Του Μάριου Μαρκίδη
[…] Η μιζέρια του πολίτη συμπίπτει εξαιτίας ενός άσχημου αστείου της μοίρας, με το μεγαλείο των πολιτικών κατακτήσεων. Γι’ αυτή τη μιζέρια που δεν μπορεί να ελεήσει το πάθος ούτε να γράψει η τραγωδία, χύθηκαν ποταμοί αίματος. Η περισσότερη και πιο «δικαιολογημένη» απονομή δικαιοσύνης έκανε αφάνταστα πιο φτωχή την ανθρώπινη ζωή. Η πλουσιότερη και ολοένα πιο περίτεχνη και ολοένα πιο στρεψόδικη ρητορική πληθώρισε, ταπείνωσε, εκβαρβάρισε τα λόγια…

Η ουσία δεν είχε ανάγκη να χτυπηθεί από τους φιλοσόφους, διότι είχε γίνει ανούσια. Ο ζήτημα δεν είναι, φυσικά, να πεις ότι θα μπορούσε να γίνει κι αλλιώς, ότι θα μπορούσε να υπάρξει εναλλακτική ιστορική εξέλιξη όπως διατείνεται -για να μη παραδεχτεί την ήττα μας- ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Αυτό που μπορούσε να γίνει είναι, δυστυχώς, ο,τι ακριβώς έχει γίνει. Το πεπρωμένο του τραγωδικού ανθρώπου, ο οποίος αποτελούσε ίσως τη διά της προσωπικής του θυσίας εγγύηση μια πολύ πιο εναργούς ζωής για τους μη τραγωδικούς, του μη «ηρωϊκούς» τους «καθημερινούς» πολίτες της Αθήνας, ήταν να εξαφανιστεί. Να έρθει, μάλιστα, μια στιγμή που θα εφευρεθεί ένα δικαστήριο ενόρκων, θα συνεδριάσει και θα τον αθωώσει λόγω αμφιβολιών περί την ενοχή ή αναγνωρίζοντας τον περιβόητο «βρασμό ψυχής». Λες και δεν είναι αυτός ακριβώς που προξενεί την ύβρι.
Αυτό το είδος αθώωσης -που δεν επιφέρει καθόλου κάθαρση και δεν αποκαθιστά την αρμονία της κοινότητας- εκμηδένισε την τραγωδία αλλά και συνέπεσε γρήγορα με μια νέα, άνευ προηγουμένου, φτήνια της αστικής ζωής, με μια απερίγραπτη υποκρισία αν όχι με μια βαρβαρότητα που έπεσε στα κεφάλια μας από το «μέλλον». Συγγραφείς του παρόντος, όπως ο Ίψεν, ο Τσέχοφ και ο Μπρέχτ υπόσχονται, ίσως κατά τον Στάινερ του 1961, το κόψιμο ενός καινούργιου νομίσματος για την ανθρώπινη ζωή – κι ας είναι παρακινδυνευμένο να τους ονομάσουμε Νέα Τραγωδία. Κατέληγε τότε ο Στάινερ: «Θα δούμε! Πέρασαν τριάντα και παραπάνω χρόνια και είδε και είδαμε. Η πτώχευση συνεχίστηκε, ποτέ πριν τα οράματα της ανθρωπότητας δεν είχαν τόσο πτωχεύσει, δεν είχαν τόσο πληθωριστεί, όσο σήμερα» […]

* Απόσπασμα από την εισαγωγή του Μ. Μαρκίδη στο βιβλίο του Τζόρτζ Στάινερ  “Η σιωπή και ο ποιητής”. Εκδόσεις Ερασμος – Απρίλιος 1997.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!