Καρλ Μαρξ (1818-1883) – Η αριστοκρατία του χρήματος.Ανθολόγος: Λουκάς Αξελός.
Η ομάδα της αστικής τάξης που κυβερνούσε και νομοθετούσε με τις βουλές, είχε άμεσο συμφέρον στην καταχρέωση του κράτους. Το κρατικό έλλειμμα, αυτό ήταν ίσα-ίσα το καθαυτό αντικείμενο της κερδοσκοπίας της και η κύρια πηγή του πλουτισμού της. Κάθε χρόνο κι από ένα νέο έλλειμμα. Ύστερα από κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια κι από ένα νέο δάνειο. Και κάθε νέο δάνειο πρόσφερε στη χρηματική αριστοκρατία μια καινούργια ευκαιρία να κατακλέβει το κράτος, που κρατιόταν τεχνικά στο χείλος της χρεωκοπίας – και που ήταν υποχρεωμένο να διαπραγματεύεται με τους τραπεζίτες κάτω από τους πιο δυσμενείς όρους.
Τα τεράστια ποσά που κυλούσαν έτσι μέσα από τα χέρια του κράτους, έδιναν επί πλέον ευκαιρίες για δόλια συμβόλαια προμηθειών, για δωροδοκίες, καταχρήσεις και για κάθε λογής μπαγαμποντιές. Η εξαπάτηση του κράτους, όπως γινόταν χοντρικά με τα δάνεια, επαναλαμβανόταν και λιανικά στα δημόσια. έργα. Οι σχέσεις ανάμεσα στη Βουλή και στην κυβέρνηση πολλαπλασιάζονταν σα σχέσεις ανάμεσα σε ξεχωριστές διαχειρίσεις και σε ξεχωριστούς εργολάβους.
Η άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών με τον ίδιο τρόπο που εκμεταλλευόταν τις κρατικές δαπάνες γενικά και τα κρατικά δάνεια. Οι βουλές φορτώνανε στο κράτος τα κύρια βάρη και εξασφάλιζαν στην κερδοσκοπική αριστοκρατία του χρήματος τους χρυσούς καρπούς. Όλοι θυμούνται τα σκάνδαλα στη Βουλή, όταν τυχαία ήρθε στο φως ότι στις ίδιες τις επιχειρήσεις των σιδηροδρομικών γραμμών ήταν μέτοχοι όλα τα μέλη της πλειοψηφίας, μαζί κι ένα μέρος από τους υπουργούς, που φρόντισαν ύστερα σα νομοθέτες, να εκτελεστούν οι γραμμές αυτές με έξοδα του κράτους.
Ενώ η αριστοκρατία του χρήματος έκανε τους νόμους, διεύθυνε το κράτος, είχε στη διάθεσή της όλες τις οργανωμένες δημόσιες εξουσίες, και με βάση αυτά τα ίδια τα γεγονότα και με τον Τύπο εξουσίαζε την κοινή γνώμη και ενώ σ’ όλες τις σφαίρες, από την αυλή ως το Café Borgne συνεχιζόταν η ίδια πορνεία, η ιδία ξετσίπωτη απάτη, η ίδια μανία πλουτισμού, όχι με την παραγωγή, αλλά με το επιτήδειο τσέπωμα του έτοιμου πλούτου των άλλων, ξέσπασαν, ιδιαίτερα στις κορυφές της αστικής κοινωνίας, και επικράτησαν αχαλίνωτα νοσηρές και έκλυτες ορέξεις που κάθε στιγμή έρχονταν σε σύγκρουση με τους ίδιους τους αστικούς νόμους – ορέξεις όπου ο πλούτος που προερχόταν απ’ το παιχνίδι γύρευε φυσικά την ικανοποίησή του εκεί που η απόλαυση γίνεται ακολασία, εκεί που γίνονται ένα το χρήμα, η βρωμιά και το αίμα.
Τα τεράστια ποσά που κυλούσαν έτσι μέσα από τα χέρια του κράτους, έδιναν επί πλέον ευκαιρίες για δόλια συμβόλαια προμηθειών, για δωροδοκίες, καταχρήσεις και για κάθε λογής μπαγαμποντιές. Η εξαπάτηση του κράτους, όπως γινόταν χοντρικά με τα δάνεια, επαναλαμβανόταν και λιανικά στα δημόσια. έργα. Οι σχέσεις ανάμεσα στη Βουλή και στην κυβέρνηση πολλαπλασιάζονταν σα σχέσεις ανάμεσα σε ξεχωριστές διαχειρίσεις και σε ξεχωριστούς εργολάβους.
Η άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών με τον ίδιο τρόπο που εκμεταλλευόταν τις κρατικές δαπάνες γενικά και τα κρατικά δάνεια. Οι βουλές φορτώνανε στο κράτος τα κύρια βάρη και εξασφάλιζαν στην κερδοσκοπική αριστοκρατία του χρήματος τους χρυσούς καρπούς. Όλοι θυμούνται τα σκάνδαλα στη Βουλή, όταν τυχαία ήρθε στο φως ότι στις ίδιες τις επιχειρήσεις των σιδηροδρομικών γραμμών ήταν μέτοχοι όλα τα μέλη της πλειοψηφίας, μαζί κι ένα μέρος από τους υπουργούς, που φρόντισαν ύστερα σα νομοθέτες, να εκτελεστούν οι γραμμές αυτές με έξοδα του κράτους.
Ενώ η αριστοκρατία του χρήματος έκανε τους νόμους, διεύθυνε το κράτος, είχε στη διάθεσή της όλες τις οργανωμένες δημόσιες εξουσίες, και με βάση αυτά τα ίδια τα γεγονότα και με τον Τύπο εξουσίαζε την κοινή γνώμη και ενώ σ’ όλες τις σφαίρες, από την αυλή ως το Café Borgne συνεχιζόταν η ίδια πορνεία, η ιδία ξετσίπωτη απάτη, η ίδια μανία πλουτισμού, όχι με την παραγωγή, αλλά με το επιτήδειο τσέπωμα του έτοιμου πλούτου των άλλων, ξέσπασαν, ιδιαίτερα στις κορυφές της αστικής κοινωνίας, και επικράτησαν αχαλίνωτα νοσηρές και έκλυτες ορέξεις που κάθε στιγμή έρχονταν σε σύγκρουση με τους ίδιους τους αστικούς νόμους – ορέξεις όπου ο πλούτος που προερχόταν απ’ το παιχνίδι γύρευε φυσικά την ικανοποίησή του εκεί που η απόλαυση γίνεται ακολασία, εκεί που γίνονται ένα το χρήμα, η βρωμιά και το αίμα.
Μετάφραση: Επιτελείο Μεταφραστών
Καρλ Μαρξ, Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850,
εκδ. «Αναγνωστόπουλος», Αθήνα 1964.
Σχόλια