Η αμάθεια σαν κατεύθυνση
Όσες και όσοι εργαζόμαστε σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης διαπιστώνουμε καθημερινά αυτή τη δομική διάσταση της κατευθυνόμενης αμάθειας στη δυσκολία των νέων μας να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν ένα κείμενο αλλά και στην εμφανή δυσκολία τους να κατανοήσουν τον κόσμο μέσα στον οποίο ζουν, να συνθέσουν αυτό που ονομάζουμε «κριτική σκέψη» και άποψη, να γνωρίσουν το παρελθόν, να σταθούν θετικά ή αρνητικά σε ό,τι τους παρέχεται, να αμφισβητήσουν και να διεκδικήσουν τις αλλαγές. Σε τελική ανάλυση, δυσκολεύονται να «αναγνώσουν» τον εαυτό τους και την κοινωνία στην οποία είναι ενταγμένοι.
Τότε, τι μαθαίνουν; «Χίλια δυο πράγματα», είναι η απάντηση. Κολυμπούν μέσα σε έναν ωκεανό λεπτομερειών, ανούσιων, τις περισσότερες φορές, εθίζονται στην αλίευση της «χρήσιμης» και «ωφέλιμης» για την επαγγελματική αποκατάσταση γνώσης. «Στη φάση της γενικευμένης ανεργίας και της ιλιγγιώδους απαξίωσης της εργατικής δύναμης, το έωλο και απομονωμένο άτομο κινείται κι αυτό χρησιμοθηρικά, για να εξασφαλίσει μια θέση στον ήλιο. Τα “άλλα” λογίζονται “περιττά”», τονίζει ο Ελεφάντης.
Πράγματι, το σχολείο, από θεσμός δημοκρατικός, μορφωτικός, ικανός -παρά την τοξικότητά του- να θεμελιώνει την παιδεία ως αυταξία και άρα ως προοδευτική, απελευθερωτική δύναμη διαμόρφωσης της προσωπικότητας, μετατρέπεται σε οικονομική επιχείρηση, σε μοχλό του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, σε υπηρέτη των αγορών και των πολιτικών εξουσιών που επιβάλλουν το μοντέλο της νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης. Έτσι, η μόρφωση επαγγελματοποιείται, η γνώση κατακερματίζεται και αξιώνεται μόνο όταν προσαρμόζεται στις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής (π.χ. διά βίου μάθηση και διά βίου εξαρτώμενοι άνθρωποι).
Η στάση της Αριστεράς
Αν η αριστερή διανόηση της Γαλλίας επισήμανε, από τη δεκαετία του ’90, τη σταδιακή αποδόμηση του σχολείου, της γραφής και της ανάγνωσης και την παράλληλη οικοδόμηση του «μαζικού σχολείου» της εκμάθησης απλών δεξιοτήτων, η ελληνική Αριστερά, που θέλει να έχει ριζοσπαστικό λόγο, οφείλει να στοχεύσει την κριτική και τη δράση της κυρίως σε αυτή την πλευρά των αναγγελλόμενων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων: στο γεγονός, δηλαδή, ότι το νέο σχολείο, που οραματίζονται και ανακοινώνουν, θα καθιστά τον νέο ικανό εργαλείο της παραγωγικής μηχανής αλλά ανίκανο ον να κατανοήσει τον κόσμο, μέσα στον οποίο καλείται να ζήσει, και τις συνθήκες που καθιστούν ηθικά αναγκαία την ανατροπή του.
Ένα σχολείο, λοιπόν, που ήδη από τη μεταρρύθμιση του Αρσένη σκοτώνει την «κριτική διάνοια». Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει η Αριστερά να δει όλες τις αλλαγές που διακηρύσσει η υπουργός Παιδείας και Διά Βίου Απαξίωσης της Γνώσης (νέο αναλυτικό πρόγραμμα, συγχωνεύσεις-καταργήσεις σχολείων, νέο Λύκειο κ.λπ.). Η κρίση, το χρέος και οι επιταγές της Τρόικας απλώς δημιουργούν το πρόσφορο έδαφος για την επιτάχυνση της υποταγής και της εμπορευματοποίησης του δημόσιου σχολείου. Ο μαθητής ως «πελάτης» και «θεατής» και το μάθημα ως «εμπόρευμα» και «θέαμα» είναι ο στόχος των αγορών. Στο ίδιο πλαίσιο, η Αριστερά πρέπει ασκήσει κριτική απέναντι σ’ αυτό το νεόκοπο φαινόμενο της οπτικοποίησης και παρουσίασης του ιστορικού παρελθόντος με τέτοιον τρόπο, ώστε να προβάλλεται μια δήθεν εναλλακτική ματιά στα γεγονότα (αλήθεια, γιατί τόσο ενδιαφέρον για το 1821;). Κάτι τέτοιο μοναδικό στόχο έχει την υιοθέτηση -κυρίως από την πλευρά των νέων- ερμηνειών προκατασκευασμένων, ικανών να υπηρετήσουν τις εξουσίες, λειαίνοντας κατά το δοκούν και το συμφέρον την ιστορική πραγματικότητα.
Η κριτική αυτή δεν πρέπει να αφεθεί ούτε στους Άνθιμους ούτε στα ΜΜΕ και τα παπαγαλάκια τους. Ανήκει πρωτίστως στην Αριστερά και στο ριζοσπαστικό της λόγο.
είναι μέλος της Αγωνιστικής
Πρωτοβουλίας της Α’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης