«Η τέχνη του διαβάσματος, συνίσταται στο να διαβάζετε αργά, πάντα αργά, όσο το δυνατό πιο αργά». Διαβάζω στις Αποχρώσεις του Κώστα Ουράνη (Εστία). Κείμενα του γραμμένα σε εφημερίδες στις περιόδους 1928-1929, 1933-1939, 1950, αλλά και αποσπάσματα από ημερολόγια και συνεντεύξεις. Καθώς το ταξίδι για τη δουλειά μοιάζει πια με τον πηγαιμό στην Ιθάκη, έχω το χρόνο να κρατήσω κατά γράμμα τις συμβουλές του.

Διαβάζω αργά-αργά το κάθε κείμενο και κάθε τόσο σκέφτομαι: «Να, αυτό θα ήταν καταπληκτικό για την Πρώτη Ύλη!» Υπογραμμίζω και σημειώνω. Κείμενα γραμμένα πριν από 80 χρόνια που νομίζεις ότι γράφτηκαν χθες. Παράλληλα, σε πιάνει μελαγχολία για τα όσα δεν έχουν αλλάξει…
Κι από την άλλη βλέπεις ότι ακόμη κι ένας μάλλον συντηρητικός διανοούμενος, μοιάζει λες και ανήκει σε καμιά ακροαριστερή οργάνωση με όσα γράφει. Ποιος θα τολμούσε σήμερα να γράψει για τον Τσάρο: «Τόση ηλιθιότητα σε αφήνει εμβρόντητο», όταν αναφέρεται στο ημερολόγιο που έγραφε λίγο πριν τον εκτελέσουν;
Τι θα έλεγαν οι καλλιτέχνες μας όταν θα άκουγαν ότι «το ανώτερο καθήκον του διανοούμενου είναι να χρησιμοποιεί την πένα του και τη σκέψη του για να μαστιγώνει – και να οδηγεί»;
Πώς θα αντιμετωπιζόταν κάποιος που θα καλούσε συγγραφείς και δημοσιογράφους να τα βάλουν με το κράτος και τις εφημερίδες που μοιράζουν δώρα στους αναγνώστες, «έστω και μόνο για να δείξουν ότι έχουν κάποιο αίμα -κι όχι νερό στις φλέβες τους- και θα ήταν, επιτέλους, κι ένα φτύσιμο κατά του κράτους αυτού, που όχι μόνον δεν έκανε ποτέ τίποτε για την πνευματική ζωή αυτού του τόπου, αλλά και που δεν εφαρμόζει τους νόμους που θεσπίζει».
…Και ναι, είναι ένα βιβλίο που όταν κάθε τόσο το κλείνω καθώς ανεβοκατεβαίνω από τρένα για να φτάσω στο γραφείο μου, στον… εξωτικό Άγιο Ελευθέριο, «αισθάνομαι να παραμένει η “γλύκα” του, όπως παραμένει στη γλώσσα μας η γλύκα ενός καρπού, όταν είναι χυμώδης και εύγευστος…»
…Και από τα πεζά πηγαίνω στα Ποιήματά του, μια εξαιρετική έκδοση της Εστίας με προλογικό σημείωμα της Κικής Δημουλά: «….πολύ νέα σε πρωτοδιάβασα. Και παρ’ όλο που εκείνος ο τότε αθώος χρόνος εξελίχθηκε βαθμηδόν σε κακοποιό, προκαλώντας μου ανήκεστο γήρας, εν τούτοις παραμένω –ω του θαύματος- αγέραστη αναγνώστριά σου…».
Για μένα που τον ανακάλυψα μεγάλος, είναι ένας κόσμος καινούργιος, πολύχρωμος, γεμάτος γοητεία!
…Θα ήθελα όπως ο Νάσος Βαγενάς στη Νήσο των Μακάρων (Κέδρος) να μπορούσα να συμπυκνώσω σε ένα ποίημα αυτά που ένιωσα διαβάζοντας. Και να μιλήσω με τόσο εύστοχο τρόπο, όπως έκανε ο κ. Βαγενάς για τον Σεφέρη, τον Παλαμά, τον Κάλβο, τον Μαγιακόφσκι, τον Καβάφη, τον Καρυωτάκη και όλους τους άλλους που περιλαμβάνει στην ποιητική Νήσο του… Διαβάζω και σκέφτομαι αυτούς τους ανθρώπους να κατεβαίνουν βιαστικοί σκάλες κι άλλες σκάλες, να περιμένουν συρμούς που δεν έρχονται. Ίσως κι ο Ηλεκτρικός, αν εύρισκε τον ποιητή του!
…Και αντί επιλόγου, κρατάω τους στίχους του Κ. Ουράνη -απάντηση στην 15°- αυτονόητα επίκαιρους. Θα μπορούσα αν τους φανταστώ και ως προμετωπίδα στο Φορτηγό της Ελεύθερης Αττικής:
«Τουλάχιστο ας μη χάσουμε την ευκαιρία τώρα το παίγνιο να γίνουμε των άγριων των κυμάτων
Κι όπου το φέρει! Ως πλόκαμοι μπορούν να μας τραβήξουν τα κύματα της θάλασσας τα σκοτεινά τα βύθη, μα και μπορούν, στη φόρα τους, να μας σηκώσουν τόσο
ψηλά – που με το μέτωπο ν’ αγγίξουμε τ’ αστέρια!».

Κώστας Στοφόρος

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!