Η δικαίωση ή μη της Ισλανδίας δεν αποτελεί νομικό ζήτημα.
Η σκανδιναβική χώρα έχει έτσι κι αλλιώς δικαιωθεί στην επιλογή της να μην υποκύψει στο υψωμένο δάχτυλο των ισχυρών οικονομιών και οργανισμών και να θέσει ως πρώτη προτεραιότητα την ταχεία αναστήλωση της οικονομίας και των ανθρώπων της, όπερ και εγένετο.
Ωστόσο, η δικαίωσή της από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών, έχει ξεχωριστή σημασία. Πρώτον, γιατί την προσφυγή εναντίον της Ισλανδίας έκανε η Αρχή Επιτήρησης της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ελεύθερου Εμπορίου που ελέγχει την τήρηση των κανονισμών εκείνων της Ε.Ε. που ισχύουν και ευρύτερα για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Περιοχή, για χώρες εκτός Ε.Ε. όπως η Ισλανδία και η Νορβηγία. Η απόρριψη της προσφυγής επιβεβαιώνει ότι οι κυρίαρχοι ευρωπαϊκοί κύκλοι ερμηνεύουν τους κανονισμούς της Ε.Ε. και το «ελεύθερο εμπόριο» κατά το δοκούν, δηλαδή με το συμφέρον του ισχυρότερου. Ακόμη κι αυτοί οι κανονισμοί της Ε.Ε. επιδέχονται διαφορετικές προσεγγίσεις από αυτές που θεωρούνται θέσφατο για την Ελλάδα.
Δεύτερο, το κεντρικό επιχείρημα απόρριψης της προσφυγής από το Δικαστήριο ήταν «η συστημική τραπεζική χρεοκοπία του μεγέθους που υπέστη η Ισλανδία», που συνιστά κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία παύει η ισχύς υποχρεώσεων που ισχύουν σε κανονικές συνθήκες. Μήπως η ελληνική οικονομία ως σύνολο δεν βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης;
Τρίτο, η Ισλανδία έφτασε εκεί αφού πρώτα, το 2010 και 2011, ο λαός της είχε απορρίψει σε διαδοχικά δημοψηφίσματα (πρακτική άγνωστη στην Ελλάδα) συμφωνίες κρατικής αποζημίωσης που είχε προτείνει η ισλανδική κυβέρνηση σε Βρετανία και Ολλανδία. Παρά την τότε κινδυνολογία, το «όχι» δικαιώθηκε και τώρα το ίδιο το Υπουργείο Εξωτερικών της Ισλανδίας δηλώνει πως «αποτελεί σημαντική ικανοποίηση που η άμυνα της χώρας θριάμβευσε στην περίπτωση της τράπεζας Icesave». Ποιο δείγμα –έστω– άμυνας υπήρξε στην Ελλάδα;
Οι καταθέσεις της Icesave, ιντερνετικής τράπεζας που κατέρρευσε το 2008, ήταν το μήλο της έριδος για Βρετανία και Ολλανδία που αποζημίωσαν με 5 δισ. δολάρια 340.000 καταθέτες τους της Icesave, με ένα μάξιμουμ 20.000 ευρώ ανά καταθέτη, και ζητούσαν στη συνέχεια αποζημίωση από το Ρέικιαβικ. Το ισλανδικό Δημόσιο εθνικοποίησε μεν το τραπεζικό σύστημα αλλά όχι όλες τις τράπεζες, αφήνοντας ορισμένες όπως η Icesave να πτωχεύσουν. Το Δικαστήριο αποφάσισε πως η Ισλανδία δεν παραβίασε με τον τρόπο αυτό την ευρωπαϊκή οδηγία σχετικά με την εγγύηση των καταθέσεων.
Να σημειωθεί, πάντως, ότι η διαδικασία εκποίησης έχει ήδη αποδώσει «ιδιωτικά» το 90% των αποζημιώσεων που απαιτούν η Βρετανία και η Ολλανδία από το ισλανδικό Δημόσιο για την Icesave.
Στο περιθώριο του Νταβός ο πρόεδρος της Ισλανδίας Grimsson βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί στη Βρετανία που, όταν κατέρρεε η Ισλανδία, της επέβαλε οικονομικές κυρώσεις και, κατά παράβαση των διεθνών συμβάσεων, ενεργοποίησε τον Αντιτρομοκρατικό Νόμο για να δεσμεύσει περιουσιακά στοιχεία όχι κάποιας τράπεζας αλλά της ίδιας της Ισλανδίας. «Η κυβέρνηση Γκόρντον Μπράουν αποφάσισε, και θα είναι γι’ αυτό αιώνια η ντροπή της, να βάλει την ισλανδική κυβέρνηση στην ίδια λίστα με τους τρομοκράτες. Ήμασταν μαζί με την Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν… Τον Μπράουν θα τον θυμούνται στη χώρα μου για πολλά χρόνια αφότου θα έχει λησμονηθεί εντελώς στη χώρα του».
Γ.Τσ.