Επιμέλεια: Βάννα Σφακιανάκη
«Προ ενεργειακής κρίσης, όταν οι χονδρικές τιμές του ρεύματος ήταν χαμηλές, οι παραγωγοί ΑΠΕ απολάμβαναν τις (πολύ) υψηλότερες εγγυημένες τιμές των 20ετών συμβάσεων τις οποίες είχαν συνάψει με το κράτος. Όταν μάλιστα ο Χατζηδάκης, ως υπουργός Ενέργειας επιχείρησε να μειώσει τις εγγυημένες τιμές, υποστήριζαν πως δεν μπορεί το κράτος να αλλάξει τις συμβάσεις, γιατί εκτός των άλλων θα ήταν ένα κακό μήνυμα και για τους επενδυτές γενικότερα. Ο Χατζηδάκης πήρε μετάθεση στο Εργασίας, ήρθε η ενεργειακή κρίση και η χονδρική τιμή έγινε υψηλότερη από τις εγγυημένες που είχαν εξασφαλίσει. Άρχισαν λοιπόν να πιέζουν, οι παραγωγοί ΑΠΕ πια, για αλλαγή των συμβάσεων. Ο Σκρέκας, που είναι μάλλον πιο ευαίσθητος από τον Χατζηδάκη στις ανησυχίες των επενδυτών, τους έδωσε, με νομοθετική ρύθμιση, τη δυνατότητα να «παγώσουν» για δύο χρόνια τις συμβάσεις με τις εγγυημένες τιμές και να πωλούν στις υψηλότερες τιμές αγοράς. Μετά τη διετία θα επανέλθουν στο καθεστώς των εγγυημένων τιμών. Δύο συμπεράσματα: Πρώτον, οι παραγωγοί ΑΠΕ προφανώς εκτιμούν ότι οι τιμές αγοράς θα είναι για την επόμενη διετία πάνω από εκείνες που «κλείδωσαν» με τις μακροχρόνιες συμβάσεις, κάτι που είναι μάλλον κακό για τους καταναλωτές. Δεύτερον, αλλαγή των συμβάσεων μπορεί να γίνει, αρκεί να στέλνει το «σωστό» μήνυμα στους επενδυτές.». [1]
Αυτά γράφονται στη στήλη «ΔΗΚΤΗΣ» της εφημερίδας Καθημερινή της 23ης Απριλίου 2023 με τίτλο «Το «σωστό» και το «λάθος» μήνυμα στους επενδυτές». Η αναφερόμενη νομοθετική ρύθμιση περιλαμβάνεται στο γνωστό πολύ-νομοσχέδιο που ψηφίστηκε πρόσφατα και συγκεκριμένα στο άρθρο 112 του ν. 5037/2023. Στην αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρεται: «[…] με συγκεκριμένες διατάξεις ενισχύεται η οικονομική βιωσιμότητα και αποδοτικότητα έργων ΑΠΕ όπου η αύξηση του κατασκευαστικού κόστους, των πρώτων υλών και του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνουν έθετε τις επενδύσεις εν αμφιβόλω. […] Με τη ρύθμιση […] ξεπαγώνει η κατασκευή των έργων ΑΠΕ που έχει σταματήσει λόγω της σημαντικής αύξησης του κατασκευαστικού κόστους διασφαλίζοντας την οικονομική βιωσιμότητα των έργων αυτών.»
Βέβαια για τον ίδιο ακριβώς λόγο υπάρχουν και λειτουργούν τα συστήματα επιδοτήσεων που ισχύουν και εφαρμόζονται για τα έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας! Επομένως η νομοθετική ρύθμιση έγινε για να καλύψει το πρόσθετο κόστος που η ίδια η λειτουργία της αγοράς ενέργειας δημιούργησε! Και έγινε δίνοντας στους «επενδυτές» μονάδων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, μια ευκαιρία στην αισχροκέρδεια που προάγει -μέσω του Χρηματιστήριου Ενέργειας- το Μοντέλο Στόχος (Target Model ) σύμφωνα με το οποίο οι τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για όλες τις μονάδες παραγωγής ενέργειας καθορίζεται από την πιο ακριβή μονάδα που μπαίνει κάθε φορά στο Σύστημα. Το Μοντέλο που συντηρεί η κοινωνία πληρώνοντας υπέρογκες αυξήσεις για να μην διαταραχθεί η λειτουργία της αγοράς! [2]
Ασφάλεια των «επενδυτών» από τους κινδύνους της… ελεύθερης αγοράς
Στην υπερ-ρυθμισμένη «ελεύθερη» αγορά των έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, εδώ και πολλές δεκαετίες οι «επενδυτές» δεν παίρνουν οικονομικό ρίσκο για τις επενδύσεις τους και η ασφάλειά τους από τους κινδύνους της ελεύθερης αγοράς, ρυθμίζεται νομοθετικά από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση την ενεργειακή πολιτική των Βρυξελλών, η οποία βέβαια, δομείται με τη συναίνεσή τους.
Στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, όπου ο προστατευτισμός προσπαθεί μάταια να δώσει τη θέση του στο «αγορακεντρικό» μοντέλο, οι αντιφάσεις είναι μνημειώδεις όπως και η προσπάθεια να «αποδειχθεί» κάθε φορά ότι τα προστατευτικά μέτρα είναι συμβατά με τη νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική της Ευρώπης και τον ανταγωνισμό.
«Η θεμελιώδης ιδέα που παρατηρείται στα συστήματα εγγυημένων τιμών είναι ότι η ενέργεια, η οποία παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, αγοράζεται για ορισμένο χρονικό διάστημα σε σταθερές τιμές, οι οποίες καθορίζονται συνήθως από το κράτος και είναι αυξημένες σε σχέση με τις τιμές της αγοράς… Το βασικό μειονέκτημα των συστημάτων FiT συνίσταται στο υψηλό δημοσιονομικό κόστος, το οποίο απαιτείται για τη χρηματοδότησή τους. Στο βωμό της επίτευξης των ενεργειακών στόχων θυσιάζεται ο καταναλωτής, ο οποίος συχνά αποτελεί τον κυρίως βαρυνόμενο από τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται για τη χρηματοδότηση των συστημάτων αυτών.». [3]
Αρχικά στη χώρα μας, τη δεκαετία του ’90, καθορίστηκε τρόπος αποζημίωσης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδες παραγωγής Ανανεώσιμων Πηγών σε σταθερές τιμές Ενέργειας με το σύστημα των εγγυημένων τιμών (feed-in tariff). Παράλληλα θεσπίσθηκε υποχρέωση των μονοπωλιακών επιχειρήσεων (ΔΕΗ) να αγοράζουν την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και να απορροφούν στο Σύστημα την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τις μονάδες αυτές κατά προτεραιότητα .
Στη συνέχεια, με το ν. 4414/2016 το καθεστώς στήριξης των μονάδων παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας διαφοροποιήθηκε. Καθιερώθηκε ένα σύστημα παροχής διαφορικής προσαύξησης (feed-in premium), δηλαδή προσαύξησης της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος που διαμορφώνεται στην αγορά, με σκοπό τον περιορισμό τους κόστους λειτουργίας των μονάδων παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
«Ο νομοθέτης επέλεξε το σύστημα της διαφορικής έναντι της σταθερής προσαύξησης «ώστε να υπάρχει αποσυσχέτιση από μελλοντικές διαφοροποιήσεις στην εξέλιξη της τιμής που θα καθορίζεται στη χονδρεμπορική αγορά και για να υπάρχει έλεγχος του συνολικού εσόδου που λαμβάνουν οι συγκεκριμένοι σταθμοί ΑΠΕ. Με αυτό τον τρόπο ελαχιστοποιούνται τόσο φαινόμενα υπερ-αποζημίωσης όσο και υπο-αποζημίωσης της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ». [4]
Σήμερα το Υπουργείο «Περιβάλλοντος» έρχεται να διαφοροποιήσει με πλάγιο τρόπο αυτόν τον κανόνα και να υπερ-επιδοτήσει τη λειτουργία μονάδων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας καθιερώνοντας –προσωρινά έστω- την εφαρμογή ενός ιδιότυπου συστήματος που επιτρέπει στους «επενδυτές» μονάδων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας να συμμετέχουν στην αισχροκέρδεια του Χρηματιστηρίου για δύο χρόνια, με δυνατότητα να επιστρέψουν στην ασφάλεια των συμβάσεων παροχής διαφορικής προσαύξησης! Με πολύ ενδιαφέρον θα παρακολουθήσουμε τον κ. Σκρέκα και τους «επενδυτές» να (συνεχίσουν να) ισχυρίζονται ότι οι μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας παράγουν το φθηνότερο ηλεκτρικό ρεύμα και ότι επιδοτούν τους λογαριασμούς των καταναλωτών!
Παραπομπές
1) Το «σωστό» και το «λάθος» μήνυμα στους επενδυτές, kathimerini.gr
2) Πληρώνουμε υπέρογκες αυξήσεις για να μην διαταραχθεί η λειτουργία της αγοράς!, edromos.gr
3) – 4) Διπλωματική εργασία: «Τα συστήματα λειτουργικής ενίσχυσης των ΑΠΕ και οι επιβαλλόμενες επιβαρύνσεις για τη χρηματοδότησή τους», ΕΚΠΑ, 2021