Συνεχίστηκε αυτή την εβδομάδα ο χορός των τραπεζικών πτωχεύσεων, περιφερειακών μεν αλλά μεγάλων τραπεζών, στις ΗΠΑ που είχε διακοπεί προσωρινά. Οι μεγάλες αυξήσεις των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, όπως αναφέρει η επικεφαλής του ΔΝΤ, «έφεραν στην επιφάνεια τα τρωτά σημεία του χρηματοπιστωτικού τομέα». Μετά τις δύο πρώτες μεγάλες πτωχεύσεις τον Μάρτιο ακολούθησε τώρα η First Republic, την οποία είχαν προσπαθήσει να σώσουν χωρίς επιτυχία, με τα 30 δισ. δολάρια ρευστότητα που κατέθεσαν, 11 μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ. Επίσης τρεις ακόμα περιφερειακές τράπεζες βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και έπεται η συνέχεια. Οι προσπάθειες από πλευράς Κεντρικής Τράπεζας ΗΠΑ (FED) να περιορίσει την κρίση στην First Republic με τη δήλωση Powell ότι η πώλησή της (πρακτικά αναγκαστική μεταβίβαση) στην JP Morgan «τράβηξε διαχωριστική γραμμή» και ότι οι συνθήκες συνολικά στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο χαρακτήρισε «υγιές και ανθεκτικό», έχουν «γενικά βελτιωθεί» συγκριτικά με την «έντονη πίεση» του Μαρτίου, διαψεύστηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα καθώς μία ακόμα τράπεζα δήλωσε ότι ψάχνει «αγοραστή».
Τελικά και εδώ δόθηκε μια λύση αντίστοιχη με την Credit Suisse. Η First Republic «εξαγοράστηκε» από την JP Morgan. Ο επιμερισμός της όποιας ζημιάς από την πτώχευση μεταξύ του ταμείου εγγύησης καταθέσεων (FDIC) της JP Morgan και των λοιπών 10 τραπεζών που είχαν τοποθετήσει τα 30 δισ. δολάρια καταθέσεις θα γίνει στη συνέχεια. Στόχοι στην παρούσα φάση ήταν α) να σταματήσουν τη «φωτιά» να μην εξαπλωθεί άμεσα γενικότερα και β) να αποφευχθεί, τουλάχιστον για την παρούσα φάση, η εμπλοκή του κράτους των ΗΠΑ στη διαδικασία διασώσεων, προβληματικών τραπεζών.
Όμως με τέτοιου είδους λύσεις οι μεγάλοι (JP Morgan, η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ) γίνονται ακόμα μεγαλύτεροι και ας υπάρχουν αντιμονοπωλιακοί νόμοι. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία έχει περάσει πλέον σε δεύτερη μοίρα.
Μετά και από αυτή την εξέλιξη κανείς δεν γνωρίζει τη συνέχεια. Ο φόβος είναι διάχυτος ειδικά στις ΗΠΑ καθώς έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά αλληλένδετα προβλήματα που οδηγούν σε επιδείνωση όσον αφορά τις δυνατότητες και τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Στα προβλήματα αυτά συμπεριλαμβάνονται: α) η συνεχιζόμενη αύξηση των επιτοκίων, β) ο επιμένων πληθωρισμός, που παρά την υποχώρησή του απέχει από το στόχο της FED και συνεπώς πιέζει για υψηλότερα επιτόκια, γ) η αδυναμία, επί του παρόντος, της αύξησης του ανώτατου ύψους του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ, που αν δε δοθεί λύση υπάρχει κίνδυνος πτώχευσης, δ) η επιταχυνόμενη αποδολαριοποίηση στην παγκόσμια οικονομία, η οποία επιδεινώνει, σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν, τις δυνατότητες αξιοποίησης νομισματικών ρυθμίσεων για την αντιμετώπιση των εσωτερικών οικονομικών προβλημάτων των ΗΠΑ. Κοινώς το να τυπώνουν και να μοιράζουν διεθνώς χωρίς έλεγχο δολάρια έχει φτάσει πλέον στα όριά του και αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Συνεπώς τα σύννεφα της κρίσης πυκνώνουν από όλες τις πλευρές του ορίζοντα.