κάσο είχε και αντικειμενικό σκοπό να παρεμποδίσει την υλοποίηση των σχεδίων ενεργειακής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου, μέσω καλωδίου. Το πρότζεκτ της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, Great Sea Interconnector, κινείται με αργούς ρυθμούς, λόγω των διαφωνιών μεταξύ ΡΑΑΕΥ και ΡΑΕΚ, όσων αφορά τη χρηματοδότηση του έργου. Αγκάθια η βιωσιμότητα του πρότζεκτ, τόσο λόγω της μετακύλισης του κόστους υλοποίησης στους πολίτες, όσο και λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας που αυξάνει το ρίσκο. Η Τουρκία ποντάρει στη γεωπολιτική αυτή αστάθεια για να εκβιάσει τη συμμετοχή της τόσο στο πρότζεκτ ηλεκτρικής διασύνδεσης, προτείνοντας την όδευση του καλωδίου μέσω τουρκικού εδάφους, όσο και συνολικότερα στους ενεργειακούς αγωγούς και δρόμους.

Είναι πλέον εμφανές, αν δεν θέλουμε ο Ελληνισμός να καταστεί δορυφόρος της Τουρκίας, ότι επείγει η οικοδόμηση μιας νέας εθνικής στρατηγικής ενοποίησης του ελληνοκυπριακού χώρου και ισχυροποίησης της αποτρεπτικής ισχύος, ικανή να αντισταθεί στις πιέσεις του τουρκικού επεκτατισμού και των γεωπολιτικών αναδασμών στην ευρύτερη περιοχή μας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!