Σε μια εποχή απόλυτης αλληλεξάρτησης των χωρών και των κρατών είναι αδιανόητο να μιλάμε για πολέμους, ειρήνη και ποικίλα συμφέροντα, χωρίς να αρχίζουμε από το διεθνές πλαίσιο που καθορίζει τη χώρα μας. Ακόμα και αν «ξεχνούσαμε» ή απορρίπταμε την άποψη ότι η Ελλάδα είναι προτεκτοράτο της υπερδύναμης πάλι θα ήταν «κουτσή» κάθε ανάλυση που δεν θα είχε σαφή αναφορά στη σχέση της χώρας με τους ισχυρούς παίκτες της περιοχής. Αρκεί να θυμόμαστε το ξενοκίνητο πραξικόπημα της Χούντας και το άλυτο Κυπριακό, απόλυτα εξαρτημένο από τις διαθέσεις της υπερδύναμης. Οι ΗΠΑ έχουν το κλειδί (και όχι η Αγγλία) της λύσης του Κυπριακού επιβάλλοντας τη μη διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Όταν, λοιπόν, γίνεται κουβέντα αν, πότε και πώς, θα μας επιτεθεί ο Ερντογάν, χωρίς αναφορά στις ΗΠΑ, αν θέλουν ελληνοτουρκική σύρραξη, αν αδιαφορούν, αν πιστεύουν ότι θα ωφεληθούν και από ποιο αποτέλεσμα, μια τέτοια συζήτηση είναι αέρας κοπανιστός. Για να μην πω ότι πρόκειται για απόκρυψη της πραγματικότητας. Ποιας πραγματικότητας; Το γεγονός ότι αντιμετωπίζουμε ξεκάθαρες απειλές και εμείς στέλνουμε ρώσικα όπλα στην Ουκρανία επειδή είναι, λέει, παρωχημένα και επειδή, λέει, μας περισσεύουν. Δηλαδή είναι κατάλληλα εναντίον της Ρωσίας, πρώτης ή δεύτερης παγκόσμιας στρατιωτικής δύναμης, αλλά δεν κάνουν εναντίον της Τουρκίας! Και επιπλέον δεν φθάσανε ούτε ξέρουμε αν και πότε θα έρθουν τα καινούργια όπλα! Ποιον κοροϊδεύουμε, εκτός από τον εαυτό μας, γράφοντας περισπούδαστα περί τα ελληνοτουρκικά;
Το τελευταίο επιχείρημα που εφηύραν και διαδίδουν από αυτί σε αυτί οι ίδιες οι ΗΠΑ, είναι ότι, πλέον, δεν μπορούν να ελέγξουν τον Ερντογάν. Συνιστούν, συνεπώς, εμμέσως, σεμνά και ταπεινά, να κανονίσουμε εμείς, ως υπεύθυνοι κυβερνήτες και λαός, τι θα κάνουμε με τον γείτονα. Τρίχες. Αν και όποτε θίγονται τα αμερικανικά συμφέροντα οι ΗΠΑ ξέρουν άριστα να επισημάνουν στον Ερντογάν να κάτσει φρόνιμα. Όπως το έπραξαν προ ημερών στη Συρία, όπου απειλούσε να εισέλθει ορμητικά ο «Σουλτάνος». Και τώρα κλωσάει τα αυγά του.
Ο Π. Κονδύλης και το πρώτο πλήγμα
Προ τριακονταετίας ο Π. Κονδύλης έγραψε ότι η Ελλάδα με τα υπάρχοντα δεδομένα (τα ίδια τότε και τώρα) μόνο αν χτυπήσει πρώτη, αιφνιδιαστικά και πολύ σκληρά έχει ελπίδες να σωθεί σε μια ελληνοτουρκική σύρραξη. Έπεσαν τότε να τον φάνε ζωντανό, φασίστα τον ανέβαζαν φασίστα τον κατέβαζαν. Τώρα αυτή η ιδέα επανέρχεται ως αναγκαία προσφυγή και δικαίωμα άμυνας.
Τέτοιου είδους δικαιώματα δεν είναι, όμως, μόνο ούτε καν κυρίως θέμα νομικό, αλλά ζήτημα ισχύος και διεθνών συμφερόντων. Τελικά «δίκιο» έχει ο νικητής, βλέπε π.χ. κατοχή της Κύπρου. Νικητής είναι αυτός που νίκησε τον αντίπαλο και εξουδετέρωσε τους «φίλους» που θα υπονόμευαν τη νίκη.
Η Αθήνα διαχέει στη χώρα τον φόβο πολέμου, ως προϋπόθεση παράδοσής μας, αλλά τρέμει κιόλας μην κατηγορηθεί για προδοσία καθώς δεν έχει βρει εύσχημο τρόπο να ενδώσει
Κρίσιμες ερωτήσεις
Αντί για διάφορες αναλύσεις καλύτερα μερικές ερωτήσεις: Έχουν συμφέρον οι ΗΠΑ να γίνει τώρα ελληνοτουρκική σύρραξη; Θα ήθελαν νίκη ελληνική ή τουρκική; Ή μήπως ελπίζουν σε όξυνση ώστε να αναγκαστούμε σε διαπραγματεύσεις; Οι ΗΠΑ δεν είναι χαζές, ξέρουν ότι η σύστασή τους «να τα βρούμε» δεν θα εισακουστεί. Αλλά ο Κίσινγκερ πρότεινε στον Ανδρέα Παπανδρέου, το 1986 στην Ουάσιγκτον, την εξής αλυσίδα: Να δημιουργηθεί με ενέργειες αμφοτέρων όξυνση οπότε οι δυο πλευρές, είπε ο Αμερικανός «μάγος», θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις για να μην γίνει πόλεμος. Ακολούθησε η λεγόμενη «κρίση του Μαρτίου 1987» με τελικό αποτέλεσμα το mea culpa του Α. Παπανδρέου. Στα Ίμια, το ίδιο σενάριο, κατέληξε στο «μα θέλετε πόλεμο;» του Σημίτη. Το σενάριο επαναλαμβάνεται. Η Αθήνα διαχέει στη χώρα τον φόβο πολέμου, ως προϋπόθεση παράδοσής μας, αλλά τρέμει κιόλας μην κατηγορηθεί για προδοσία καθώς δεν έχει βρει εύσχημο τρόπο να ενδώσει. Την εφεύρεση «προσφυγή στη Χάγη» απορρίπτουν οι Τούρκοι επειδή τα θέλουν όλα, ανασύσταση της αυτοκρατορίας, και όχι τα «ψίχουλα» ενός δικαστικού συμβιβασμού.
Το πρώτο χτύπημα δίνει προβάδισμα αλλά όχι τη νίκη. Η Τουρκία για να χάσει την υποστήριξη των συμμάχων πρέπει να πάψει να τους είναι χρήσιμη. Αυτά τα δυο είναι το κλειδί. Τώρα τουλάχιστον δεν υπάρχει ούτε πόρτα ούτε κλειδαρότρυπα. Ως τώρα ο διεθνής παράγων δεν αναγνωρίζει τα δίκαια της Ελλάδας αλλά ταυτόχρονα ο επικυρίαρχος φράζει την τουρκική επιθετικότητα. Πάλι, δηλαδή, προκύπτει πιεστικά η ανάλυση του διεθνούς περίγυρου και ειδικά των άμεσα ενδιαφερόμενων δυνάμεων, κάτι που δεν έγινε το 1922. Ούτε τώρα γίνεται, περιοριζόμαστε στην προσωρινή ασυλία. Αν, όμως, αλλάξουν οι ιστορικές ροές θα αποκτήσει νόημα το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Και η Ελλάδα δεν ξέρει να τρέξει να σωθεί, όπως αποδείχθηκε τόσο το 1922 όσο και το 1944 όπου από νικητές, αλληλοσφαχτήκαμε.
Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η υπερκείμενη δύναμη δεν θέλει να επωφεληθεί ο νικητής από μια αναμέτρηση των υποκείμενων εξαρτημένων χωρών. Ιδού:
Το 1897 έγινε ελληνοτουρκικός πόλεμος και ηττηθήκαμε κατά κράτος. Οι Γερμανοί, όμως, που προκάλεσαν/υποδαύλισαν τον πόλεμο, δεν ήθελαν να επωφεληθούν οι Τούρκοι. Έτσι η ηττημένη Ελλάδα δεν έχασε ούτε πόντο εδάφους, οι Τούρκοι αποσύρθηκαν. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να έχουμε επίγνωση, αίσθηση, των διαθέσεων, δηλαδή των συμφερόντων, της Υπερκείμενης Δύναμης.
Υπενθυμίζω ότι όταν ενημερώθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου τις τουρκικές απειλές για τον εξοπλισμό των νησιών είπε μόνο τρεις λέξεις: «είναι θέμα άμυνας». Και το θέμα έληξε για μεγάλο χρονικό διάστημα επειδή οι Τούρκοι ήξεραν ότι το εννοούσε. Τα πολλά λόγια άρχισαν (και συνεχίζονται) όταν οι Τούρκοι κατάλαβαν πως η Αθήνα εδώ και καιρό ψάχνει τρόπους να ενδώσει στις απαιτήσεις τους. Εδώ ακριβώς είμαστε.