του Ιάσονα Κωστόπουλου
Η εμφάνιση της μετάλλαξης Δέλτα, αύξησε και πάλι την ένταση γύρω από τη συζήτηση για την πανδημία και ειδικότερα γύρω από το θέμα των εμβολιασμών. Αυτή την φορά το βάρος πέφτει στους ανεμβολίαστους, που επιτηδευμένα ταυτίζονται με σκοταδιστές-αντιεμβολιαστές και φέρονται ως υπεύθυνοι για την ενδεχόμενη εμφάνιση ενός τετάρτου κύματος της πανδημίας. Η μεθόδευση είναι πλέον γνωστή, για όλα φταίει η κοινωνία και αν δεν είναι δυνατό ή δεν είναι συμφέρον να κατηγορηθεί σύσσωμη, τότε λοιδορείται ένα κομμάτι της, ως εξιλαστήριο θύμα για την αποτυχία των κυβερνητικών πολιτικών διαχείρισης της πανδημίας. Στην αρχή έφταιγαν όσοι δεν επιδείκνυαν την ανάλογη ατομική ευθύνη, έπειτα η απείθαρχη νεολαία και τώρα οι σκοταδιστές-ανεμβολίαστοι.
ΒΕΒΑΙΑ όπως και σε όλες τις προηγούμενες φάσεις, η συζήτηση που θέλει τους πολίτες να είναι υπεύθυνοι για την πορεία της πανδημίας, γίνεται με ανεδαφικά επιχειρήματα, ενώ τα πραγματικά δεδομένα αποκρύπτονται. Έτσι, μπαίνουν στο στόχαστρο όλοι εκείνοι που δεν έσπευσαν να εμβολιαστούν, άσχετα αν στη χώρα από το Μάη και έπειτα, γίνονται σταθερά πάνω από 80.000 εμβολιασμοί, την στιγμή που το μέγιστο των εμβολιασμών ανά ημέρα είναι οι 114.000 στις 6 Μάη. Οπότε ο ρυθμός των εμβολιασμών όχι μόνο είναι σχετικά σταθερός αλλά και πολύ κοντά στα όρια των δυνατοτήτων του εμβολιαστικού συστήματος, που σύμφωνα με προηγούμενες κυβερνητικές δηλώσεις φέρεται να έχει τη δυνατότητα για περίπου 100.000 εμβολιασμούς/μέρα. Επιπλέον, η χώρα βρίσκεται σε αντίστοιχο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Οπότε είναι απορίας άξιο ποιο είναι το αποτύπωμα όσων «σαμποτάρουν» τον εμβολιασμό. Αλλά και με ποιο κριτήριο κατηγορείται το 40% του πληθυσμού της χώρας ως φορέας ανεδαφικών, σκοταδιστικών απόψεων, που απειλούν την δημόσια υγεία… Όσο δε, για τη μικρή πτώση που παρατηρείται μέσα στον Ιούλιο, αυτή μπορεί εύκολα να αποδοθεί αφενός στις καλοκαιρινές διακοπές και αφετέρου στη φυσιολογική πτώση των ρυθμών εμβολιασμού εφόσον έχουν προσέλθει ήδη οι πιο «πεισμένοι». Μάλιστα αυτά τα νούμερα, έχουν επιτευχθεί απλά με την παροχή του εμβολίου στον κόσμο, χωρίς να έχει υπάρξει κάποια ειδική προσπάθεια για να ενημερωθεί αρχικά και να πειστεί κατόπιν ο πληθυσμός. Αντίθετα, δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη ότι καθ’ όλη την διάρκεια της πανδημίας υπήρχαν διαρκώς παλινωδίες στην ενημέρωση των πολιτών, είτε αυτή αφορούσε τα μέτρα αυτοπροστασίας –π.χ. χρησιμότητα της μάσκας–, είτε την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα δεν είναι αν υπάρχουν συμπολίτες μας που είναι επιφυλακτικοί απέναντι στον εμβολιασμό τους, πράγμα που ήταν αναμενόμενο. Αλλά το γιατί η κυβέρνηση επέλεξε τον εκφοβισμό και τον εκβιασμό όσων είναι επιφυλακτικοί απέναντι στον εμβολιασμό, μέθοδο που είναι βέβαιο πως έχει εξαιρετικά αμφίβολα αποτελέσματα.
Η δημιουργία του τεχνητού δίπολου μεταξύ υπεύθυνων εμβολιασμένων και επικίνδυνων ανεμβολίαστων, όχι μόνο αποπροσανατολίζει, αλλά ρίχνει το βάρος των ευθυνών για τη διαχείριση της πανδημίας για μια ακόμη φορά στην κοινωνία
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Η υπόθεση της πανδημίας, καθώς η πορεία διαχείρισης της έως και σήμερα, έχει σημαδευτεί πρωτίστως από τη διάθεση της κυβέρνησης να εκμεταλλευτεί την πανδημία για να ασκήσει πολιτική και δευτερευόντως από την ανικανότητά της στη διαχείριση των επιπτώσεων της. Στην πραγματικότητα, όπως όλη την προηγούμενη περίοδο αντί η κυβέρνηση να ασκεί πολιτική για την πανδημία ασκούσε πολιτική εντός της, αντίστοιχα και τώρα αντί για να ασκεί πολιτική για τον εμβολιασμό, ασκεί πολιτική μέσω της εργαλειοποίησής του.
Έτσι όπως σε μια προηγούμενη φάση η ιατρική επιστήμη εργαλειοποιήθηκε για να προωθηθεί ο εκτεταμένος εγκλεισμός, ενώ παράλληλα ψηφίζονταν νομοσχέδια στη ζούλα, τώρα το εμβόλιο γίνεται μέσο και εργαλείο για την περιθωριοποίηση μεγάλων κομματιών της κοινωνίας, χρησιμοποιώντας ως προμετωπίδα ότι αποτελεί μονόδρομο ο εμβολιασμός για να λυθεί το πρόβλημα της πανδημίας. Αυτό το μαρτυρά και η μεθοδευμένη συσκότιση του κόσμου γύρω από τα θέματα της υγείας και των εμβολίων. Μετατρέποντας τους γιατρούς σε περσόνες και τηλεμαϊντανούς, όπου ο καθείς είχε και τη δική του διαφορετική εκτίμηση και γνώμη για όλα τα ζητήματα. Όπως και στην περίπτωση του εμβολίου AstraZeneca που ενώ υπήρχαν διεθνώς αμφιβολίες για τη χορήγηση του σε ορισμένες ηλικίες, οι χειρισμοί που έγιναν εδώ ήταν τραγελαφικοί και ήταν δεδομένο ότι θα αυξήσουν την επιφυλακτικότητα του κοινωνικού σώματος. Επιπλέον, ακόμη και σήμερα, δύο σχεδόν χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας δεν έχει γίνει καμία κίνηση ουσιαστικής ενίσχυσης και αναδιάρθρωσης του συστήματος υγείας, τέτοια που να μπορεί να μετριάσει τις απώλειες για την κοινωνία. Αντίθετα, μέσα από το άνοιγμα του τουρισμού άνευ όρων και της άμεσης άρσης οποιονδήποτε μέτρων αποστασιοποίησης και προστασίας, ουσιαστικά μίκρυνε ακόμη και ο διαθέσιμος χρόνος για την επίτευξη συλλογικής ανοσίας.
ΣΕ ΑΥΤΟ το σχέδιο εντάσσεται και η δημιουργία του τεχνητού δίπολου μεταξύ υπεύθυνων εμβολιασμένων και επικίνδυνων ανεμβολίαστων, που όχι μόνο αποπροσανατολίζει αλλά και ρίχνει το βάρος των ευθυνών για μια ακόμη φορά στην κοινωνία. Άλλωστε, η επάνοδος της πανδημίας, ήταν και αυτή αναμενόμενη ενώ το τέταρτο κύμα, είχε λίγο πολύ προαναγγελθεί μαζί με το άνοιγμα του τουρισμού. Όποτε πριν σπεύσει κανείς να πάρει θέση στον διαχωρισμό που στήνει η κυβέρνηση μαζί με τα συστημικά ΜΜΕ, καλό θα ήταν να αναλογιστεί σε ποια πολιτική εντάσσεται αυτός. Καθώς, είναι εμφανές πως δεν αφορά την προστασία του λαού από την πανδημία. Μια προστασία που διαρκώς υποσκάπτεται.