Ο Κ. Μητσοτάκης μπορεί να λέει ότι έλαβε το εκλογικό μήνυμα των πολιτών, έστω και όπως αυτός το διαστρέβλωσε, και την ίδια στιγμή συνεχίζει ακάθεκτος την πολιτική του αφού οι υποχρεώσεις που έχει αναλάβει εντός και εκτός συνόρων δεν τον αφήνουν να αλλάξει έστω και στο ελάχιστο γραμμή πλεύσης. Και στα θέμα «υποχρεώσεις εντός των συνόρων» το κεντρικό ζήτημα είναι η συνέχιση και ενίσχυση της αντιλαϊκής πολιτικής με άξονες 1) την ακρίβεια, τα πάσης φύσεως χαράτσια και την υπερφορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων, 2) την ενίσχυση της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων με κάθε τρόπο, 3) την πλήρη κατάργηση κάθε εργασιακής σχέσης που λειτουργούσε υπέρ των εργαζόμενων, 4) τη δραματική συρρίκνωση κάθε δημόσιας δραστηριότητας σε όλους τους τομείς και την παράδοσή τους με κάθε μέσο και τρόπο στα ιδιωτικά συμφέροντα. Ενδεικτικά καταγράφουμε κάποιες περιπτώσεις:
Ανταποδοτικό τέλος υπέρ ΕΡΤ
Το ανταποδοτικό τέλος υπέρ ΕΡΤ στους λογαριασμούς ρεύματος φαίνεται ότι δεν αποδίδεται για το σκοπό που εισπράχτηκε και καταλήγει πρακτικά σε άλλες τσέπες. Σε σχετική αποκάλυψη προχώρησε πρόσφατα η ιστοσελίδα Οικονομικός Ταχυδρόμος. Σύμφωνα με τον Ισολογισμό της ΕΡΤ για το 2022, που συντάχθηκε στα μέσα 2023, από την έκθεση του Ορκωτού Ελεγκτή προκύπτουν δύο σημαντικά θέματα: α) δεν μπόρεσε ο ορκωτός να βρει αν το ποσό των 190,7 εκατ. ευρώ που ήταν το τέλος εισπράχθηκε τελικά από την ΕΡΤ, παρά το γεγονός ότι έπρεπε να έχει μπει στα ταμεία της αρκετά νωρίτερα, από το χρόνο σύνταξης του Ισολογισμού 2022 και β) το σύνολο των προβλέψεων (αποθεματοποιημένο ποσό για συμψηφισμό με ενδεχόμενες ζημιές) του Ισολογισμού 2022 που ήταν 51,4 εκατ. ευρώ δεν επαρκεί για την κάλυψη ζημιών από τη μη είσπραξη του τέλους που είναι υπερδιπλάσιες και εκτιμώνται σε 122 εκατ. ευρώ. Και από νεότερα στοιχεία φαίνεται ότι η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε και το 2023.
Δηλαδή τα ποσά που πληρώνουμε όλοι μας, από το υστέρημά μας, αντί να καταλήγουν στην ΕΡΤ παραμένουν στις «τσέπες» των παρόχων! Ακόμα και αν αποδοθούν αργότερα το ετήσιο όφελος για τα 190 εκατ. ευρώ μόνο από τόκους για τις συγκεκριμένες εταιρείες είναι πάνω από 10 εκατ. ευρώ.
Παράδοση της ΛΑΡΚΟ
Η κυβέρνηση κατάθεσε αυτές τις μέρες επαίσχυντη τροπολογία, σε άσχετο νομοσχέδιο, προκειμένου να μπορέσει με λυμένα χέρια ο Ειδικός Διαχειριστής να προβεί σε απολύσεις όλου του προσωπικού της ΛΑΡΚΟ και να δώσει «καθαρή» από εργαζόμενους και εργατικά δικαιώματα τη μεταλλουργική μονάδα στον νέο ιδιοκτήτη.
Η κυβέρνηση είναι σε μία συνεχή προσπάθεια εδώ και πέντε χρόνια πλήρους απαξίωσης της επιχείρησης (μεταλλουργεία και ορυχεία) για να την παραδώσει στα ιδιωτικά συμφέροντα. Ήδη στην πρώτη φάση για την επιλογή «προτιμητέου επενδυτή» στα τέλη του 2023 κατέληξε στο κοινοπρακτικό σχήμα «ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – AD HOLDINGS». Κοινώς η «παρέα Περιστέρη», από τους πλέον γνωστούς επιχειρηματίες του περιβάλλοντος Μητσοτάκη, στα χέρια της οποίας σταδιακά περνούν πολλά στοιχεία δημόσιας περιουσίας ετοιμάζεται για ένα ακόμα πολύ μεγάλο «ρεσάλτο». Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί ότι στο διαγωνισμό συμμετείχε και η Ιρλανδική CMII η οποία μετά από μήνες, σύμφωνα με τις πληροφορίες, κρίθηκε ότι δεν πληρούσε κάποιες προϋποθέσεις και έχει προσφύγει κατά της απόφαση στο ΣτΕ.
Ο αρχικός νόμος του 2020 για τη ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ προέβλεπε ότι η μεταλλουργία θα συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι την πώλησή της στο νέο ιδιοκτήτη. Τώρα, για να την παραδώσει η κυβέρνηση χωρίς εργαζόμενους, δεσμεύσεις και εργασιακά δικαιώματα, απολύεται όλο το προσωπικό και η επιχείρηση θα μπορεί να παραδοθεί χωρίς να είναι σε λειτουργία. Στο διάστημα αυτό που δεν θα λειτουργεί η φύλαξη και η συντήρηση θα ανατεθούν σε ιδιώτες!. Για τους 1.000 περίπου εργαζόμενους στην επιχείρηση προβλέπεται η ένταξή τους σε «κοινωφελή προγράμματα ανεργίας»!
Ιδιωτικοποίηση ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ
Η κυβέρνηση προσπαθεί να «χρυσώσει το χάπι» με το θέμα της ιδιωτικοποίησης των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ. Προσπαθεί να εμφανίσει ως εθνικό επίτευγμα το «Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο» που παρουσίασε προχθές ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών Κ. Χατζηδάκης. Η δημιουργία του Ταμείου δεν είναι αναπτυξιακή πρωτοβουλία της κυβέρνησης, ούτε οι πόροι του επαρκούν για να δικαιολογήσουν τον βαρύγδουπο τίτλο του. Είναι ένας αναγκαστικός συμβιβασμός για να είναι ικανοποιημένοι οι δανειστές / τρόικα, να παιχτεί για μία ακόμα φορά το επικοινωνιακό παιγνίδι, να εξυπηρετηθούν κάποια ιδιωτικά συμφέροντα με συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και τέλος «στο βάθος» να προχωρήσει έμμεσα η ιδιωτικοποίηση του νερού.
Με την απόφαση του ΣτΕ η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να θέσει εκτός Υπερταμείου τις δύο μεγάλες εταιρείες ύδρευσης της χώρας, ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ. Όμως η υποχρέωση προς τους δανειστές όσον αφορά τις «ασφαλισμένες αξίες» έναντι των δανείων τους παραμένει. Συνεπώς το κράτος πρέπει να συμβάλλει στο Υπερταμείο με κάτι που θα έχει ανάλογη αξία. Καθώς δεν υπάρχει τίποτε άλλο πλέον αφού όλα έχουν ήδη εκχωρηθεί ή πωληθεί η λύση είναι η καταβολή μετρητών για την αξία των μετοχών του Δημοσίου. Το ποσό θα το υπολογίσει κάποιος οίκος – ήδη η BlackRock έπιασε δουλειά ως σύμβουλος για το Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο. Σε κάθε περίπτωση το ποσό θα κινηθεί γύρω από την τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία των δύο εταιρειών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Συνεπώς το δημόσιο θα καταβάλλει γύρω στα 400-500 εκατ. ευρώ. Από αυτά συμφωνήθηκε ότι τα μισά θα πάνε για χρηματοδότηση του νέου Ταμείου που θα είναι συνεπώς μέσα στο Υπερταμείο και υπό τον έλεγχο των δανειστών.
Η κυβέρνηση εμφανίζει μια διαδικασία αλλαγών στο Υπερταμείο που θα «χαλαρώνουν» την εποπτεία των δανειστών. Σε κάθε περίπτωση ο ουσιαστικός έλεγχος θα συνεχίσει να υπάρχει σύμφωνα με το περιεχόμενο του τρίτου μνημονίου. Απλά αυτά εντάσσονται στα επικοινωνιακά τεχνάσματα της κυβέρνησης. Παράλληλα «πουλά» την αναπτυξιακή διάσταση του Ταμείου. Ουσιαστικά όμως πρόκειται για «φύκια που πωλούνται ως μεταξωτές κορδέλες». Τα 250-300 εκατ. από τα χρήματα που θα καταβάλλει το δημόσιο για τις ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ και θα πάνε για τη χρηματοδότηση του Ταμείου δεν φτάνουν φυσικά για κάποια αξιόλογη αναπτυξιακή προσπάθεια. Η κυβέρνηση ήδη περιέγραψε το ρόλο του ως συμπληρωματικό του ιδιωτικού τομέα (συμμετοχή σε επενδύσεις) και σε κλάδους που έχουν επιβληθεί όχι από τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας αλλά από τις προτεραιότητες των δανειστών, όπως περιγράφονται στα ευρωπαϊκά προγράμματα. Έτσι το Ταμείο θα επενδύει σε δυναμικές ελληνικές επιχειρήσεις, σε κλάδους αιχμής με στρατηγική προτεραιότητα, όπως η πράσινη μετάβαση, η κυκλική οικονομία, η μπλε οικονομία, ο ψηφιακός / τεχνολογικός μετασχηματισμός, και σε ορισμένες υποδομές. Το Ταμείο θα έχει την ευελιξία να συμμετέχει σε αυξήσεις κεφαλαίου εταιρειών και σε ομολογιακά δάνεια, μόνο του ή σε συνεργασία με άλλους χρηματοδοτικούς οργανισμούς, εγχώριες και διεθνείς. Συνεπώς υπηρέτηση επιλογών τρίτων, ιδιωτών επιχειρηματιών και ευρωπαϊκών πολιτικών που αφορούν συμφέροντα της «γερμανικής Ε.Ε.».
Όσον αφορά την ιδιωτικοποίηση του νερού η στρατηγική της κυβέρνησης άλλαξε μετά την απόφαση του ΣτΕ. Αντί να ιδιωτικοποιηθούν οι ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ μπορούν να ιδιωτικοποιηθούν σταδιακά οι υδάτινοι πόροι της χώρας, φυσικά και των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, μέσω της ένταξής τους αρχικά σε εταιρικά σχήματα Α.Ε. υπό τον έλεγχο του δημοσίου που σταδιακά θα πωλούνται με κάθε ευκαιρία όπως έχει γίνει με τόσες και τόσες δημόσιες επιχειρήσεις, αρχικά αμιγώς κρατικές. Η έναρξη του έργου αυτού γίνεται με την περίπτωση των υδάτινων πόρων της Θεσσαλίας σαν συνέχεια των πλημμυρών και των σχετικών καταστροφών.
«Θα προσπαθήσουμε περισσότερο»
Η στάση του λαού, με την ψήφο του άμεσα και έμμεσα με την αποχή / λευκό / άκυρο, απονομιμοποιήσε πλήρως την παρούσα κυβέρνηση της απόλυτης πλέον μειοψηφίας. Με ποσοστό 28,3% επί των εγκύρων που με αναγωγή στο σύνολο των εγγεγραμμένων οδηγεί σε 11,5% δεν μπορούμε να μιλάμε για «εντολή του λαού» προς τον κ. Μητσοτάκη. Πολύ δε περισσότερο αυτός και η κυβέρνησή του δεν μπορούν να μιλάνε, να αποφασίζουν, να εκπροσωπούν και να δεσμεύουν τη χώρα «στο όνομα του ελληνικού λαού». Βρίσκονται στις κυβερνητικές θέσεις ουσιαστικά με «πραξικοπηματικό τρόπο» και παρά τη θέληση του λαού, αξιοποιώντας την αθλιότητα του επίσης απονομιμοποιημένου επίσημου πολιτικού συστήματος.
Υπό κανονικές συνθήκες τέτοιες εξελίξεις, να θυμηθούμε ενδεικτικά τις ευρωεκλογές του 2019 και του 2009, θα έπρεπε να οδηγήσουν τουλάχιστον σε κυβερνητική κρίση και εκλογές. Όχι όμως «στην Ελλάδα του Μητσοτάκη». Η λογική της λαϊκής ρήσης «με φτύνουν αλλά εγώ θεωρώ ότι ψιχαλίζει» αποτυπώθηκε στην δήλωση του κ. Μητσοτάκη για το αποτέλεσμα των εκλογών, που θεώρησε ότι το μήνυμα των πολιτών προς την κυβέρνησή του ήταν το: «σας εμπιστευόμαστε αλλά προσπαθήστε περισσότερο». Με αυτό τον τρόπο ξεπέρασε το πρόβλημα του αποτελέσματος και όπως φαίνεται συνεχίζει στην ίδια πολιτική, εξαθλίωσης του λαού και ενίσχυσης με κάθε τρόπο και μέσο της κερδοφορίας του επιχειρηματικού τομέα που κινείται γύρω από τον ίδιο και το οικογενειακό του περιβάλλον αλλά και γύρω από το κόμμα της Ν.Δ.