Κάποτε ήταν μια Κυπριακή Δημοκρατία, μόνη νόμιμη και αναγνωρισμένη κρατική οντότητα στην Κύπρο. Στην συνέχεια ήρθαν τα σχέδια για «λύση», τα ΜΟΕ, οι «δύο κοινότητες», και η σταδιακή de facto αναγνώριση του παράνομου κατοχικού ψευδοκράτους, μαριονέτα της Άγκυρας, στα βόρεια της Κύπρο.
Σήμερα η αυτοαποκαλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», με τις πλάτες της Τουρκίας, διεκδικεί θέση και ρόλο σε διεθνείς διοργανώσεις. Τις μέρες αυτές, σύμφωνα με ανακοίνωση του «υπουργείου» Τουρισμού και Πολιτισμού, τα κατεχόμενα θα εκπροσωπηθούν στην Παγκόσμια Έκθεση Τουρισμού 2022, που θα πραγματοποιηθεί στο Λονδίνο από τις 7 έως τις 9 Νοεμβρίου, και αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη έκθεση του κλάδου παγκόσμια, για να προβάλουν μαζί με τούρκικες και τουρκοκυπριακές τουριστικές επιχειρήσεις τις «ομορφιές και τον πολιτισμό της χώρας».
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ψευδοκράτος συμμετέχει στην εν λόγω ετήσια έκθεση, όμως φέτος επιδιώκει με την αναβαθμισμένη παρουσία του να νομιμοποιήσει και να κανονικοποιήσει το παράνομο καθεστώς κατοχής. Όχι τυχαία, τις ίδιες μέρες στο Λονδίνο βρίσκεται και ο «ηγέτης» του ψευδοκράτους Ερσίν Τατάρ, που σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί αναμένεται να μιλήσει σε Τουρκοκύπριους που ζουν στην Μ. Βρετανία για τη «λύση των δύο κρατών», ενώ θα έχει συναντήσεις και με Βρετανούς αξιωματούχους για να προωθήσει τις θέσεις του.
Τα παραπάνω εντάσσονται στην όλο και πιο δραστήρια προσπάθεια της Τουρκίας να νομιμοποιήσει τα τετελεσμένα της κατοχής και του εποικισμού στην Κύπρο. Κλείνοντας συμφωνίες για διεθνείς πτήσεις (από Ρωσία και Κιργιστάν) σε αεροδρόμια στα κατεχόμενα, διαφημίζοντας επενδυτικές ευκαιρίες (Κατάρ κ.ά.), μετατρέποντας τα κατεχόμενα σε τουριστικό προορισμό με τις πλάτες και Ελλήνων και Κύπριων επιχειρηματιών που βλέπουν επενδυτικές ευκαιρίες.
Αναζητείται καθολική στρατηγική και όχι αποσπασματικές απαντήσεις (που κι αυτές συχνά απουσιάζουν), από Ελλάδα και Κύπρο, για την αντιστροφή των τετελεσμένων, την περιφρούρηση της νομιμότητας, τη διεθνή καταδίκη του καθεστώτος κατοχής και διχοτόμησης, στον αντίποδα της ακολουθούμενης πολιτικής του κατευνασμού και των ΜΟΕ, που το μόνο που καταφέρνουν είναι να ανοίγουν περαιτέρω την όρεξη της Άγκυρας.
Μ.Α.