του Σέρτζιο Καράρο
«Στις 6 Δεκεμβρίου 2017, ο πρόεδρος Τραμπ θα ορίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ». Η είδηση, που ήταν επίσημη και επιβεβαιώθηκε, στην πράξη έχει ολέθριες επιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις.
Οι πιο άμεσες φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού: τα συμφέροντα των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας βγήκαν ηττημένα από την προσπάθεια αποσταθεροποίησης της Μέσης Ανατολής (ιδιαίτερα της Συρίας και του Ιράκ) με τη βοήθεια του ISIS. Η απόφαση για τη μετατροπή της Ιερουσαλήμ σε πρωτεύουσα του Ισραήλ, ρίχνει λάδι στη φωτιά αναζωπυρώνοντας τις συγκρούσεις στην περιοχή. Ήδη τα σημάδια είναι ορατά στον Λίβανο.
Η ήττα που υπέστησαν οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία προκάλεσε τη συσπείρωση της Συρίας, του Ιράκ, της Χεζμπολάχ και της Ρωσίας γύρω από την Τεχεράνη, που το Ισραήλ αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι, γιατί αναδεικνύεται έτσι, το Ιράν, ως η μοναδική περιφερειακή δύναμη που μπορεί να του αντισταθεί. Ενάντια στον κίνδυνο αυτό συγκλίνουν τα –ανομολόγητα μέχρι χθες– κοινά συμφέροντα του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας.
Το σενάριο αυτό επιβεβαιώνεται από το κεντρικό άρθρο της συντηρητικής ισραηλινής εφημερίδας Israel HaYom (που πρόσκειται στον Νετανιάχου), η οποία αναφέρει ότι «οι αναταράξεις στο εσωτερικό του σουνιτικού στρατοπέδου, προϊόν της αυξανόμενης ιρανικής απειλής, μαζί με τη διαφαινόμενη πρόθεση της Σαουδικής Αραβίας να βγει μπροστά και να συνεργαστεί στρατηγικά με το Ισραήλ, θα μπορούσαν να μετατρέψουν την καινούρια τοποθέτηση των ΗΠΑ για την Ιερουσαλήμ σε καταλύτη μιας μεγάλης περιφερειακής αλλαγής, ενδεχόμενο που θα μπορούσε να επισκιάσει ακόμη και ρίσκα ενίσχυσης της έντασης στην περιοχή».
Δεύτερον, ο Τραμπ επικύρωσε τον νόμο που ψηφίστηκε από το αμερικανικό Κογκρέσο το 1995 (την περίοδο Κλίντον) που ζητούσε από την κυβέρνηση να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ σαν πρωτεύουσα του Ισραήλ και να μεταφέρει εκεί την πρεσβεία των ΗΠΑ. Ένας νόμος που οι κυβερνήσεις είχαν παγώσει, που διατηρούσε την παλιά ισορροπία ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ισραήλ, και θεωρούσε το Ισραήλ κατευθυνόμενο από τις ΗΠΑ.
Μια στάση που αποδεικνύει ξεκάθαρα την παρακμή των ΗΠΑ, τόσο όσον αφορά στις σχέσεις τους με τους συμμάχους τους, όσο και στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, αποκαλύπτοντας την εξασθένηση του λόγου και της στρατηγικής της θέσης. Αποκαλυπτική στην κατεύθυνση αυτή είναι η άποψη του ισραηλινού συγγραφέα Άμπραχαμ Γιεχόσουα που τονίζει σε μια συνέντευξη του ότι «ο Τραμπ δεν έχει επίγνωση των όσων λέει. Η Ιερουσαλήμ είναι ήδη η πρωτεύουσά μας και δεν τον έχουμε ανάγκη για να μας το επιβεβαιώσει». Η απόφαση του Τραμπ αποκαλύπτει πως η ισορροπία εκείνη ανατράπηκε στην πράξη (όπως είχε προαναγγείλει από καιρό ο αμερικανός μαρξιστής διανοούμενος Τζέιμς Πέτρας) και καθιστά τις ΗΠΑ ανίκανες πλέον να «διαχειριστούν» τους συμμάχους τους, προνομιμοποιώντας έναν εξ αυτών, το Ισραήλ, ακόμη και σε βάρος των υπολοίπων (των αραβικών καθεστώτων).
***
Τρίτον, η απόφαση του ορισμού της Ιερουσαλήμ, που αποκαλείται από τον αραβο-ισλαμικό κόσμο Al Quds, σαν πρωτεύουσας του Ισραήλ βάζει ένα τέλος στην κωμωδία της διεθνούς νομιμότητας, που πάντα κρατούσε μια απαράδεκτα διπλή στάση απέναντι στο Ισραήλ. Για πολύ λιγότερα από όσα έχει κάνει το Ισραήλ στους Παλαιστίνιους, η λεγόμενη διεθνής κοινότητα έχει εξαπολύσει πολέμους, εμπάργκο και κάθε είδους κυρώσεις ενάντια σε χώρες που αγνοούσαν τις αποφάσεις του ΟΗΕ.
Η επιχείρηση Ιερουσαλήμ – πρωτεύουσα του Ισραήλ, δεν νομιμοποιεί μόνο την εθνοκάθαρση σε βάρος των Παλαιστινίων και την εβραιοποίηση μιας πόλης με διεθνές στάτους που έχει αναγνωριστεί σαν τέτοιο από τον ΟΗΕ και όλους τους άλλους εκτός από το Ισραήλ, και σήμερα τις ΗΠΑ, ίσως αύριο και από τη Σαουδική Αραβία που βλέπει να καταρρέει ο ρόλος της ως τοποτηρητής των ιερών τόπων του Ισλάμ. Μια ακόμη αθλιότητα στη σοβαρή αυτή εξέλιξη, πρέπει να τονίσουμε πως είναι και η δουλοπρέπεια της κυβέρνησης και των αθλητικών οργανώσεων της Ιταλίας που αποδέχτηκαν, αντί μερικών εκατομμυρίων ευρώ, να νομιμοποιήσουν αυτή την επιχείρηση, ανάβοντας το πράσινο φως για να ξεκινήσει τον Μάη του 2018, ο Γύρος της Ιταλίας από μια απόλυτα «ισραηλινοποιημένη» πλέον Ιερουσαλήμ.
Έτσι έχουμε μπροστά μας τρεις –τουλάχιστον– παράγοντες που θα επιβαρύνουν άμεσα τις διεθνείς σχέσεις: μια νέα κλιμάκωση των εντάσεων και των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή, τις επιπτώσεις της παρακμής της αυτοκρατορίας των ΗΠΑ, και την αυξανόμενη διεθνή επιρροή του ισραηλινού σιωνισμού πολύ πέρα από τις περιφερειακές του βλέψεις. Είναι το τελευταίο σημάδι της εποχής πυρός και σιδήρου που επίκειται για τον κόσμο στον οποίο είμαστε αναγκασμένοι να ζήσουμε, διαφορετικό και χειρότερο από εκείνον στον οποίο ζήσαμε μέχρι σήμερα. Η αντιστροφή αυτής της αρνητικής εξέλιξης, δεν είναι μόνο μια άποψη, αλλά είναι επιτακτική ανάγκη για την επιβίωση μας.
Μετάφραση: Άβα Μπουλούμπαση