Διανύουμε περίοδο μιας ιδιόμορφης πολιτικής κρίσης. Τα χαρακτηριστικά της διαμορφώνονται από μια σειρά παράγοντες. Κυβέρνηση που έχει μεγάλο πρόβλημα για το που να «απαγκιάσει» μέσα σε μια Δύση με μεγάλες εσωτερικές ρηγματώσεις και αβεβαιότητες: Όλη η εμφανιζόμενη δυσμενής σχέση του Μητσοτάκη με το σύστημα Τραμπ και η αγωνία του να πιάσει επαφή μαζί του και όχι μόνο. Επίσης, κυβέρνηση που έχει δημιουργήσει δυσαρέσκειες σε διάφορες μερίδες ολιγαρχικών συμφερόντων σχετικά με το πως μοιράζονται οι δουλειές και οι πόροι αλλά και σχετικά με επιλογές της σε διεθνές επίπεδο που καταλήγουν να εκθέτουν τμήματα του εφοπλισμού σε σημαντικότατους κινδύνους. Με πιο ορατές εκδηλώσεις αυτών των κινδύνων, τη βύθιση των δύο ελληνόκτητων πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα αλλά και την ναρκοθέτηση άλλων από ουκρανικά χέρια. Στην άλλη πλευρά, αντιπολιτεύσεις που η οργανική ενσωμάτωσή τους τις έχει οδηγήσει σε τέτοια απαξίωση και χρεωκοπία ώστε πλέον το θέμα να προκαλεί «ανυπόφορη» ασυμμετρία για τη λειτουργία και την αναπαραγωγή του διπολικού πολιτικού συστήματος. Παρ’ όλο το σπρώξιμο, τα υπό διαρκώς αναμενόμενη εξαγγελία, κόμματα Σαμαρά και Τσίπρα παραμένουν μειωμένης δυναμικής και δεν φαίνεται εύκολο να αποκτήσουν αξιόλογη κοινωνική απήχηση. Περισσότερο λογίζονται ως μοχλοί για την «αναδόμηση» του πολιτικού σκηνικού παρά ως κάτι πιο αυτοτελές. Η επιλογή μεταβατικών λύσεων πολυκομματικής στήριξης βέβαια παραμένει πάντοτε ένα ενδεχόμενο. Ιδιαίτερα όταν υπάρξει μεγάλη πίεση να μπουν δύσκολες υπογραφές αποδοχής απωλειών εθνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Μια τρίτη πλευρά: Επιμένει (παρ’ όλους τους συστημικούς πολιτικούς χειρισμούς) να εκδηλώνεται με διαθλασμένους, έμμεσους τρόπους, ένα υπολογίσιμο, κοινωνικό ρήγμα απονομιμοποίησης της κυβέρνησης και του πολιτικού συστήματος ευρύτερα, που εκ των πραγμάτων είναι υποχρεωμένοι να το υπολογίζουν όλοι οι παίκτες. Ακόμη και έτσι όπως παραμένει, μη συγκροτημένο και πολιτικά ανέκφραστο, αυτό το ρήγμα, είναι ικανό να προκαλεί αυξημένη αστάθεια στο πολιτικό σκηνικό και μόνο επιλέγοντας τις μεν ή τις δε κατά περίσταση «αντισυστημικές» καταφυγές. Ακόμη περισσότερο αν επρόκειτο να εμφανιστούν πολιτικά διαβήματα με κάποιου τύπου αναφορά στα «Τέμπη».

Σε αναμονή εξελίξεων

Επιμένουν οι πληροφορίες που κάνουν λόγο για δύο επιπλέον δικογραφίες που σύντομα θα πάρουν το δρόμο τους για τη Βουλή. Με την πρώτη να βάζει στο κάδρο έναν ικανό αριθμό βουλευτών (γύρω στους 15) – κυρίως της Ν.Δ. αλλά και άλλων κομμάτων και με τη δεύτερη να ερευνά το πως κατέληξαν σημαντικοί πόροι 2.5 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης (τα ποσά εδώ αφήνουν πολύ πίσω τον ΟΠΕΚΕΠΕ) σε εταιρείες που συμμετείχαν σε «διαγωνισμούς» όπου ήταν οι μόνες υποψήφιες, με αναφορές στην εμπλοκή συγκεκριμένων, πρωτοκλασάτων υπουργών (Πιερακάκης, Κεραμέως). Απ’ ό,τι φαίνεται (και εκτός απροόπτου) θα υπάρξει συνέχεια στην άσκηση πίεσης προς το σύστημα Μητσοτάκη με τη διεύρυνση από πλευράς ευρωπαϊκής εισαγγελίας, των υποθέσεων που ερευνώνται.

Οι κυβερνητικοί χειρισμοί –εξεταστική επιτροπή για συμψηφιστική απόσβεση των ευθυνών από το 1998 και η δι’ αυτής της οδού, προώθηση της απαλλαγής των Βορίδη και Αυγενάκη καθώς και μια σειρά από μανούβρες (και εδώ πάλι πρωταγωνιστούν οι συμψηφισμοί με εκτεθειμένους παράγοντες του ΠΑΣΟΚ στο Ηράκλειο) προκειμένου να πέσουν στα μαλακά τα μεσαία, εκτελεστικά πρόσωπα του μαφιόζικου μηχανισμού της Ν.Δ. που έχουν εκτεθεί αλλά απ’ ό,τι φαίνεται έχουν τα «χαρτιά» για να απειλούν– ενισχύουν την πολιτική φθορά που θέτει σε δοκιμασία το κυβερνητικό σύστημα. Καθόλου τυχαία έχει ανοίξει μια συζήτηση τις τελευταίες μέρες, που θέλει τον Μητσοτάκη να σταθμίζει την επίσπευση των εκλογών το φθινόπωρο πιθανώς μάλιστα και με τροποποιημένο εκλογικό νόμο που ανεβάζει το κατώφλι για την είσοδο ενός εκλογικού συνδυασμού στη Βουλή στο 5%, πράγμα που θα ενίσχυε την πόλωση ή / και θα άφηνε αρκετούς από τους μικρούς εκτός. Αν και στη συνέντευξή του στις 23/7 στον Σκάι, ο Μητσοτάκης αποποιήθηκε κατηγορηματικά τα σενάρια πρόωρων εκλογών ή αλλαγής του εκλογικού νόμου (η συντήρηση της σχετικής συζήτησης θα μπορούσε να αποκτήσει διαλυτική δυναμική), μια τέτοια κίνηση δεν θα έπρεπε να αποκλειστεί ως μέσο για την εξασφάλιση του ακαταδίωκτου του μηχανισμού (παραγραφή των αδικημάτων για τα πολιτικά πρόσωπα και παζάρεμα για τους υπόλοιπους) κάτω από την πίεση των όλο και περισσότερων δικογραφιών και άλλων στοιχείων που προκύπτουν. Ταυτόχρονα βεβαίως, η κίνηση ενέχει για τον νυν πρωθυπουργό, μεγάλα ρίσκα, από τη στιγμή που η Ν.Δ. θα έχανε σε μια πρώτη εκλογή την αυτοδυναμία και θα έπρεπε να δοκιμάσει να πάει σε διπλές εκλογές υπό την αυξανόμενη κοινωνική φθορά και υπό πολύ αμφίβολους όρους στήριξης από πλευράς μεγάλων συμφερόντων. Η ίδια η παραμονή εκτός Βουλής σημαντικού μέρους της κοινοβουλευτικής του ομάδας θα μπορούσε να ενισχύσει τις φυγόκεντρες τάσεις προς άλλες κατευθύνσεις (π.χ. προς μια κίνηση Σαμαρά). Επί του παρόντος πάντως ο Μητσοτάκης δείχνει να κινείται με όρους μιας ενεργητικής αναμονής: Αναμένει τα μηνύματα που θα φέρει η νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ, από τα οποία θα εξαρτηθούν οπωσδήποτε πάρα πολλά, ενώ εν τω μεταξύ «οχυρώνεται» καλλιεργώντας προσδοκίες ότι θα κάνει δελεαστικές παροχές στην ΔΕΘ (ενδεχομένως θέτοντάς τις υπό την αίρεση της εκλογικής του επικράτησης σε πρόωρες εκλογές που θα προκήρυσσε). Δείχνει επίσης ότι ποντάρει απροσχημάτιστα στην κούραση του κόσμου από τα συσσωρευόμενα σκάνδαλα και από την αποδιοργανωτική επίδραση στα μυαλά των ανθρώπων που μεταδίδει όλος ο αμοραλισμός του κοινοβουλευτικού παιγνίου.

Πρωτοφανή επίπεδα κυβερνητικού αυταρχισμού και επιθετικότητας 

  • Πρώτα απ’ όλα μεγάλη επιθετικότητα και απροκάλυπτη εχθροπάθεια απέναντι στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Πρωτοφανείς προβλέψεις με το πρόσφατο νομοθετικό πλαίσιο, για αναστολή της φοιτητικής ιδιότητας ή και για διαγραφές φοιτητών, για πειθαρχικά, για εγκατάσταση του εισαγγελέα προς δίωξη όσων αντιδρούν, και για ανάλογες πιέσεις / διώξεις απέναντι στο διδακτικό προσωπικό. Ακόμη και για τιμωρία των πρυτανικών αρχών που δεν δέχονται τον ρόλο του κυβερνητικού εγκάθετου, με διακοπή της χρηματοδότησης του Πανεπιστημίου που διοικούν. Πρόσχημα γενικευμένης χρήσης είναι η πάταξη της εγκληματικότητας εντός Πανεπιστημίων, από έναν κυβερνητικό – κρατικό μηχανισμό που ωθεί με κάθε τρόπο και μεθόδευση, την κατάσταση προς τα εκεί.
  • Διώξεις κατά των εκπαιδευτικών γενικότερα και συγκρουσιακή κυβερνητική διάθεση απέναντι σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Απανωτά περιστατικά διώξεων για την διατύπωση πολιτικής άποψης (ακόμη και έξω από το σχολείο). Κάποια απ’ αυτά κατ’ απαίτηση των οργάνων του σιωνιστικού κράτους που επιβάλλουν χωρίς προσχήματα τον «νόμο» τους εντός ελληνικής επικράτειας.
  • Μια ολόκληρη σειρά ακραία αντεργατικών μεθοδεύσεων, με ανατίναξη των εργασιακών συνθηκών και διάλυση όλων των μηχανισμών ελέγχου. Και μεθατσερική προκλητικότητα απέναντι στην κοινωνία υπό την άθλια φόρμουλα της δήθεν «συναίνεσης του εργαζομένου».
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!