Ψηφίστηκε την Τρίτη 21/10 στη Βουλή η τροπολογία για τον Άγνωστο Στρατιώτη, με 159 «ναι» και 134 «όχι». Σύμφωνα με αυτήν, απαγορεύεται η χρήση ή η κατάληψη της επιφάνειας του χώρου για οποιονδήποτε σκοπό, πέρα από την επίσκεψη στο μνημείο. Παράλληλα, απαγορεύεται κάθε αλλοίωση του χώρου, καθώς και η πραγματοποίηση οποιασδήποτε δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, είτε αυθόρμητης είτε οργανωμένης. Για τους παραβάτες προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως ενός έτους καθώς και χρηματικά πρόστιμα. Επιπλέον, η διαχείριση του χώρου περνά στο υπουργείο Άμυνας και την ΕΛΑΣ. Με αυτή την κίνηση, η κυβέρνηση επιδίωξε πολλαπλούς στόχους: Να περιορίσει τις διαρροές προς τα συντηρητικά ακροατήρια, να «συνομιλήσει» με νέα ακροδεξιά ακροατήρια, να αλλάξει την πολιτική ατζέντα και να δημιουργήσει αναχώματα στις εσωκομματικές αναταράξεις.

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την τροπολογία, αλλά και τις προηγούμενες ημέρες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κράτησε ιδιαίτερα σκληρή στάση απέναντι τόσο στο ζήτημα όσο και στους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, δηλώνοντας: «Στο εξής, σε αυτόν τον ξεχωριστό χώρο δεν θα επιτρέπονται συγκεντρώσεις ή διαδηλώσεις με οποιοδήποτε περιεχόμενο άσχετο με την αποστολή του, ούτε θα γίνονται ανεκτές φθορές στο όνομα οποιασδήποτε διαμαρτυρίας, όσο εύλογα και αν ακούγονται τα αιτήματα, και ανεξάρτητα από το πόσο δίκιο πιστεύουν κάθε φορά ότι έχουν οι υπερασπιστές αυτών των αιτημάτων».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε ειδικά στον Πάνο Ρούτση, σημειώνοντας: «Βέβαια, εδώ γεννάται και ένα άλλο εύλογο ερώτημα: Τα αιτήματα αυτά έγιναν δεκτά, οι εκταφές έγιναν; Ρωτώ. Οι εκταφές δεν έχουν γίνει ακόμα και εύχομαι να προχωρήσουν και να γίνουν το συντομότερο δυνατό». Η αντιπολίτευση, από την πλευρά της, κατηγόρησε την κυβέρνηση για εργαλειοποίηση του μνημείου, για «συνομιλία» με ακροδεξιά ακροατήρια, καθώς και για αντισυνταγματικές μεθοδεύσεις.

Είναι προφανές πως, παρά τα όσα επικαλείται περί προστασίας του μνημείου και της ιστορικής μνήμης, η κυβέρνηση στην πραγματικότητα επιδιώκει να ελέγξει ακόμη περισσότερο τον δημόσιο χώρο, επιδεικνύοντας παράλληλα έναν χυδαίο πολιτικό ρεβανσισμό απέναντι στη νικηφόρα απεργία πείνας του Πάνου Ρούτση. Εκείνο που στην ουσία ενοχλεί δεν είναι το μνημείο, αλλά οποιαδήποτε διαμαρτυρία μπροστά στη Βουλή, με τον συμβολισμό και τη δύναμη που αυτή μπορεί να αποκτήσει. Η επένδυση της κυβέρνησης στην ενίσχυση των κατασταλτικών μηχανισμών, η περιστολή του δημόσιου χώρου και της ελεύθερης έκφρασης αποτελούν ξεκάθαρα σημάδια αντιδημοκρατικής στροφής. Ωστόσο, η συγκεκριμένη τροπολογία είχε και έναν επιπλέον στόχο: Την αλλαγή της δημόσιας ατζέντας σε μια περίοδο όπου η κυβερνητική πολιτική προκαλεί ευρεία δυσαρέσκεια και θυμό.

Έτσι, αντί να συζητείται η συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών, η διάτρητη πορεία προς τη δίκη ή τα μεγάλα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία, η συζήτηση μετατοπίστηκε στο «σεβασμό των εθνικών μνημείων» ‒ ένα προνομιακό πεδίο για τη βάση της Ν.Δ., αλλά και προς νέα ακροατήρια. Κάτι τέτοιο επιβεβαιώνεται και από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, στις οποίες φαίνεται πως η κυβέρνηση κατάφερε, σε κάποιο βαθμό, να συσπειρώσει τις δυνάμεις της και να περιορίσει τα συντριπτικά μέχρι σήμερα ποσοστά διαφωνίας με την πολιτική της. Βέβαια η διάρκεια αυτής της μικρής δημοσκοπικης τακτικής επιτυχίας τίθεται εν αμφιβόλω.
Επιπλέον, με αυτή την κίνηση, η κυβέρνηση έθεσε εμπόδια και στην εσωκομματική της αντιπολίτευση, παραχωρώντας τη φροντίδα του μνημείου στο υπουργείο Άμυνας. Φαίνεται μάλιστα πως η αρχική πρόθεση ήταν να δοθεί εξ ολοκλήρου η ευθύνη και η φύλαξη του χώρου, ώστε να αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα του Νίκου Δένδια, ο οποίος είχε κρατήσει αποστάσεις από τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στον Πάνο Ρούτση.

Τελικά κάτι τέτοιο δεν κατέστη εφικτό, με αποτέλεσμα η αστυνομία να διατηρεί την ευθύνη φύλαξης ‒και άρα καταστολής‒ ενώ το υπουργείο Άμυνας ανέλαβε την καθαριότητα και τη φροντίδα του χώρου, αναθέτοντας το έργο σε ιδιωτική εταιρεία, ύστερα από ένα «πινγκ πονγκ» ευθυνών μεταξύ Δήμου Αθηναίων, υπ. Άμυνας και υπ. ΠροΠο.
Οι αποστάσεις του Ν. Δένδια από το κυβερνητικό στρατόπεδο διαφάνηκαν και από την απουσία του από τη συζήτηση στη Βουλή, παρότι το θέμα αφορά το υπουργείο του. Με δηλώσεις του, μάλιστα, τάχθηκε υπέρ της στάσης της Προέδρου της Δημοκρατίας, ενώ για το Μνημείο των Τεμπών δεν δίστασε να «καρφώσει» τον Κυριάκο Μητσοτάκη, υπενθυμίζοντας ότι και εκείνος έχει παρευρεθεί σε αυτό το σημείο.







































































