Ο δικομματισμός έχει γκρεμιστεί. Δεν υπάρχει και δεν μπορεί να λειτουργήσει. Κανένας δεν περίμενε τέτοια κατάρρευση. Το συντριπτικό χτύπημα ήρθε από την καταλυτική λαϊκή παρέμβαση-τιμωρία όλων των μνημονιακών δυνάμεων και την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ που δημιουργεί νέα δεδομένα στην ταξική και πολιτική πάλη μέσα στη χώρα. Ο συστημισμός έχει να αντιμετωπίσει την ανάδειξη ενός ριζοσπαστισμού που μετατρέπεται και σε πολιτικό ρεύμα (με αριστερά χαρακτηριστικά) και επιζητεί ολοκληρωτικό γκρέμισμα του σάπιου και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος. Το γκρέμισμα του πολιτικού συστήματος, του εποικοδομήματος που στήθηκε στην δικομματική κυριαρχία και στήριξε με πάθος και δουλικότητα την μνημονιακή τροικανή επικυριαρχία είναι απαραίτητος όρος για να ανοίξει ένας άλλος δρόμος. Η ζωή τα έφερε έτσι, που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται στο πολιτικό στερέωμα σαν ο βασικός εχθρός αυτού του πολιτικού συστήματος, σαν ο εκφραστής ενός λαϊκού ρεύματος που ζητά πραγματική δημοκρατία, οικονομική ανακούφιση, ανεξαρτησία, άλλη θέση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον. Έτσι η επιτυχία ή αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή αυτή, αποκτά μια μεγάλη σημασία. Γιατί;
Ο λόγος είναι απλός. Στην ελληνική κοινωνία -που τόσο έχει αλλάξει από το 2009- δημιουργούνται δύο ανταγωνιστικά μπλοκ. Το μπλοκ του αστισμού που συντάσσεται με την εφαρμογή των μνημονίων και την πολιτική της Ε.Ε.-ΔΝΤ από τη μια και το μπλοκ του αγωνιζόμενου λαού, των πληττόμενων τάξεων και στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας που βίωσαν το πιο σκληρό πρόγραμμα λιτότητας που επιβλήθηκε ποτέ σε καιρό ειρήνης σε μια χώρα. (Στις πρόσφατες εκλογές οι δυνάμεις του μνημονιακού μπλοκ έχασαν 3.500.000 ψήφους και συγκέντρωσαν 2.620.000 ψήφους, ενώ οι αντιμνημονιακές δυνάμεις συγκεντρώνουν 2.457.000 και υπάρχουν και οι ενδιάμεσες δυνάμεις -ΔΗΜΑΡ, Οικολόγοι, Κοινωνική Συμφωνία- με 632.000 ψήφους).
Από τη σύγκρουση αυτών των δύο μπλοκ μέσα σε δύο χρόνια, έχει απονομιμοποιηθεί εντελώς το συστημικό μπλοκ, έχει χάσει τεράστιες δυνάμεις και στήριξη που είχε, είναι απομονωμένο και νιώθει τεράστιο κίνδυνο από την ανάδειξη ενός βαθιού λαϊκού ριζοσπαστισμού. Από τη σύγκρουση αυτών των δύο μπλοκ έχει αναδειχθεί μια αριστερή δύναμη, που χάρη στην ορμή και την πίεση του λαϊκού ρεύματος προβάλλει ως βασικός διεκδικητής της πολιτικής εξουσίας και πάντως επιβάλλει ένα νέο μοίρασμα των χαρτιών, βάσει των καινούργιων συσχετισμών στη χώρα. Δεν είναι απλά επίδικο η «διακυβέρνηση» της χώρας, αλλά και το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Η ρήξη είναι πιο βαθιά ή σπρώχνεται να γίνει πιο βαθιά.
Στρατηγική ισορροπία
Κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί πριν από δύο χρόνια ότι στην Ελλάδα θα φτάναμε σε μια κατάσταση, περίπου, στρατηγικής ισορροπίας: το κατεστημένο να έχει δεχτεί συντριπτικά χτυπήματα και να είναι πολυδιασπασμένο και οι υποτελείς τάξεις να έχουν έναν τόσο πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική ζωή με τα κινήματα και την πολιτική τους εκπροσώπηση, αλλά να μην μπορούν ακόμα να επιβάλλουν το άνοιγμα ενός άλλου δρόμου. Είμαστε σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Ή το ένα μπλοκ θα κυριαρχήσει ή το άλλο. Ή εμείς ή αυτοί και το «εμείς» και το «αυτοί» έχουν άλλη διάσταση και άλλη σημασία από ό,τι πριν 2-3 χρόνια. Είναι πιο σαφή, πιο συγκεκριμένα μέσα στην πολυπλοκότητα και τη συνθετότητα των γεγονότων.
Σε πολιτικό επίπεδο, η κυρίαρχη κεντροαριστερή διαχείριση με πρωταγωνιστή το ΠΑΣΟΚ, όπως τη γνωρίσαμε εδώ και 2-3 δεκαετίες, έπαψε να υπάρχει με τη συντριβή και διάλυση του ΠΑΣΟΚ μέσα σε 2 χρόνια. Τώρα γίνονται απελπισμένες προσπάθειες να συνταχθεί μια «κεντροδεξιά» εκδοχή διαχείρισης με αμφίβολα αποτελέσματα και με πολυδιασπασμένο το δεξιό στρατόπεδο. Για να κυριαρχήσει το συστημικό μπλοκ δυνάμεων πρέπει να συντρίψει το ανερχόμενο λαϊκό ριζοσπαστισμό, να δεχτεί πολλές ήττες ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά συνολικά. Ακόμα και αυτό που κυκλοφορεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετατραπεί σε ένα νέο ΠΑΣΟΚ προϋποθέτει την ήττα και κάμψη του λαϊκού ριζοσπαστισμού.
Από όλα αυτά τι συμπέρασμα προκύπτει; Πάμε σε μια γιγάντωση της κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης στη χώρα και έχουμε μπει σε μια στιγμή μετάβασης όπου το επίδικο είναι ποιο μπλοκ θα κυριαρχήσει. Η σύγκρουση θα υπάρξει και θα είναι σκληρή και δύσκολη. Όρος για να ανοίξει ο δρόμος για μια άλλη πορεία, για την νίκη και επικράτηση του λαϊκού ριζοσπαστικού ρεύματος, είναι η συντριβή του πολιτικού συστήματος που στήθηκε επί δικομματισμού και πήρε εφιαλτικές διαστάσεις μέσα από τη μνημονιακή και τροϊκανή περίοδο. Για να εξηγηθούμε για πολλοστή φορά: πολιτικό σύστημα δεν είναι απλά ή μόνο τα κόμματα. Είναι το σύνολο των θεσμών και των στοιχείων του εποικοδομήματος που στηρίζει την κυριαρχία της τρόικας και του συστημισμού. Δηλαδή, τα κόμματα του Μνημονίου, οι νόμοι και οι συμβάσεις που ψηφίστηκαν για να το στηρίζουν, η διαπλοκή που τράφηκε από το δικομματισμό και τις μεγάλες εταιρίες, τα ΜΜΕ των μεγαλοεργολάβων, η συγκεκριμένη δικαστική εξουσία, ο κατασταλτικός μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε ενάντια στο λαό σε όλες τις κινητοποιήσεις του κ.λπ.
Σύγκρουση δύο προοπτικών
Έχουμε μιλήσει κι άλλη φορά για «λατινοαμερικανοποίηση» της πολιτικής και κοινωνικής ζωής στη χώρα, με την έννοια πως δημιουργούνται, αντιπαλεύουν δύο μεγάλα κοινωνικά μπλοκ -όχι απλά ένας διπολισμός όπως έγινε στην Ιταλία ανάμεσα στο μπερλουσκονισμό και το πόλο της «ελιάς»- και το ένα συσπειρώνει μεγάλα στρώματα και τάξεις εργαζομένων και καταπιεζομένων – πληττόμενων και επιζητά άλλη πορεία. Στη Λατινική Αμερική τέτοια κοινωνικά μπλοκ μέσα από μεγάλους αγώνες και εκλογικές διαδικασίες κατέκτησαν την πολιτική εξουσία και δημιούργησαν όρους για άλλη πορεία. Κάτι αντίστοιχο με όλες τις ιδιαιτερότητες για τις συγκεκριμένες συνθήκες που υπάρχουν στην περιοχή μας θα μπορούσε να συντελεστεί. Υπάρχουν οι όροι: η κρίση έχει οδηγήσει σε τραγική κατάσταση τις μάζες, η αστική πολιτική εξουσία δοκιμάζεται από μια τεράστια κρίση νομιμοποίησης, οι όποιες εξελίξεις θα επηρεάσουν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, έχουν αναπτυχθεί τα δύο τελευταία χρόνια μεγάλοι και σημαντικότατοι αγώνες, δημιουργείται ένα πολιτικό ρεύμα γύρω από τη ριζοσπαστική Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ πιο συγκεκριμένα. Περίπου το 1/3 των εκλογέων ψηφίζει Αριστερά.
Στις εκλογές της 17/6 θα συγκρουστούν αυτές οι προοπτικές. Στη βάση αυτών των δυνατοτήτων και των τριγμών που δημιουργούν θα διεξαχθεί η προεκλογική περίοδος. Οι εξελίξεις και η κοινωνική προοπτική θα σφραγιστούν από αυτήν την αντιπαράθεση.