Προεκλογική χρονιά με πολλές κάλπες, με μεγάλη πολυλογία για ποσοστά, για υποψήφιους, για μεταγραφές, για ονόματα-εκπλήξεις και φυσικά πολλές κάλπικες υποσχέσεις.
Το πολιτικό σκηνικό τη χρονιά 2023 θα είναι προεκλογικό και εκλογικό. Χωρίς όμως να προαναγγέλλεται κάποια σημαντική ποιοτική αλλαγή. Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων έχουν την τιμητική τους, τα ΜΜΕ και οι μηχανισμοί στο διαδίκτυο έχουν ήδη πιάσει δουλειά, το κυνήγι της ψήφου έχει ξεκινήσει. Έχει ξεκινήσει σχεδόν επίσημα η «κυνηγετική» περίοδος. Το σύνθημα είναι «εκλογές τον Απρίλιο» ίσως δηλαδή στις 2, στις 9 ή στις 30 Απριλίου (και δεν αποκλείεται και λίγο αργότερα). Τα κόμματα ετοιμάζουν τα ψηφοδέλτια και τις ειδικές καμπάνιες που θα κάνουν. Μάλλον έχουν επιλέξει και τις εταιρείες που θα τρέξουν για λογαριασμό κάθε κόμματος την καμπάνια. Πιθανά να είναι εταιρείες αμερικανικές ή αγγλικές με πείρα σε τέτοιες «μάχες». Ένα μέρος των εξόδων των εκλογών θα καλυφθεί από τον κρατικό κορβανά (δηλαδή από τους πολίτες που φορολογούνται και έτσι το κράτος χρηματοδοτεί τα κόμματα) και ένα άλλο μέρος –καθόλου μικρότερο– θα προέλθει από αφανείς χορηγούς που τα «χώνουν» κάτω από το τραπέζι. Δεν λείπουν βέβαια στο χώρο των «μεγάλων χορηγών-δωρητών» κι αυτοί που το παίζουν σε δύο ή και περισσότερα ταμπλό, ποντάροντας διαφορετικά ποσά σε διαφορετικά ψηφοδέλτια και προτιμώμενους υποψήφιους. Έτσι φτιάχνονται οι «μαγιές» βουλευτών που θα προωθήσουν τα συμφέροντα των χορηγών, ομάδες βουλευτών από διαφορετικά κόμματα αλλά τροφοδοτούμενες από την ίδια «πηγή».
Ας ξεκινήσουμε λίγο ανάποδα σχολιάζοντας κινήσεις των μικρών κομμάτων.
Η «μούφα» του ΚΚΕ
Αμέσως μετά τη δεξίωση για το καλό του χρόνου, στο προεδρικό μέγαρο όπου μέσα στις κουστουμιές και τις αβρότητες μεταξύ τους οι πολιτικοί αρχηγοί τα ψιλοείπαν και ο Δ. Κουτσούμπας είχε μια στιχομυθία με τον Κ. Μητσοτάκη. Αντιγράφουμε το ρεπορτάζ: «Όπως σημειώνεται, ο κ. Κουτσούμπας φέρεται να ρώτησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη αν έχει αποφασίσει για την ημερομηνία που θα γίνουν οι εκλογές. Ο πρωθυπουργός απάντησε πως “μετά τον Απρίλιο όλα είναι ανοιχτά”, με τον κ. Κουτσούμπα να επιμένει, ρωτώντας “πότε ακριβώς;”. Τότε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης του είπε: “Μία εβδομάδα πριν, μία εβδομάδα μετά τι σημασία έχει, αφού εσείς είστε έτοιμοι, όπως λέτε”. Μεγάλη η προσφορά του Δ. Κουτσούμπα προς τον λαό και την ενημέρωσή του!
Αμέσως μετά την επομένη ο Δ. Κουτσούμπας έσπευσε να χαρακτηρίσει την αντιπολιτευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ως «μούφα», δήλωση που προβλήθηκε έντονα από όλα τα ΜΜΕ που είναι κυρίως φιλοκυβερνητικά. «Εσείς είστε έτοιμοι, ξέρουμε πάνω-κάτω που κινείστε, δεν είστε το πρόβλημά μας, θα προβάλουμε τις κριτικές σας απέναντι στον κύριο ανταγωνιστή μας», έτσι κλείνει το μάτι η κυβέρνηση. Δηλαδή κάνει τη δουλειά της. Η μούφα μάλλον είναι πιο γενική…
Το αμαρτωλό 600ράκι…
Πριν κλείσει ο χρόνος η κυβέρνηση προχώρησε στη ψήφιση έκτακτου επιδόματος στα σώματα ασφαλείας ύψους 600 ευρώ και έδωσε δείγματα στήριξης όλων των αυθαιρεσιών ιδιαίτερα της αστυνομίας – βλέπε εικόνες καταστολής στα δικαστήρια και την αποφυλάκιση του αστυνομικού για την υπόθεση της Ηλιούπολης∙ ελεύθερος ο άνδρας της ΔΙΑΣ που πυροβόλησε και σκότωσε τον 16χρονο Ρομά και τόσα άλλα… Το προκλητικό 600ράκι το ψήφισαν αναγκαστικά όλα τα κόμματα –πλην ΜέΡΑ25– γιατί δεν θέλουν να χάσουν την «επαφή» με το σώμα των αστυνομικών, που κι αυτοί ψηφίζουν. Η Ν.Δ. προχώρησε στο έκτακτο επίδομα και ακολουθεί αυτήν την ειδική πολιτική απέναντι στα σώματα ασφαλείας, γιατί νοιώθει πίεση από τα δεξιά της και γνωρίζει ότι ο χώρος αυτός ρέπει προς ακροδεξιές και φασίζουσες πολιτικές εκφράσεις. Ειδικά η Ν.Δ. θέλει να κοντύνει τη Ελληνική Λύση, να αποκλείσει το κόμμα του Κασιδιάρη και να μην χάσει ψήφους προς αυτούς τους χώρους. Ο καιροσκοπισμός της «αντιπολίτευσης» είναι τέτοιος που αναγκάζεται ή και θέλει να ψηφίσει τη ρύθμιση γιατί κι αυτή χαϊδεύει αυτιά, παρά τις αντιπολιτευτικές κορώνες. Έτσι ο μεν ΣΥΡΙΖΑ πρώτα αρνήθηκε το έκτακτο επίδομα, μετά διόρθωσε τη στάση του σε ένα θαρραλέο «ναι» και στην συνέχεια υπερθεμάτισε ότι πρέπει να επεκταθεί σε όλους (πάλι το επίδομα), ο δε Δ. Κουτσούμπας το ψήφισε και μετά έριξε μια «αυτοκριτική» Τ.Κ. (δηλαδή του κ@%#υ) ότι δεν ήταν ο σωστός χρόνος (το άτιμο το timing) – αυτοκριτική που συγκίνησε βαθύτατα πρώην Κνίτες και πρώην ΚΚΕέδες που δεν περίμεναν τέτοια θαρραλέα αυτοκριτική και μάλιστα σε χρόνο dt (δηλαδή χωρίς να πρέπει να περάσουν 30-40-50 χρόνια ως συνήθως). Το δε ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει κάνει κτήμα του το «λαϊκίστικο» μότο «κάθε ευρώ και κάθε σέντσι που δίνεται, εμείς θα το ψηφίζουμε γιατί ο κόσμος το έχει ανάγκη». Τόσο βαθιά σκέπτεται ο νέος πασοκικός μηχανισμός υπό τον Ν. Ανδρουλάκη.
Καϊλή, Κατάρ, Αβραμόπουλος, Μαργαρίτης Σχοινάς, Αυγενάκης
Η υπόθεση Καϊλή ταράζει τον ύπνο όχι μόνο του ΠΑΣΟΚ αφού τυπικά ανήκε σε αυτό, αλλά και ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, γιατί οι διασυνδέσεις και τα σκάνδαλα φαίνεται ότι θα επεκταθούν και θα παίξουν έναν ρόλο στις εξελίξεις. Η Ν.Δ. εμφανίζεται πρωταθλήτρια στα σκάνδαλα και τις επισυνδέσεις πρωτοκλασάτων, και μάλιστα ενοίκων του Μαξίμου με επιχειρηματικές δραστηριότητες (δείτε τον παραιτηθέντα βουλευτή Θ. Χειμάρα προχτές και τον Α. Πάτση πιο πριν), και πιέζεται από την ακολουθία των αποκαλύψεων. Στηρίζει λοιπόν όλη την προεκλογική της «καμπάνια» σε ταξίματα, σε επιδόματα, σε μικροαυξήσεις συντάξεων προσπαθώντας έτσι να προλάβει τη ζημιά, να μην καταποντιστεί και να διατηρήσει την πρωτιά σε ποσοστά και ψήφους. Από την άλλη προσπαθεί να εκμεταλλεύεται την αναξιοπιστία του ΣΥΡΙΖΑ, την έλλειψη μέχρι τώρα ενός ρεύματος προς όφελός του και προετοιμάζεται πυρετωδώς για τις εκλογές.
Το εκκρεμές Ανδρουλάκη
Μετά τις πρώτες εντυπώσεις με την ανάληψη της προεδρίας του ΚΙΝΑΛ από τον Ν. Ανδρουλάκη και την επαναφορά του ΠΑΣΟΚ (μια μορφή αναπαλαίωσης χωρίς ιδιαίτερα φόντα) που είχαν δείξει ορισμένες αυξητικές τάσεις προς αυτόν τον χώρο, έρχεται η ώρα των προβλημάτων και των δυσκολιών. Η πραγματική ρίζα των δυσκολιών βρίσκεται στη μήτρα που τροφοδότησε όχι μόνο το σημερινό ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ αλλά και τα άλλα δύο κόμματα, τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ: Η μήτρα του Σημιτισμού. Ο Σημιτισμός είναι ένα «σώμα» που έχει αναγάγει τη ΣΔΙΤ ιδεολογία και πρακτική σε μείζονα αρετή, βρίσκεται πίσω από κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και κάθε ΕΣΠΑ, σε στενή διασύνδεση με ομίλους και συμφέροντα. Αυτός είναι ο λόγος που τα σκάνδαλα μπορούν εύκολα να πάρουν διακομματικό χαρακτήρα. Ο ένας όταν κυβερνάει ψηφίζει, ο άλλος εφαρμόζει ό,τι ψήφισε ο προηγούμενος∙ ο ένας ανοίγει δρόμο, ο άλλος τον διαπλατύνει. Παράδειγμα τα «κόκκινα δάνεια». Ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε να πωλούνται από τις τράπεζες στα funds, η Ν.Δ. το απογειώνει δια του Α. Πάτση (ορατά) και με άλλους τρόπους (καθόλα νόμιμους). Ο Ν. Ανδρουλάκης λοιπόν πήγε να ξεμυτίσει ως μπαλαντέρ ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, πήγε να βρει και ακόμα το επιδιώκει έναν ρόλο στο τοπίο που εξυφαίνεται (μια διακομματική – οικουμενική διαχείριση σκανδάλων και εθνικών ζητημάτων), αλλά η διάδραση απέναντί του από τα δύο μεγάλα κόμματα τού προκάλεσαν δυσκολίες. Ήρθε και το σκάνδαλο Καϊλή που σίγουρα θα πιέσει τον χώρο του. Οι γέφυρες για συνεργασία Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ έχουν διαρραγεί σε μεγάλο βαθμό (βέβαια τίποτα δεν αποκλείεται) με το ζήτημα των υποκλοπών – αλλά και σε αυτό ο Ανδρουλάκης κράτησε χαμηλούς τόνους από ένα σημείο και ύστερα. Την σκυτάλη των υποκλοπών πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ και τις ανήγαγε σε κεντρικό ζήτημα και άσκησε πίεση προς τον χώρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να προσχωρήσει σε μια πρόταση συνεργασίας των «προοδευτικών δυνάμεων». Ο μπαλαντέρ πιέζεται από δύο πλευρές, ο αμφίπλευρος αγώνας δεν είναι εύκολος και αναμένεται ένα όχι καλό σκορ.
Η αντιπολίτευση που δεν ακούει τις ειδήσεις…
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε στον χορό με μια «κίνηση ΜΑΤ» (όπως τη χαρακτήρισαν) δηλαδή την τοποθέτηση της Π. Τσαπανίδου στη θέση του εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή πλέον θα κάνει τις καθημερινές δηλώσεις, αυτή θα σηκώσει μέρος της προεκλογικής καμπάνιας του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον επικοινωνιακά στο χώρο των ΜΜΕ.
Από την άλλη ο ίδιος Τσίπρας νομίζει ότι μέσα από μια επανάληψή του μπορεί να καταφέρει να ανατρέψει την αναξιοπιστία, την καθήλωση σε χαμηλά ποσοστά (οι δημοσκοπήσεις του δίνουν μόλις ένα 0.8% περισσότερο από πριν λίγους μήνες, δηλαδή δεν καταγράφεται ένα ρεύμα). Μιλά λοιπόν για «αλλαγή», έχει ήδη πασοκοποιήσει όσο δεν έπαιρνε το κόμμα του (η πασοκική πτέρυγα Ραγκούσης, Σπίρτζης, Ξενογιαννακοπούλου, Τεμπονέρας, Κοτσακάς, Τζουμάκας κ.λπ.) και ονειρεύεται ένα νέο «πακέτο Θεσσαλονίκης», πάλι κοστολογημένο και υπεσχημένο ότι θα πραγματοποιηθεί. Δεν καταλαβαίνει ή κάνει ότι δεν καταλαβαίνει (γιατί η πολιτική είναι μια «κουζίνα» για τον Αλέξη και όλα μαγειρεύονται) πως αυτός ο δρόμος τον «αναπαράγει» ως αναξιόπιστο και δεν πρόκειται να νικήσει με βάση το «πρόγραμμα». Μάλλον δεν υπάρχει πρόγραμμα καθόλου: Υπάρχει μόνο διαχείριση και διάθεση να παίξει έναν ρόλο σε όσα ακολουθούν. Τσίπρας και Μητσοτάκης έχουν ένα κοινό εχθρό από τα αποτελέσματα της κάλπης: Την απομάκρυνσή τους από την πρωθυπουργία, τη διακυβέρνηση υπό άλλο πρωθυπουργό και την ταυτόχρονη στήριξη από τα τρία κόμματα. Μια κυβέρνηση με υπουργεία από τα τρία κόμματα. Στην περίπτωση αυτή έχουν ήδη υποσκαφτεί οι ηγεσίες από τις φιλοδοξίες διαφόρων «στενών» σήμερα συνεργατών των δύο μονομάχων. Οι δύο τους θέλουν να αποφύγουν μια τέτοια έκβαση χωρίς όμως να είναι σε θέση να το κάνουν και οι δύο με επιτυχία.
Το πιο κραυγαλέο σημείο, αυτό που φωνάζει δηλαδή, είναι πως δεν έχει πάρει είδηση τίποτα για το τι στήνεται στα ελληνοτουρκικά, τι κουτάλες αναδεύονται και τι προετοιμάζεται σε όλη την περιοχή. Μοιάζει σαν να μην ακούει τις ειδήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας. Βοά η κατάσταση ότι πηγαίνουμε προς μια μεγάλη μειοδοσία, με το πρόσχημα της «δίκαιης μοιρασιάς», της «συνεκμετάλλευσης», της «αποφυγής του πολέμου» και άλλα τέτοια. Γιατί όλο το πολιτικό σκηνικό θα καθοριστεί περισσότερο από αυτές τις εξελίξεις κι όχι από τις υποκλοπές. Δεύτερο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κάνει τίποτα για να πέσει η κυβέρνηση ή για να επισπεύσει την πτώση της. Γιατί όλα τα βλέπει μέσω του διαύλου των εκλογών και όλοι οι δείκτες τον φέρνουν δεύτερο κόμμα, άρα δεν πολυθέλει τις εκλογές άσχετα τι δήλωνε μέχρι τώρα. Θέλει την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη φθορά της Ν.Δ. και το δικό του πλασάρισμα στις μετεκλογικές διευθετήσεις. Ο Αλ. Τσίπρας είναι μεν απαραίτητος, ιδιαίτερα για τις εκλογές, αλλά για μετά, και μάλιστα αν έρθει δεύτερος και με κάποια διαφορά, αλλάζουν τα πράγματα. Για αυτό δείχνει από τώρα διατεθειμένος να κάνει και ολίγη επιφανειακή αντιπολίτευση και να συγχρονιστεί με ό,τι προετοιμάζεται και ό,τι θέλουν οι πρεσβείες, ιδιαίτερα η αμερικανική. Αυτός είναι ο λόγος που η εξωτερική πολιτική, πέρα από τους φανφαρονισμούς, είναι «Πρέσπες παντού» και ιδιαίτερα στο Αιγαίο. Πρόσφατα κάτι πήγε να ψελλίσει για τα 12 μίλια σε Κρήτη κ.λπ. αλλά και εκεί το κάνει γαργάρα γρήγορα και δεν ανεβάζει τους τόνους.
Πρώτα συμπεράσματα
Η ανυπαρξία ουσιαστικής αντιπολίτευσης υπήρξε το μεγαλύτερο όπλο που είχε η Ν.Δ. και το εκμεταλλεύτηκε καλά ο Μητσοτάκης όσο κυβέρνησε. Ο χώρος της Ν.Δ. παρά τα όσα έχει κάνει και συνεχίζει να κάνει (ξεπουλήματα, σκάνδαλα, ιδιωτικοποίηση Παιδείας και Υγείας, διάλυση του Δημόσιου, της πολιτικής προστασίας, δημιουργία παρακρατικού μηχανισμού κ.λπ.) θα διατηρήσει δυνάμεις, δεν θα καταποντιστεί όπως θα έπρεπε να γίνει. Ακόμα και σε μια οικουμενική κυβέρνηση θα είναι μέρος της «λύσης» και μάλιστα με κάποιο ποσοστό.
Δεύτερο, είναι μεγάλο το τέλμα και δεν φαίνεται να υπάρχει κάτι που να αναστρέφει το γενικό κάδρο, να αποτελεί μια αχτίδα φωτός, μια ελπίδα και αυτό θα βαρύνει στη συμπεριφορά των εκλογέων. Αυτή η έλλειψη είναι μεγάλη, εκφράζεται με πολλούς τρόπους αλλά δεν υπάρχουν σοβαρά στοιχεία για την κάλυψή της μέσα τους επόμενους μήνες.
Ειδικά, για αυτό το δεύτερο συμπέρασμα που μας αφορά και μας προβληματίζει θα χρειαστεί να αναφερθούμε πιο επισταμένα.