του Γιάννη Σχίζα

 

Φέτος συμπληρώνονται τα 100 χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής – που όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα θα μπορούσε να ήταν μια «αξιοπρεπής ήττα», εάν δεν συνέτρεχε η στάση επίλεκτων μονάδων του ελληνικού στρατού. Αυτό το κατακλυσμιαίο για την εξέλιξη του ελληνισμού συμβάν μπορούσε η κοινή γνώμη να το προσεγγίσει με πολλούς τρόπους – και πραγματικά υπήρξαν τρόποι και τρόποι για την αντιμετώπισή του, για τις πολιτικές του Βασιλικού κόμματος καθώς και του Βενιζέλου, για τη συμπεριφορά του ύπατου αρμοστή Στεργιάδη, για την τροφοδοσία του στρατού, για την προέλασή του στα βάθη της Ανατολής και την ουσιαστική περικύκλωσή του από τουρκικούς πληθυσμούς, για τόσα άλλα. Στο μεταξύ, η απειλή της ενεστώσας Τουρκίας καλά κρατεί, ο πόλεμος είναι μια ενδεχομενικότητα απέναντι στην οποία πρέπει να είμαστε έτοιμοι, αριστεροί και δεξιοί και οτιδήποτε άλλο: Ο χασάπης Ερντογάν, όντας αποκλεισμένος από τη μεριά της Συρίας και έχοντας ανά χείρας απαγορευτική εντολή από τη Ρωσία, σπεύδει να πολεμήσει από τη δυτική.

 

Περσινά γεγονότα…

Αυτά τα γεγονότα τα ζήσαμε ξανά, αλλά τα ζήσαμε… πέρυσι, όταν ένα φεστιβάλ ταινιών όπως αυτό της Καρύστου, ασχολήθηκε σε δύο έργα με τις ανεξάλειπτες σκηνές της καταστροφής. Αξίζει να τα μνημονεύσουμε: Ήταν το «Τοκέι Μαρού», ένα ντοκιμαντέρ animation του Ζάχου Σαμολαδά, βραβευμένο από το 7ο Athens International Digital Film Festival, ως η ιστορία ενός ιαπωνικού πλοίου που συγκλονισμένο από τη θέα της σφαγής στη Σμύρνη το 1922 προτίμησε να αδειάσει τα αμπάρια του στη θάλασσα για να σώσει 825 Έλληνες και Αρμένιους που βρίσκονταν υπό την απειλή των τσετών (άτακτοι Τούρκοι στρατιώτες). Η ταινία συνθέτει τα ντοκιμαντερίστικα στοιχεία της με στοιχεία ρεαλιστικά, με εικόνες παρμένες από διάφορους ερασιτέχνες, που απηχούν τη φοβερή κατάσταση που δημιουργήθηκε στην προκυμαία της Σμύρνης. Ο πλοίαρχος, μεγαλωμένος με κώδικα τιμής, αντιμετωπίζει την απειλή Τούρκου αξιωματούχου που επιβαίνοντας σε μικρή κανονιοφόρο φτάνει στο πλοίο και απαιτεί την παράδοση των Ελλήνων και Αρμενίων που βρίσκονται εκεί. Αντί γι’ αυτήν ο πλοίαρχος του μιλάει για το ναυτικό δίκαιο της εποχής, σύμφωνα με το οποίο οτιδήποτε είναι στο πλοίο συν ο περίγυρός του ανήκουν στην δικαιοδοσία του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας Ακιχίτο, οποιαδήποτε δε προσβολή αυτού του δικαιώματος θα θεωρηθεί προσβολή του ίδιου του αυτοκράτορα! Ο Τούρκος «καλοσκέπτεται» την απειλή, χαιρετάει και φεύγει…

Το άλλο έργο που λάμπρυνε το φεστιβάλ του 2021 ήταν η «Ανατολή έδυσε» σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Παπαηλιού (Παραγωγή: Ελληνικό Ιδρυμα Ιστορικών Μελετών), που είναι ντοκιμαντέρ βασισμένο στις ανταποκρίσεις του Κώστα Μισαηλίδη για τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Είναι ένα έργο «σκληρό», που μιλάει για την απόβαση του στρατού την 2α Μαΐου 1919 στη Σμύρνη, όταν χιλιάδες Έλληνες υποδέχτηκαν τους εύζωνες, αλλά και για την κάθοδο που επακολούθησε την 1η Νοεμβρίου του 1920, όταν οι βασιλόφρονες ανέβαιναν στην εξουσία με την εντολή «Οίκαδε», για να συνεχίσουν μια στρατιωτική περιπέτεια χωρίς τέλος. Ο ελληνικός στρατός ήταν χαμένος μέσα σε έναν κόσμο κατοικημένο από Τούρκους, έτσι ώστε η επίθεση κατά της Άγκυρας με τη διάβαση της Αλμυράς Ερήμου φαινόταν εξωφρενική ή βολική στα ήθη των βασιλοφρόνων αξιωματικών της εποχής…

Στην Κοβαλίτσα, στο Τουλού Μπουνάρ, στον Σαγγάριο, οι οπλίτες έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και προσέφεραν στον Μισαηλίδη την ευκαιρία να γράψει ποιητικά σχόλια. Όσον αφορά τον Προκοπίου, τον ζωγράφο που ανέλαβε την απεικόνιση της εκστρατείας, αυτός θα δηλώσει ότι τον άφησε κατάπληκτο η περιφρόνηση του θανάτου που χαρακτήριζε αυτούς τους ανθρώπους.

Τελικά έρχεται η κόπωση, η κραυγή «το μέτωπο έσπασε» διαχέεται, αρκούν 17 ημέρες από την αποφράδα 13η Αυγούστου στο Αφιόν Καρά Χισάρ για να φτάσει ο στρατός τρέχοντας κυριολεκτικά στη Σμύρνη – ενώ ήταν γνωστές οι επιδόσεις του στην προέλαση, όπου είχε ρεκόρ 70 χιλιομέτρων πεζή την ημέρα! Η δίκη των 8 που ακολούθησε και οδήγησε σε καταδίκη και εκτέλεση των έξι, ήταν μια δίκη που δεν έκλεισε αλλά άνοιξε τις πύλες της εισόδου στον παραλογισμό της εκστρατείας.

Έτσι «έδυσε η ανατολή», σύμφωνα με τον Παπαηλιού: Παράλληλα έδυσε και το ταλέντο του Μισαηλίδη, που μετά το 1923 δεν παρουσίασε κανένα απολύτως δημοσιογραφικό έργο. Θα μείνει μόνο η διαβεβαίωσή του ότι «ο ιστορικός που θα πραγματευθεί το θέμα αυτό δεν γεννήθηκε ακόμη»…

 

Το 5ο Φεστιβάλ της Καρύστου

Θα περιμέναμε λοιπόν μια αντιμετώπιση του θέματος της καταστροφής ακριβώς στα 100χρονα από την πραγμάτωσή του, και θα αφήναμε στην άκρη τις αειφορικές πομφόλυγες του Ερντογάν με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή. Θα περιμέναμε μια άλλη αντίληψη, όπως αυτή που χαρακτηρίζει το δικτυακό τόπο ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 1919-1922, GRECO-TURKISH WAR 1919-1922 και είναι αντίληψη ψύχραιμη, ίσως στωική, ίσως περισσότερο αντικειμενική. Θα ζητούσαμε μια προσέγγιση του κοινωνικού γεγονότος από τις άφθονες που υπάρχουν – φερειπείν από την τακτοποίηση των προσφύγων.

Αντί γι’ αυτό όμως η Κινηματογραφική Λέσχη Καρύστου προτίμησε να σταθεί έξω από το θέμα και να περιοριστεί στα εξής φιλμ: Το Ellis, που είναι μια ποιητική αφήγηση του Ρόμπερτ Ντε Νίρο, μια κίνηση ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι που περιγράφει τις δύσκολες μέρες των (υποψηφίων) μεταναστών στη νήσο Έλλις… Είναι το «Πρόσωπα και ιστορίες» της Ανιές Βαρντά που αναφέρεται επί παντός επιστητού των ανθρώπων, που φέρνει τις προσωπογραφίες τους σε όλες τις επιφάνειες και μεταχειρίζεται θαυμάσια ομολογουμένως σκηνικά – αλλά τελικά αφήνει συγκινητικά μηνύματα στον υπέροχο Ζαν Λυκ Γκοντάρ, γραμμένα πάνω στο γυαλί του σπιτιού του.

Τη δεύτερη ημέρα ακολουθούν δύο ταινίες του Γιάννη Σολδάτου, η μια από τις οποίες είναι αποθεωτική για τον Θανάση Βέγγο. Είναι μια ταινία με χαμηλό βαθμό συνοχής, με φανατική βεγγολογία που χρησιμοποιεί τη γνώμη δεκάδων σκηνοθετών και ανθρώπων του κινηματογράφου – από τους οποίους ξεχωρίζει ο ακατανόμαστος και σε κάποιο σημείο ο μη κατονομαζόμενος Αλέξης Δαμιανός: Όλοι αυτοί σχετίζονται με τον Βέγγο, δημιουργώντας ταχύτατες σκηνές που ουσιαστικά δεν μπορούν να τεθούν σε μια κατάσταση λογικής ακολουθίας, αποτελώντας ένα κινηματογραφικό ντελίριο. Τελικά υπάρχει και μια δεύτερη ταινία για τον Βέγγο, που μέσα από τη μονοπρόσωπη παρουσία του Νίκου Κούνδουρου αποφαίνεται εν τέλει ότι ο Βέγγος είναι Έλληνας…

Την τρίτη και τελευταία ημέρα, δεσπόζει το υπέροχο, συνεκτικό αλλά όχι ανιαρό έργο του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, υπό τον τίτλο «Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη». Τόσο ο πρώτος όσο και ο δεύτερος είναι άνθρωποι που ονειρεύονται περισσότερο παρά ζουν τη ζωή τους, γι’ αυτό η αναζήτηση μέσα στο έργο τροφοδοτεί έναν έξοχο στοχασμό: Είναι ο καλύτερος Πορτογάλος ποιητής, που έγραψε στα Αγγλικά, είναι ο καλύτερος και λιτότερος Έλληνας ποιητής, που άφησε απλούς στίχους.

Η Κάρυστος μετά τον ερχομό του Τζόνσον προοιωνίζεται «παγκόσμια καθήκοντα» στον τουρισμό –κατά την ομολογία των τοπικών παραγόντων– όμως είναι γεγονός πως 5 φεστιβαλικές οργανώσεις δεν την έχουν κάνει πλουσιότερη, όπως έγινε η Δράμα ή η Ρόδος και η Κως, την εποχή της Λουκίας Ρικάκη, με τις διοργανώσεις οικολογίας και υγείας. Το μέλλον όμως είναι απίθανα μακρύ –που έλεγε ο Μαγιακόφσκι– και ποτέ δεν ξέρεις αν ένα περιφερειακό φεστιβάλ ανταποκριθεί κάποτε στις απαιτήσεις της εποχής του.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!