του Γιώργου Κυριακού

Αν σε μικρούς κύκλους, προ κορωνοϊού, επιβίωνε η συζήτηση για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης κι αποκτούσε ένα εύρος όταν μεταρρυθμίσεις την προκαλούσαν, αυτή σήμερα έχει αδρανοποιηθεί. Ζούμε την εποχή του τρέχοντος, του επείγοντος και η διαπίστωση ή διατύπωση αυτή δε χρειάζεται καμιά αιτιολόγηση. Βιώνουμε το αυτονόητο ως ευνόητο. Για ένα τμήμα εκπαιδευτικών, γονέων και παιδιών, απόλυτη ανάγκη είναι η εκπαίδευση πάνω από όλα: η εξ αποστάσεως, η με αραίωση τμημάτων, η με εκ περιτροπής διδασκαλία στο χωρισμένο τμήμα, η με όλα τα παιδιά στο τμήμα. Η εκπαίδευση –δικαιολογημένα– είναι το τρέχον στοιχείο που συνέχει την οικογένεια, που κρατά τους μαθητές σε εγρήγορση, που συνεχίζει μια κανονικότητα στις όψεις και τις δυνατότητες που της αναλογούν.

ΕΝΑΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΚΟΣ και βαθύτατος προβληματισμός, αρχικά, αποκάλυψε καίριες αν και δυσεπίλυτες πλευρές επιδείνωσης της καθημερινότητας όπως η παγκοσμιοποίηση, η αστικοποίηση, ο νέος ανθρωπολογικός τύπος ως αναγκαία καλλιέργεια αποδοχής της οικονομίας της αγοράς και της πολιτικής της. Από την άλλη, ο κυρίαρχος δημόσιος λόγο –και κατόπιν μιας αιφνίδιας μετατόπισης λόγω των κρουσμάτων και των νεκρών που αυξάνονταν μέρα τη μέρα, λόγω δηλαδή έκτακτων συνθηκών– παγιώθηκε αυστηρά στο επείγον (άμεσα μέτρα προστασίας, δομές υγείας, ευάλωτοι πληθυσμοί, οικονομία του μικρομάγαζου, τουρισμός, ανισότητες, ανεργία, αποκλεισμένες κοινωνικές ομάδες, ψυχολογία κ.λπ.). Αυτό ζούμε απόλυτα, το άμεσο και το χειροπιαστό. Αντίστοιχα και η εκπαίδευση πέρασε στο επείγον, στις όποιες δυνατότητες διαχείρισης του υπάρχοντος. Οι χειρισμοί του κράτους και η κριτική επί χειρισμών του αποτελούν το μοναδικό πεδίο συζήτησης υπακούοντας στον γενικό κανόνα του επείγοντος. Είναι ο μανδύας που τυλίγει δυνατότητες και αδυναμίες.

Όμως και σε περιόδους όπου οι συνθήκες ήταν λιγότερο συντριπτικές, οι σύνθετες αιτίες επιδείνωσης της καθημερινής ζωής δύσκολα εμφιλοχωρούσαν στη δημόσια συζήτηση. Μετά την ένταση της πανδημίας σχεδόν εξαφανίστηκαν. Η εκπαίδευση ακολούθησε το δύσκολο μονοπάτι της επιβίωσης με τις συγκρούσεις που αντίστοιχα εκτυλίσσονται στο κεντρικό πεδίο. Όλα όσα αφορούν στις πολλαπλές συγκρούσεις στο πολιτικό, στο οικονομικό και στο κοινωνικό πεδίο έλαβαν χώρα στο θεσμό της εκπαίδευσης και κάποτε λόγω της διαχρονικής σημασίας της αποκτούσαν ή αποκτούν θέση κεντρική.

Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ με την χωρίς όρους συμμετοχή της κατέληξε στην αναθηματική πλάκα με το σοβαροφανές πρόταγμα του 1999 πως «όποιος δεν ξέρει Η/Υ θα είναι αγράμματος στη νέα χιλιετία»

ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ αθέατες πλευρές που σχετίζεται τόσο με τις οδηγίες-μέτρα της ΕΟΚ/Ε.Ε. όσο και με την έναρξη της παγκοσμιοποίησης ως ένδειξη της ποιότητας ενός νέου προσανατολισμού ήταν το δομικό έλλειμμα παραγωγικής δραστηριότητας στην οικονομία όπως και η περαιτέρω διάλυση της παραγωγής που επηρέασε και την εκπαίδευση στους προσανατολισμούς της. Η βαθμιαία μετατροπή της χώρας σε ένα οικονομικό προτεκτοράτο με αλλαγή στους προσανατολισμούς της οικονομίας, στις συνήθειες και στους στόχους της ελληνικής οικογένειας ήταν βασικό πεδίο που στήθηκε κυρίως στη μεταπολίτευση. Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ με την χωρίς όρους συμμετοχή της, η αλλαγή των συνηθειών του ίδιου του παραγωγού από τις επιδοτήσεις, το χρόνιο πάθος της αγροτικής οικογένειας ή του ψαρά ώστε τα παιδιά τους να γλιτώσουν από το μεροδούλι-μεροφάι, η αθρόα είσοδος μεταναστών με εργασιακές συνθήκες δουλείας τη δεκαετία του ’90 που ήταν η ευκαιρία στο να μην εκσυγχρονιστεί η πρωτογενής (όπως και η δευτερογενής) παραγωγή, έβαλαν την αναθηματική πλάκα με το σοβαροφανές πρόταγμα του 1999 πως «όποιος δεν ξέρει Η/Υ θα είναι αγράμματος στη νέα χιλιετία».

Συνεπώς η αλλαγή των προγραμμάτων και των βιβλίων καθώς και των αντίστοιχων δραστηριοτήτων στην εκπαίδευση που αφορούσαν στη γνώση της παραγωγής αλλά και δράσεις σε σχολικούς κήπους, επισκέψεις σε παραγωγικές μονάδες παντός τομέα, ίδρυση σχολικών συνεταιρισμών κ.λπ. ανέτρεψε την επιβιώσασα ύλη των παλιών σχολικών βιβλίων καθότι το «είσαι στην ΕΟΚ, μάθε για την ΕΟΚ» ήταν ήδη μπροστά από το σωτήριον έτος 1992 και το 2000 της νομισματικής ένωσης. Οι σκηνές από την ταινία του Μαραγκού με τις χωματερές είναι χαρακτηριστικές.

ΕΤΣΙ ΣΗΜΕΡΑ, π.χ. ένας σχολικός κήπος –που μάλιστα προωθείται από το φιλότιμο κάποιων εκπαιδευτικών και αναγνωρίζεται ως συμμετοχή σε κάποιο ευρωπαϊκό πρόγραμμα– μπορεί και να καταλήξει ως εξής: να φυτευτούν μαρούλια που δεν πρόκειται τα παιδιά να τα φάνε καθώς οι γάτες κατουράνε στον σχολικό κήπο και τα παιδάκια κάνουν τη γνωστή κραυγή αηδίας «ίου» χαϊδεύοντας συγχρόνως τη γάτα. Μια επίσκεψη π.χ. ενός σχολείου σε μια κτηνοτροφική μονάδα-μαντρί το –χωρίς νόημα– φιλότιμο του εκπαιδευτικού που αναλαμβάνει την –χωρίς νόημα– πρωτοβουλία πρέπει να αντιμετωπίσει την ίδια κραυγή για τη μυρωδιά της κοπριάς. Μια επίσκεψη στην ψαραγορά θα πείσει και τον γιο του ψαρά που έσπασε το καΐκι του για την επιδότηση πως πρέπει να την αποφεύγει. Τι είναι η κληματαριά; Τι είναι αμπέλι; Μπορεί και να το ακούσει κανείς από μαθήτρια που ο παππούς της πέντε μέρες ήταν μεθυσμένος στον τρύγο και στο πάτημα («ίου»). Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι; Μην είναι τ᾿ άσπαρτα ψηλά βουνά; Μην είναι ο ήλιος της, που χρυσολάμπει; Μην είναι τ’ άστρα της τα φωτεινά; Μην είναι κάθε της ρηχό ακρογιάλι και κάθε χώρα της με τα χωριά; Κάθε νησάκι της που αχνά προβάλλει, κάθε της θάλασσα, κάθε στεριά; «Ίου»…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!